Ο Σώζος Λυμπερόπουλος είναι παιδί λίγο του έντεχνου, λίγο του ροκ και λίγο του λαϊκού. Ένα συνονθύλευμα μουσικών ειδών που άλλοι αποδέχονται την αρμονική τους συνύπαρξη και άλλοι θεωρούν ότι το ένα με το άλλο είναι διαμετρικά αντίθετα μετάξυ τους. Ο ίδιος, ωστόσο, κατάφερε να τα συνδυάσει αρμονικά και να μετατρέψει αυτήν την αρμονία σε δικό του προσωπικό χαρακτηριστικό γνώρισμα. Καθένα από αυτά τα μουσικά είδη τα υπηρέτησε και τα υπηρετεί έχοντας μονάχα ένα σκοπό “να μετουσιώσει τα συναισθήματα και τις σκέψεις του σε τέχνη”. Εξάλλου, όπως ο ίδιος αναφέρει, η μουσική ήταν μία προσωπική ανάγκη που πήγαζε από μέσα του και ο μόνος τρόπος που μπορούσε να την εκφράσει ήταν οι νότες επάνω στο πεντάγραμμο.

 

—Σώζο, είσαι παιδί της Θεσσαλονίκης, σωστά;

Σωστά! Γεννήθηκα στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης και μεγάλωσα εκεί. Μεγάλωσα σε συνθήκες γειτονιάς, σε μία εποχή όπου όλα ήταν πιο αθώα. Δηλαδή, σακατεύαμε τα γόνατα μας, τρέχαμε με τα ποδήλατα, παίζαμε μπάλα, παίζαμε μπάσκετ. Ένιωθα ότι γεννήθηκα στα πλαίσια μιας κοινωνίας. Ήμουνα κομμάτι ενός κοινωνικού πλαισίου και μεγαλώναμε όλοι μαζί αδελφωμένοι. Χαρακτηριστικά θυμάμαι ότι άνοιγε η γειτόνισσα την πόρτα και έμπαινε μέσα στο σπίτι μας για να πάρει λεμόνια από το ντουλάπι. Είναι μία εποχή που μου έχει λείψει αρκετά διότι ο άνθρωπος είναι κοινωνικό ον από τη φύση του και -τότε- ένιωθες πως ό,τι και να συμβεί έχεις ανθρώπους που σε αγαπάνε και θα σε στηρίξουν. Νομίζω αυτό είναι κάτι που λείπει από τη σημερινή εποχή, η οποία περισσότερο προωθεί τον ατομικισμό και το προσωπικό συμφέρον.

 

—Η πρώτη επαφή σου με τη μουσική πότε έγινε;

Η μουσική ήταν μία ανάγκη που υπήρχε μέσα μου. Δηλαδή, οτιδήποτε έκανε θόρυβο ή έβγαζε νότες, μου κέντριζε το ενδιαφέρον. Οι γονείς μου το επισημαίνουν συχνά αυτό. Σε αρκετά νεαρή ηλικία έδειξα ότι η μουσική με εμπνέει και με εκφράζει, οπότε τεσσάρων ετών πήγα μουσική προπαιδεία στο Νέο Ωδείο Θεσσαλονίκης. Όπως καταλαβαίνεις, πρώτα έμαθα να γράφω νότες και μετά έμαθα να γράφω το ελληνικό αλφάβητο. Παρόλα αυτά, περνώντας τα χρόνια οι γονείς μου θεώρησαν ότι ήταν απλώς ένα καπρίτσιο της παιδικής ηλικίας. Μέχρι που, στην ηλικία των εννέα, πήγα στην μητέρα μου και της είπα “Ξέρεις τι γίνεται; Όταν ακούω ένα τραγούδι, κάτι αισθάνομαι μέσα μου. Αισθάνομαι μία ανατριχίλα. Αισθάνομαι μία ψυχική πηγαία ανάγκη να μπω πιο βαθιά μέσα σε αυτό”. Σκέφτηκαν ότι ήταν καλή ιδέα να με γράψουν σε Ωδείο διότι ήμουνα μοναχοπαίδι και θα με βοηθούσε να κοινωνικοποιηθώ περισσότερο. Τότε, αποφάσισα να ασχοληθώ με την κιθάρα. Αυτό είναι το βασικό μου όργανο. Αυτό το ξύλο και οι χορδές μέχρι σήμερα είναι το λιμάνι μου, είναι η ψυχοθεραπεία μου, είναι η πρέζα μου.

