Bicycle Film Festival, ο Συμβολαιογράφος
Δεν είμαι φαν του ποδηλάτου. Για τις μετακινήσεις μου προτιμώ τα πόδια μου, το ταξί και το αμάξι φίλων. Ίσως να φταίει το γεγονός πως μου πέταξε το ποδήλατο στο σκουπίδια ο πατέρας μου όταν ήμουν 6 χρόνων επειδή ξεπερνούσα κατά πολύ τα όρια που μου έβαζαν και φοβόντουσαν που πήγαινα σε άλλες γειτονιές.
Bicycle Film Festival και Διασυλλογικός Αγώνας Cyclocross
Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» και Πανεπιστημιούπολη, Ζωγράφου
Σαββατοκύριακο 13-14/11
Δεν είμαι φαν του ποδηλάτου. Για τις μετακινήσεις μου προτιμώ τα πόδια μου, το ταξί και το αμάξι φίλων. Ίσως να φταίει το γεγονός πως μου πέταξε το ποδήλατο στο σκουπίδια ο πατέρας μου όταν ήμουν 6 χρόνων επειδή ξεπερνούσα κατά πολύ τα όρια που μου έβαζαν και φοβόντουσαν που πήγαινα σε άλλες γειτονιές. Παρ' όλα αυτά, στο Bicycle Film Festival και στον αγώνα Cyclocross που έγινε την Κυριακή πήγα, και θα ξαναπεράσω τον Γενάρη που θα γίνει και το 2ο session.
Το 1o Bicycle Film Festival πραγματοποιήθηκε στο Ίδρυμα «Μιχάλης Κακογιάννης» από την Πέμπτη μέχρι την Κυριακή. Το Σάββατο το βράδυ στο πάρτι που έγινε στον φοβερό χώρο του θεάτρου Δίπυλο μαζεύτηκε πολύς ωραίος κόσμος, ανάμεσά τους ο πρώην υποψήφιος δήμαρχος, Γιώργος Αμυράς, φανατικοί φίλοι του ποδηλάτου, άσχετοι όπως κι εγώ και φυσικά BMX-άδες. Μουσική έπαιζαν οι DJs Espeekay, o Yeah Boy, ενώ χαμός έγινε στον ξένο guest, τον ΜC Trooper, που «έφτυνε» ρίμες πάνω στους ήχους που έπαιζαν οι Boulevard Soundsystem. Όσον αφορά το κινηματογραφικό μέρος του φεστιβάλ, παίχτηκαν συνολικά 37 ταινίες μικρού και μεσαίου μήκους και την παράσταση έκλεψε η ελληνική ταινία Gutless BMX, όπου έγινε το «έλα να δεις». Προσωπικά, ήθελα να δω και το Where are you go με την DIY αισθητική, που περιγράφει τη διαδρομή ερασιτεχνών ποδηλατών από το Κάιρο μέχρι το Κέιπ Τάουν. Τα τεχνικά προβλήματα που προέκυψαν (1ο φεστιβάλ γαρ), όπως για παράδειγμα το γεγονός πως οι ταινίες αντί να έρθουν στην Αθήνα πήγαν στο Σιάτλ της Αμερικής και επιστρατεύτηκε άνθρωπος για να πάει στη Βιέννη, όπου είχε 35 λεπτά στη διάθεσή του προκειμένου να φέρει τις ταινίες από το εκεί BFF, ξεπεράστηκαν, η συμμετοχή του κοινού ήταν ικανοποιητική κι η ανακούφιση που άφησε στους ιθύνοντές του ακόμα μεγαλύτερη. Χαρακτηριστικό είναι πως ήρθε κόσμος απ' όλη την Ελλάδα για το φεστιβάλ, όπως η ομάδα Ποδηλάτρεις από τα Χανιά. Το ΒFF είχε ακόμα και την έκθεση «Spoked», που ήταν εξολοκλήρου αφιερωμένη στην ποδηλατική κουλτούρα, με πάνω από 15 καλλιτέχνες να έχουν δώσει έργα τους όπως φωτογραφίες, illustrations, ζωγραφιές και διάφορα άλλα.
Ο αγώνας Cyclocross, σε συνδιοργάνωση με τον ποδηλατικό σύλλογο Θησέας, πραγματοποιήθηκε την Κυριακή στην Πανεπιστημιούπολη του Ζωγράφου. Το Cyclocross, όπως μας εξήγησαν, πραγματοποιείται σε μια πίστα 2,5 χλμ. περίπου, διαρκεί 40 λεπτά και δεν πρέπει ο αντίπαλός σου να σου ξεφύγει έναν γύρο, γιατί τότε βγαίνεις από το παιχνίδι αυτόματα. Τα ποδήλατα του Cyclocross είναι διαφορετικά από αυτά που έχουμε συνηθίσει, μια και είναι κούρσας με γυριστά τιμόνια, χωρίς ανάρτηση, αγωνιστικά με διαφορετικά φρένα, για να μην κολλάνε σε λάσπες, με πιο χοντρά λάστιχα από τα ποδήλατα δρόμου. Με αυτά τα πρότυπα είχε φτιαχτεί ειδικά για τον αγώνα μια κλειστή πίστα με φυσικά εμπόδια (οι λιμνούλες, οι ανηφόρες κι οι κορμοί δέντρων έπαιζαν κι αυτά τον ρόλο τους στον αγώνα), κάνοντας πιο δύσκολη τη δουλειά των αναβατών, αφού σε πολλά σημεία έπρεπε να κατέβουν και να πάρουν το ποδήλατο στον ώμο για να συνεχίσουν. Υπήρχαν πολλές πτώσεις, άλλοι τράκαραν με δέντρα, τα λάστιχα έσκαγαν συνεχώς, κάνοντας τους ποδηλάτες να τρέχουν στο ειδικό pit stop (με το ποδήλατο στον ώμο) για ν' αλλάξουν τροχούς. Αναμφίβολα, ήταν μια πολύ ενδιαφέρουσα κούρσα που πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα μετά από 25 χρόνια. Μιλάμε για μια σπουδαία αναβίωση. Ο επόμενος αγώνας θα πραγματοποιηθεί τον Ιανουάριο αι αναμένεται να γίνει θεσμός. Συνολικά, πήραν μέρος και στις 2 κατηγορίες (ελίτ και όπεν, για επαγγελματίες και ερασιτέχνες αντίστοιχα) 25 άτομα και στο τέλος τερμάτισαν 5 συνολικά.
