Αντιγόνη του Σοφοκλή από το Εθνικό Θέατρο
Πλατεία Θεάτρου, Πέμπτη, 08/09/2011
Την Πέμπτη που μας πέρασε παρακολούθησα ένα ενδιαφέρον θεατρικό πείραμα που πραγματοποιήθηκε στο κέντρο της πόλης, και πιο συγκεκριμένα σ’ ένα απ’ τα πιο επιβαρημένα κομμάτια της, στην πλατεία Θεάτρου. Το Εθνικό Θέατρο παρουσίασε εκεί, σε μια υπαίθρια εκδοχή, την Αντιγόνη του Σοφοκλή, σε συνεργασία με το υπουργείο Πολιτισμού και τον Δήμο Αθηναίων. Δεν ξέρω κατά πόσο έπαιξε ρόλο στο σκεπτικό των διοργανωτών (που σίγουρα έπαιξε) η ονομασία της πλατείας κι η απόπειρα επανακαθορισμού της, έστω, γι’ αυτό το σύντομο χρονικό διάστημα που διήρκεσε η θεατρική πράξη, έχω την αίσθηση όμως πως κάτι στην ατμόσφαιρα δεν ήταν αυτό που οι περισσότεροι περιμέναμε.
Παρακολουθούσα με προσοχή ό,τι συνέβαινε στην αυτοσχέδια σκηνή και τον τρόπο που οι 4 ηθοποιοί, η Ηρώ Μπέζου, ο Προκόπης Αγαθοκλής, ο Αλέξανδρος Μαυρόπουλος κι η Αμαλία Τσεκούρα, επιχειρούσαν να συντονίσουν και να συντονιστούν με την ενέργεια του χώρου, αλλά πρέπει να ομολογήσω πως αυτό που μου κέντριζε περισσότερο την προσοχή ήταν κυρίως ο αντίκτυπος που είχε σε όσους είχαν συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσουν αυτό που γινόταν. Ο κόσμος δεν ήταν ιδιαίτερα πολύς. Λιγοστοί κάτοικοι, μερικοί περαστικοί, σπουδαστές δραματικών σχολών, μερικοί δημοσιογράφοι, μετανάστες και άστεγοι συνέθεταν το patchwork του κοινού, που στην πλειονότητά του παρακολουθούσε με προσοχή την παράσταση. Η τετραμελής ομάδα των νεαρών ηθοποιών έπαιζε, άλλωστε, με όρεξη και δυναμισμό, κι ο ενθουσιασμός τους σε προέτρεπε να τους παρακολουθήσεις.
Παρ’ όλα αυτά, η γεύση που μου έμεινε στο τέλος ήταν κάπως πικρή. Υπάρχει κάτι κυτταρικά στραβό στον πυρή- να σύλληψης τέτοιων δράσεων, χωρίς να ευθύνεται άμεσα ο καλλιτέχνης που καλείται να δραστηριοποιηθεί στο πλαίσιο αυτό. Δεν ξέρω, δηλαδή, κατά πόσο, μεταχειριζόμενοι την τέχνη κάπως εξωραϊστικά για ν’ απαλύνουμε τις γαγγραινικές πληγές της πόλης αυτής, καταφέρνουμε όντως ν’ απομακρύνουμε τις επιπτώσεις της αποσύνθεσης με τον τρόπο που επιθυμούμε. Μάλλον δεν το καταφέρνουμε. Απ’ την άλλη, σκέφτομαι πως το να χάσκεις αμήχανα ως καλλιτέχνης, ως πολίτης, ως οτιδήποτε πάνω απ’ το πτώμα και το να μην κάνεις κάτι, είναι κι αυτό από μόνο του μια ψυχοφθόρα μορφή παραίτησης. Δεν έχω καταλήξει ακόμα. Αμφίθυμα, λοιπόν, εντελώς, εύχομαι αυτό που μένει μετά από τέτοιες δράσεις όπως αυτή της περασμένης Πέμπτης στην πλατεία Θεάτρου να έχει πρόσημο θετικό για το βασανισμένο σώμα της πόλης μας.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0