 

Σώζος Λυμπερόπουλος: Η μουσική ήταν μία ανάγκη που υπήρχε μέσα μου

 

—Έχεις φανταστεί ποτέ τον εαυτό σου δίχως τη μουσική;

Δεν έχω καταφέρει, μέχρι τώρα, να φανταστώ τον εαυτό μου χωρίς τη μουσική επειδή ακόμα και οι προσωπικές μου σχέσεις κινούνται γύρω από αυτήν. Θεωρώ, πολλές φορές, τα λόγια δεν είναι αρκετά για να εκφράσουν αυτά που νιώθουμε και έρχεται η τέχνη και μας βοηθάει στο να επικοινωνήσουμε, διότι είναι μία μορφή επικοινωνίας και δημιουργίας. Οπότε, θα είχα πολύ σοβαρό πρόβλημα μιας και δεν θα μπορούσα να εκφράσω όσα νιώθω σε αυτούς που -πραγματικά- νοιάζομαι και αγαπάω. Θέλω να πιστεύω ότι μέσα από την μουσική επικοινωνούμε, λίγο-πολύ, όλοι. Είτε είμαστε άνθρωποι τεχνοκρατικοί, είτε είμαστε άνθρωποι που το επάγγελμα μας έχει να κάνει με την οικονομία, είτε είμαστε άνθρωποι της τέχνης.

 

—Θυμάσαι κάποια στιγμή της ζωής σου που να σου ήταν τόσο δύσκολο να επικοινωνήσεις με τα λόγια λόγω έντονων συναισθημάτων, που τα κατάφερες μονάχα μέσω της μουσικής;

Η πρώτη στιγμή, η πιο χαρακτηριστική που μου έρχεται στο μυαλό μου είναι όταν έγινε ο πόλεμος στην Σερβία, με κάλεσαν από την ΕΡΤ3 και είχα ερμηνεύσει το “Κάποτε θα ‘ρθουν να σου πουν” του Παύλου Σιδηρόπουλου.  Είναι από τις στιγμές που, όσο νεαρός και να είσαι, όσο νέος σε ηλικία και “απαίδευτος” ακόμα, αντιλαμβάνεσαι ότι, τελικά, η τέχνη αυτό το ρόλο έχει. Έχει το ρόλο να παρεμβαίνει στην κοινωνία, στα κοινωνικά δρώμενα και ο σκοπός της είναι να ενώνει τους ανθρώπους. Οπότε, είναι μία από τις χαρακτηριστικές στιγμές που θυμάμαι.

 

—Θεωρείς ότι η μουσική υπάρχει για να υπηρετεί μονάχα στιγμές και συναισθήματα ή μπορεί να υπηρετήσει και κοινωνικούς σκοπούς;

Καταρχήν, θεωρώ ότι η τέχνη πάντα θα ‘πρεπε να βρίσκεται απέναντι από τα κέντρα εξουσίας. Η ίδια η κοινωνία θα πρέπει πάντα να βρίσκεται απέναντι από την εξουσία, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, να την κριτικάρει και να την προτρέπει να εξελιχθεί και να γίνεται πάντοτε καλύτερη και πιο δίκαιη. Για να μην φανεί ότι αυτό το λέω με κομματικό χρωματισμό, ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι ο Μάνος Χατζιδάκις. Ο Χατζηδάκις, ενώ ξεκάθαρα δήλωνε κεντροδεξιός, στην πράξη ήταν ένας άνθρωπος ακριβοδίκαιος. Δεν αδίκησε ποτέ κανέναν, πάλεψε για ένα καλύτερο αύριο και έδειξε -ξεκάθαρα- ότι διαφωνεί με τη βία, την κοινωνική αδικία και ανισότητα.

 

—Μίλησε μου λίγο για την επαφή σου με μουσικοσυνθέτες του ελληνικού πενταγράμμου, όπως ο Ξαρχάκος ή ο Κουγιουμτζής.

Είχα την τύχη να έρθω σε επαφή με πολλά από τα ινδάλματα μου, από πολύ μικρή ηλικία. Ίσως να μου δόθηκε η δυνατότητα επειδή αυτό που έκανα, δεν ξέρω κατά πόσο το έκανα καλά, αλλά, μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι το έκανα τίμια. Δηλαδή, το δούλευα πριν το παρουσιάσω. Οπότε, είχα την τύχη να έχω συναναστραφεί πολλούς σπουδαίους καλλιτέχνες, όπως είναι ο Γιάννης ο Πουλόπουλος, ο Νίκος ο Παπάζογλου, ο Κουγιουμτζής, ο Ξαρχάκος και ο Σπανός, με τον οποίο ανέπτυξα και μία προσωπική σχέση, για την οποία είμαι πολύ περήφανος μέχρι σήμερα. Αυτό που μου μετέδωσαν εκείνοι οι άνθρωποι -εκτός του ότι η αγάπη για τη μουσική πρέπει πάντα να μπαίνει σε πρώτο πλάνο- είναι αυτό το ήθος και ένα σύστημα αξιών, το οποίο έρχεται από μία άλλη εποχή. Μου μάθανε να κρατάω χαμηλά τους τόνους, να είμαι τίμιος και ειλικρινής και να προσπαθώ αυτό που κάνω, να το κάνω όσο καλύτερα μπορώ. Να εργάζομαι, να δουλεύω και να προσπαθώ να βελτιώσω τον εαυτό μου, να τον εξελίξω. Οι προηγούμενες γενιές με έμαθαν να εστιάζω στην ουσία. Σήμερα, νιώθω ότι τα πράγματα είναι περισσότερο επιφανειακά και όλα έχουν να κάνουν με την εικόνα. Με ενδιαφέρει η ουσία, δεν με ενδιαφέρει η εικόνα και επιμένω σε αυτό ακόμα και αν ζημιώνομαι επαγγελματικά.