Θοδωρής Κανελλόπουλος
Ο Συμβολαιογράφος
Νέο Ελληνικό Θέατρο Γιώργου Αρμένη
Τρίτη 09/10/10
Κατεβαίνοντας στο υπόγειο-αίθουσα «Κάρολος Κουν» του Νέου Ελληνικού Θεάτρου του Γιώργου Αρμένη στα Εξάρχεια για να δω τον Συμβολαιογράφο, δεν ήξερα ότι θα ανακάλυπτα ένα υπέροχο κείμενο και μια σημαντική παράσταση. Έναν μονόλογο ερμηνευμένο από την πολλή γνωστή και ταλαντούχα Ηρώ Μανέ. Το έργο, βασισμένο στο ομότιτλο και πολυπρόσωπο διήγημα του Νίκου Βασιλειάδη (Άγημα τιμών, Αγάθος), διασκευασμένο ειδικά για το θέατρο από τους Εμμανουέλα Αλεξίου και Γιώργο Καραμίχο -ο οποίος ανέλαβε και τη σκηνοθεσία-, επικεντρώνει όλη τη δράση στην αφήγηση-ομολογία του «πάσχοντος προσώπου» της Ερασμίας. Πρόκειται για μια μεσόκοπη χήρα της επαρχίας του '50 ή των αρχών του '60 με μόρφωση δημοτικού, που αρέσκεται να χρησιμοποιεί «μαλλιαρή» καθαρεύουσα, πυροδοτώντας και απογειώνοντας το κωμικό στοιχείο, ενώ όταν ο λόγος γίνεται πιο λαϊκός, αυτομάτως αποκτάει αμεσότητα, κερδίζοντας τη συμπόνια μας. Λειτουργεί νοσταλγικά, θυμίζοντας μια εποχή που η Ελλάδα ζούσε σε αυλές και παράγκες, όταν οι άνθρωποι είχαν ακόμα φιλότιμο και κούτελο καθαρό, που δεν υπήρχαν μυστικά στη γειτονιά, όταν γυναίκες κι άντρες περίμεναν τα μπάνια για να απολαύσουν λίγη γυμνή σάρκα, το σεξ ήταν το μέγα ταμπού και μια γυναίκα μετά από έναν αρραβώνα ή μια χηρεία θεωρούνταν «μεταχειρισμένη». Σ' αυτό το κλίμα ζει η κυρα-Ερασμία, μες στην ανέχεια και τον αγώνα για επιβίωση, μεγαλώνοντας όπως όπως την κόρη της και βγάζοντας όλη τη μαραμένη της λίμπιντο, ελλείψει άντρα, στα κολοκυθάκια! Αποκτάει μια εμμονή με τα κολοκυθάκια, τα οποία μαγειρεύει σε κάθε πιθανή κι απίθανη εκδοχή - αυτό αποτελεί και το σημείο τριβής με τον κυρ-Αργύρη, τον επονομαζόμενο και «συμβολαιογράφο», τον γαμπρό που βάζει στο σπίτι της. Εκεί, μια σειρά από συγκυρίες, που διανθίζονται από τις μικροζήλειες και τους ανταγωνισμούς κόρης και μάνας, καταλήγουν σε ένα κωμικοτραγικό τέλος που διαλύει τα πάντα! Ήξερα ότι η Ηρώ Μανέ είναι μια εξαιρετική ηθοποιός - το έχει αποδείξει, άλλωστε, σε επιτυχημένες κωμωδίες δίπλα σε σπουδαίους συναδέλφους της. Αλλά ποιος το φανταζόταν ότι θα κρατούσε το κοινό και θα κυριαρχούσε στη σκηνή για μία ώρα και είκοσι λεπτά ολομόναχη, με ένα κατ' ουσίαν δραματικό νεοελληνικό έργο, με μια ερμηνεία όπου η μοναξιά, η συντριβή και η θνητότητα της λαϊκής γυναικούλας αποκτούν τραγική υπόσταση, προσπερνώντας την ηθογραφική διάθεση του κειμένου και την αθωότητα του χαρακτήρα της Ερασμίας. Το ότι έπρεπε να κατέβει τα σκαλιά ενός υπογείου για να ανυψωθεί σε τέτοιο βαθμό δεν ξέρω αν το γνώριζε ούτε η ίδια!
Χρήστος Παρίδης
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0