Στο Live των Sun Araw και του Jay Glass Dubs στο Ρομάντσο
Καλός ο «Ήλιος Ήλιος», αλλά δεν κατάφερε να φωτίσει την αθηναϊκή νύχτα
Όταν ανέβηκα τις ατελείωτες σκάλες για τον έκτο και τελευταίο όροφο του Ρομάντσο (δεν έχω ιδέα τι με οδήγησε σε αυτή την παράλογη απόφαση και δεν πήρα το ασανσέρ), ο κόσμος ήταν ακόμη λιγοστός. Μερικοί έπιναν τις πρώτες τους μπύρες, ζευγάρια κολλημένα στο τειχάκι αντάλλασσαν τρυφερά φιλιά και ένας τύπος καθόταν μόνος του οκλαδόν, σχεδιάζοντας στο μεγάλο του μπλοκ τον χώρο τριγύρω. Καμιά ώρα αργότερα, εμφανίστηκε πίσω από το laptop του ο Δημήτρης Παπαδάτος, ο οποίος θα άνοιγε την συναυλιακή βραδιά ως Jay Glass Dubs. Τα βαριά, αργόσυρτα μπάσα και τα σκοτεινά εφέ που έπλαθε με την κονσόλα του μέσα στους καπνούς, μπερδεύονταν σε στιγμές με τις punk κιθάρες που ακούγονταν από ένα live σε κάποιο, κοντινό κτίριο, δημιουργώντας μία γοητευτική, ηχητική αντίθεση. Tο set του είχε καλές στιγμές, ο κόσμος χόρευε αργά και χανόταν στους ηλεκτρονικούς, dub κόσμους του με κλειστά τα μάτια, αλλά η μεγάλη διάρκεια (κράτησε μία ώρα), πρέπει να κούρασε κι αρκετούς.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, έφτασε η ώρα για τους Sun Araw, που το όνομα τους σημαίνει ουσιαστικά «Ήλιος Ήλιος». Ο κόσμος πια ήταν αρκετός, συζητούσε δυνατά και σε διάφορες γλώσσες, ενώ στα απέναντι διαμερίσματα τα μόνα φώτα που φαίνονταν, προέρχονταν από παρατημένες, ανοιχτές οθόνες υπολογιστών και τηλεοράσεων, σε ένα πολύ περίεργο θέαμα. Το live τρίο κάθισε στις θέσεις του, αποτελούμενο από τον Cameron Stallones στα φωνητικά, την κιθάρα και την κονσόλα, τον Jon Leland στα εξωτικά κρουστά και τα synth pads, και τον Marc Riordan στα πλήκτρα και τα λοιπά μπλιμπλίκια. Από τις πρώτες κιόλας νότες, καταλάβαμε ότι θα παρακολουθήσουμε ένα πολύ αλλόκοτο live: η πολύχρωμη κονσόλα του front man έμοιαζε με τρισδιάστατη σκακιέρα και έβγαζε κάτι, τροπικούς ήχους, ο drummer έπαιζε στον δικό του ακατανόητο ρυθμό και ο πληκτράς ακολουθούσε στην ίδια παράδοξη λογική. Το τελικό αποτέλεσμα έμοιαζε παιδιάστικο και απλοϊκό, στην πραγματικότητα όμως αποτελούσε το άθροισμα από πολλά, μικρά, πολύπλοκα μέρη, ότι πρέπει δηλαδή για μουσικά nerds.
Η υποτονικότητα του live έσπαγε κυρίως όταν ο Stallones έπαιρνε την κιθάρα στα χέρια του και χανόταν στα σύντομα, αλλά συναρπαστικά του, σόλο. Σε ένα από αυτά ένας τύπος με ξανθές ανταύγειες χώθηκε μπροστά στο κοινό και άρχισε να κάνει live αναμετάδοση στο Instagram, με φόντο την πρόταση «sleep cute, wake up cute», ενώ ένα ζευγάρι τράβαγε τα βλέμματα αδιάκριτων, καθώς φασωνόταν παθιασμένα στην άκρη της ταράτσας. Κάπου εκεί ο Stallones μας ενημέρωσε πως θα ακολουθήσει το τελευταίο κομμάτι του live τους, το οποίο έχει να κάνει με την Ελλάδα, όπως και πολλά άλλα τραγούδια του σχήματος. Έγινε ένα λαθάκι εκεί βέβαια με τις επιτόπιες, ηχογραφημένες λούπες της φωνής του, αλλά το διακωμώδησε, ζητώντας μας "to hold up to our butts", γιατί θα το διόρθωνε σύντομα. Έτσι και έγινε, κλείνοντας ανάλαφρα την συναυλία, ευχαριστώντας μας και ζητώντας να τσεκάρουμε τα μπλουζάκια που έχει φέρει μαζί του σε αυτή την περιοδεία, γιατί οι δίσκοι ξεπουλήθηκαν.
Ήταν μία από αυτές τις συναυλίες που μάλλον άφησε τους περισσότερους με απορίες σχετικά με το τι παρακολούθησαν, αν τελικά τους άρεσε ή όχι. Προσωπικά, μπόρεσα να εκτιμήσω τις τεχνικές λεπτομέρειες που συνέθεταν αυτό που έβλεπα μπροστά μου, αλλά έλειπε το συναισθηματικό βάθος που θα προσέδιδε διαφορετική αξία στην εμπειρία. Και μπορεί αυτό να μην είναι πάντα το ζητούμενο, αλλά η τρανταχτή απουσία του ξενίζει ακόμη και τους πιο εγκεφαλικούς ακροατές. Πόσο μάλλον αυτούς που επιθυμούν να φύγουν από ένα live με κάτι παραπάνω από μερικά άρτια παιξίματα κρουστών και κάποια εντυπωσιακά, ηλεκτρονικά εφέ. Όταν το περιτύλιγμα είναι φανταχτερό, αλλά το περιεχόμενο κάπως κενό, τότε δυστυχώς θα επηρεαστεί και η αίσθηση που θα σου μείνει μετά το τέλος ενός απλώς συμπαθητικού live. Στην καλύτερη των περιπτώσεων, θα το θυμάσαι το πολύ μέχρι και το επόμενο.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0