Αν και ήταν μάλλον τυχαίο, ήταν ευτύχημα το ότι η πρόσκληση του διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου Στάθη Λιβαθινού σε γνωστό εστιατόριο-στέκι ηθοποιών στα Εξάρχεια αντί στην αίθουσα εκδηλώσεων του Κτιρίου Τσίλερ, όπου συνήθως λαμβάνει χώρα η καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου, για να μας μιλήσει για τη χειμερινή σεζόν που σιγά-σιγά ολοκληρώνεται και για τα καλοκαιρινά και μελλοντικά σχέδια της πρώτης θεατρικής σκηνής της χώρας, συνέπεσε με την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου. Έχοντας στα αριστερά του τον αναπληρωτή διευθυντή Θοδωρή Αμπαζή, ο οποίος συχνά έπαιρνε τον λόγο για να επεξηγήσει και να φωτίσει πλευρές των θεμάτων που θίχτηκαν, ο Λιβαθινός δήλωσε ότι προτιμάει την άμεση επικοινωνία γύρω από ένα τραπέζι (που έμοιαζε λίγο και με τραπέζωμα γάμου, εξού και τα ανάλογα αστεία) από τις «πομπώδεις» συνεντεύξεις Τύπου και τα μικρόφωνα.
Δήλωσε ικανοποιημένος σε γενικές γραμμές από τις παραστάσεις, οι οποίες «πήγαν από καλά έως πολύ καλά», αλλά με εισπράξεις κατώτερες αυτού που θα μπορούσαν να είναι, καθώς η τιμολογιακή πολιτική του Εθνικού με τα χαμηλά εισιτήρια δεν θα μπορούσε να φέρει αποτελέσματα ανάλογα με αυτά του παρελθόντος. Ως γνωστόν, το Εθνικό έχει καθιερώσει ειδικές τιμές στα εισιτήρια: στα 5ευρώ την πρώτη Τετάρτη μετά την πρεμιέρα και 13 ευρώ Πέμπτη και Τετάρτη, ενώ η μέση τιμή τους είναι στα 15 ευρώ. Αυτές οι τιμές δεν είναι δυνατόν να αποφέρουν μεγάλα έσοδα, όσο και να γεμίσει την πλατεία. Αν προσθέσουμε και τις δράσεις, για τις οποίες ο διευθυντής του Εθνικού έδειξε ιδιαίτερα υπερήφανος, όπως το «Θέατρο στο Μουσείο», η συνεργασία του Εθνικού με το Μουσείο Μπενάκη, το εργαστήριο στη φυλακή και το Συνέβη στην Ελλάδα που επιμελείται ο Νίκος Χατζόπουλος, οι οποίες μπορεί να μην έχουν σοβαρό κόστος αλλά αποφέρουν ελάχιστα, δεν υπάρχουν περιθώρια για θεαματικά νούμερα.
Παρ' όλα αυτά, δήλωσε ξεκάθαρα ότι «δεν παραλάβαμε καμένη γη», μη θέλοντας να υπονοήσει κάτι αρνητικό για κανέναν προκάτοχό του, προσθέτοντας παράλληλα ότι καθένας έκανε ό,τι καλύτερο μπορούσε, και σημείωσε πως με αιματηρές οικονομίες και αρκετές περικοπές το Εθνικό έχει καταλήξει φέτος να διαθέτει πλεόνασμα 150-200.000 ευρώ. Ο κ. Λιβαθινός υπογράμμισε ότι ένας επιχορηγούμενος οργανισμός όπως το Εθνικό Θέατρο δεν πρέπει να κάνει εκπτώσεις στον πνευματικό και καλλιτεχνικό του στόχο, κι ας βιώνουμε μια δύσκολη συγκυρία γενικά – «τη χειρότερη από τον πόλεμο», όπως χαρακτηριστικά είπε. Η ετήσια επιχορήγηση έχει μειωθεί στο μισό, στα 6 εκατ. ευρώ τον χρόνο, και ουσιαστικά πηγαίνει σε μισθούς, ενώ μόλις το 5-10% στις παραγωγές, δηλαδή στο καλλιτεχνικό μέρος. Σύμφωνα με τον ίδιο, το Εθνικό οφείλει να κρατηθεί στο ύψος των περιστάσεων και να μην προδώσει τον χαρακτήρα του.
Όσον αφορά την Επίδαυρο, έδωσε έμφαση στην ανάγκη του Εθνικού να κάνει «προτάσεις» και όχι απλώς να κατεβαίνει στο αρχαίο θέατρο μόνο γιατί πρέπει. «Κάθε παράσταση οφείλει να προτείνει ένα καλλιτεχνικό στοίχημα που θα ξυπνήσει στον κόσμο μια καλλιτεχνική σκέψη, αλλιώς ποιος ο λόγος να πάμε στην Επίδαυρο;» είπε χαρακτηριστικά
Ακολούθησε μια μακρά συζήτηση περί των σχέσεων του θεάτρου με το ΣΕΗ και τις υποχωρήσεις που έγιναν εκατέρωθεν ώστε να αντιμετωπιστούν ρεαλιστικά οι απαιτήσεις της μίας πλευράς και οι ανάγκες του καλλιτεχνικού δυναμικού της άλλης. Μάλιστα, ο κ. Λιβαθινός συμπλήρωσε χαρακτηριστικά: «Δεν είμαστε εργοδότες, είμαστε από την ίδια μεριά». Οι συμβάσεις των ηθοποιών, οι οποίοι στο σύνολό τους φτάνουν τους εκατό μέσα σε μία χρονιά, θα συνεχίσουν να αφορούν 5μηνα, 6μηνα και 8μηνα συμβόλαια, ώστε να εξυπηρετείται ικανοποιητικά το πρόγραμμα του θεάτρου.