 

—Για εσένα, δηλαδή, ποια είναι η ουσία;

Η ουσία είναι το μήνυμα που περνάει το τραγούδι. Δηλαδή, ένα τραγούδι όπως η Πυξίδα, για παράδειγμα, το να συναντήσεις τον άνθρωπό σου και να θεωρήσεις ότι αυτό σε ολοκληρώνει και ότι είναι ένας στόχος της ζωής σου ο οποίος επετεύχθει, για μένα είναι κάτι πάρα πολύ ουσιαστικό. Δεν μπορώ αυτό το πράγμα να το προσομοιάσω με τραγούδια, τα οποία αναφέρονται, ας πούμε, στο σύντροφό τους με απαξιωτικό τρόπο ή όλο αυτό το περιγράφουν με ένα πέπλο του τύπου «πέφτω στο πάτωμα και κλαίω και καψουρεύομαι φθηνά». Δεν έχω κάτι με την καψούρα. Το αντίθετο. Απλώς, θεωρώ ότι λίγο πρέπει να εξευγενίσουμε τα πράγματα, όχι μόνο όσον αφορά την τέχνη αλλά, όσον αφορά και τα συναισθήματα μας.

 

—Μία φράση που κρατάς κατά τη διάρκεια της πορείας σου, ποια είναι;

Η φράση που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι μία φράση, που δεν την άκουσα τόσο παλιά. Θυμάμαι, κάποια στιγμή, έκανα μία σειρά εμφανίσεων. Ήρθε, λοιπόν, η ώρα να παίξω στο Κρεμλίνο και -τυχαία- είχα ενημερωθεί ότι την επόμενη εβδομάδα παίζει ο Αλκίνοος Ιωαννίδης. Οπότε, ζήτησα από τον Παντελή Κυραμαργιό, να μου τον γνωρίσει γιατί ήθελα πάρα πολύ να συνομιλήσω μαζί του -έστω για λίγο- και να τον γνωρίσω. Όταν, λοιπόν, γνωριστήκαμε, αυτό που μου είπε -και το αναφέρω επί λέξη- ήτανε “να κάνεις αυτό που είσαι”. Κατάλαβα πολύ γρήγορα τι εννοούσε και αμέσως του έκανα την εξής ερώτηση “και αν δεν περάσει;” και μου είπε ότι “αν όντως είσαι αυτό, θα περάσει. Είναι ένας άγραφος κανόνας”. Ακόμα και σήμερα πορεύομαι έχοντας στο μυαλό μου τη συμβουλή αυτή.

 

—Πρόσφατα κυκλοφόρησες το νέο σου τραγούδι “Σαν Σκιά”. Ποιες νομίζεις ότι είναι οι σκιές που υπάρχουν γύρω μας και απο τις οποίες δεν μπορούμε να ξεφύγουμε;

Σίγουρα οι άνθρωποι που πέρασαν από τη ζωή μας έχουνε όλοι  αφήσει το αποτύπωμα τους, πόσο μάλλον αν ήταν και κοντά μας, έτσι; Όχι, νομίζω ότι δεν μπορούμε να ξεφύγουμε από τις σκιές. Νομίζω ότι σε όλες τις καταστάσεις, αντιλαμβανόμαστε ότι δεν είμαστε μόνοι μας και πως ό,τι και να συμβεί, κουβαλάμε τα βιώματα μας• είτε από μία φιλική, είτε από μία ερωτική σχέση, είτε από μία συγγενική σχέση. Νιώθω ότι το τραγούδι ακριβώς αυτό δηλώνει• ότι, ειδικά όταν βραδιάζει και μένουμε μόνοι μας στο σπίτι, αντιλαμβανόμαστε το αποτύπωμα που έχει αφήσει κάποιος άνθρωπος πάνω μας.

 

—Για εσένα υπάρχουν σκιές από τις οποίες δεν μπορείς να ξεφύγεις;

Εγώ δεν ξεφεύγω από τις σκιές μου. Εγώ τις παίρνω παραμάσχαλα και πορεύομαι μαζί τους, η αλήθεια είναι. Δεν έχω πρόβλημα με τα βιώματά μου, όσο και να πονάνε. Έτσι κι αλλιώς, είμαι άνθρωπος που είμαι δέσμιος των παθών μου. Τα κουβαλάω, τα αποδέχομαι, και βαδίζουμε παρέα και όταν πονάμε πολύ και είναι δυσβάσταχτο, γράφουμε ένα ακόμα τραγούδι. Αυτό είναι το αντίδοτο.

 

Σώζος Λυμπερόπουλος: Η μουσική ήταν μία ανάγκη που υπήρχε μέσα μου

 

—Πιστεύεις ότι ένας καλλιτέχνης μπορεί να φορέσει ταμπέλες;

Νομίζω ότι στην τέχνη δεν χωράνε προκαταλήψεις και διακρίσεις. Η τέχνη, σε θεωρητικά πλαίσια, έχει μία ανοιχτή αγκαλιά για όλους. Πρωταρχικός ρόλος της τέχνης θα έπρεπε να είναι να εκπαιδεύσει την ψυχή σου και το υποσυνείδητό σου και να σε κάνει να θες να γίνεις η καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου. Στο τέλος αυτό είναι. Δηλαδή, το μεγαλύτερο μήνυμα που περνάει η τέχνη είναι ότι πρέπει συνεχώς να δουλεύουμε για να προοδεύουμε, για να εξελισσόμαστε και να γινόμαστε καλύτεροι άνθρωποι.

 

—Ο ίδιος νιώθεις να έχεις κατηγοριοποιηθεί όσον αφορά την τέχνη σου;

Με έχουν κατηγοριοποιήσει και με έχουν κατηγορήσει πολλές φορές για παρελθοντικές επιλογές. Παρόλα αυτά, εγώ συνεχίζω να κάνω αυτό που αγαπώ. Προσπαθώ να δουλεύω όσο καλύτερα μπορώ για να γίνω ακόμα καλύτερος. Θεωρώ ότι έχω πάρα πολλά περιθώρια βελτίωσης. Ωστόσο, κάνω αυτό που κάνω με όσο περισσότερη ειλικρίνεια γίνεται και από κει και πέρα, όποιος το δέχεται καλώς, όποιος δεν το δέχεται πάλι καλώς. Κι αυτό δεν το λέω με εγωιστική διάθεση αλλά στη βάση ενός πανανθρώπινου συμπεράσματος που υπάρχει• ότι δεν γίνεται ποτέ, ό,τι και να κάνεις, να είσαι αρεστός σε όλους. Αυτό είναι ένα συμπέρασμα, το οποίο πρέπει όλοι μας να το αποδεχτούμε και να αγαπήσουμε λίγο περισσότερο τον εαυτό μας μέσα από αυτό. Εννοείται ότι έχω ελαττώματα, εννοείται ότι έχω κουσούρια, εννοείται ότι έχω κάνει λάθος επιλογές• πρώτος εγώ βγαίνω και το λέω. Παρόλα αυτά, υπόσχομαι -στον εαυτό μου πρώτα και μετά σε όλους τους υπόλοιπους- ότι θα δουλέψω σκληρά για να τα “διορθώσω”.

 

—Σε ένα νέο παιδί, η συμβουλή που θα του έδινες, ποια είναι;

Η συμβουλή που θα έδινα θα ήταν η εξής: ότι, αν και δεν είμαι απαραίτητα τεχνοκράτης, πιστεύω ότι στη σημερινή εποχή πρέπει οπωσδήποτε να εργαζόμαστε όσο μπορούμε ώστε να βελτιώνουμε, όσο γίνεται περισσότερο, την τεχνική μας και να αυξάνουμε τις γνώσεις μας. Εξίσου σημαντικό με το να αγαπάμε αυτό που κάνουμε, είναι το να μπορούμε να πούμε στον εαυτό μας, με ειλικρίνεια, ότι το κάνουμε σωστά, ότι το υπηρετούμε σωστά. Δηλαδή, το πρώτο πράγμα που θα έλεγα, θα ήταν να μάθουν τη μουσική αρμονία, να μάθουν όσο το δυνατόν καλύτερα το όργανο τους, να διαβάσουν πολύ και να ταξιδέψουν• καθώς και τα δύο τελευταία ανοίγουν τους ορίζοντες μας και μας κάνουν ανθρώπους χωρίς προκαταλήψεις. Σε επόμενη φάση, θα τους συμβούλευα να γράψουν μουσική -όσο καλύτερη μπορούν- και να μας εκφράσουν τι είναι αυτό που τους βασανίζει και αυτό που τους προβληματίζει• να μοιραστούν τον πόνο τους.

 

Οδηγός Μουσικής