Παρόλα τα αισιόδοξα αυτά νέα, το «κυνήγι των χορηγών συνεχίζεται αμείωτο». Παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση της ανακαίνισης του Ρεξ με τη συνδρομή του Ιδρύματος Ωνάση, ένα εγχείρημα που μπορεί να πάρει περισσότερο χρόνο απ' όσο υπολόγιζαν, με αποτέλεσμα η σκηνή πιθανόν να παραμείνει κλειστή για εργασίες και την επόμενη σεζόν. Όταν επιτέλους παραδοθεί, θα αφιερωθεί εξ ολοκλήρου στους νεαρούς θεατές, δημιουργώντας ένα ολόκληρο σύμπαν για τα παιδιά και τις οικογένειές τους. Με συμβόλαιο που θα έχει διάρκεια δέκα χρόνια, θα στεγάσει την παιδική και εφηβική σκηνή υπό τη διεύθυνση της Σοφίας Βγενοπούλου.
Η δραματική σχολή, που πρέπει να αναβαθμιστεί τα επόμενα χρόνια και να συντονιστεί με τη νέα εποχή, σταδιακά θα μεταφερθεί στο Σχολείον της Ειρήνης Παππά, χώρος που επίσης ανακατασκευάζεται με χορηγία του Ιδρύματος Λάτση.
Σύντομα προχωρήσαμε στα καλλιτεχνικά. Εκεί ο κ. Λιβαθινός δεν θέλησε να ανοίξει όλα του τα χαρτιά, καθώς επίκειται η συνέντευξη Τύπου του Φεστιβάλ Αθηνών την επόμενη εβδομάδα, έτσι παραχώρησε στον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο, ο οποίος και θεσμικά το δικαιούται, το δικαίωμα της ανακοίνωσης των καλλιτεχνικών σχεδίων που εμπλέκουν το Εθνικό. Πάντως, αφέθηκε να εννοηθεί ότι κάποιες από τις παραγωγές του Φεστιβάλ, όπως της Μικρής Επιδαύρου, θα επαναληφθούν τον Σεπτέμβρη στο κτίριο της Αγίου Κωνσταντίνου.
Όσον αφορά την Επίδαυρο, έδωσε έμφαση στην ανάγκη του Εθνικού να κάνει «προτάσεις» και όχι απλώς να κατεβαίνει στο αρχαίο θέατρο μόνο γιατί πρέπει. «Κάθε παράσταση οφείλει να προτείνει ένα καλλιτεχνικό στοίχημα που θα ξυπνήσει στον κόσμο μια καλλιτεχνική σκέψη, αλλιώς ποιος ο λόγος να πάμε στην Επίδαυρο;», είπε χαρακτηριστικά και καθώς μία από τις δύο φετινές παραστάσεις αφορά τον Αριστοφάνη, συμπλήρωσε: «Το να ανεβάζεις Αριστοφάνη είναι ένα θέμα τόσο πολύπλοκο πια, που αν δεν υπάρχει μια καλή ιδέα, καλό είναι να μην κάνεις την παράσταση». Έτσι, μετά την πετυχημένη πρόταση του Μιχαήλ Μαρμαρινού με τη «Λυσιστράτη» πέρσι, φέτος το Εθνικό ανέθεσε στον συνθέτη Νίκο Κυπουργό και στον συγγραφέα Δημοσθένη Παπαμάρκο (λιμπρέτο) τη δημιουργία μιας μουσικής παράστασης, ενός είδους σύγχρονης όπερας, πάνω στην «Ειρήνη» του Αριστοφάνη. Η μουσική θα εκτελεστεί από την Καμεράτα υπό τη διεύθυνση του Γιώργου Πέτρου, ενώ θα πρωταγωνιστήσει ο Τζίμης Πανούσης, η πλέον αριστοφανική περσόνα της εποχής μας κατά τον Λιβαθινό. Τη σκηνοθεσία θα υπογράψει ο Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης. Παράλληλα, η Κατερίνα Ευαγγελάτου αναλαμβάνει τη δεύτερη καλοκαιρινή παραγωγή του Εθνικού, σκηνοθετώντας την «Άλκηστη» του Ευριπίδη.
Υπό την πίεση αρκετών, ο Λιβαθινός αποκάλυψε μερικές πρώτες πληροφορίες όσον αφορά τα έργα που θα παιχτούν την επόμενη χειμερινή σεζόν στην Κεντρική Σκηνή. Μίλησε με περηφάνια για τη συνεργασία με τον Γιώργο Κιμούλη, ο οποίος καλείται για πρώτη φορά να πρωταγωνιστήσει στο Εθνικό, συγκεκριμένα στο «Ψηλά από τη γέφυρα» του Άρθουρ Μίλερ, σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη. Επίσης, ο Δημήτρης Λιγνάδης θα σκηνοθετήσει τον «Πέερ Γκιντ» του Ίψεν, ενώ ο ίδιος, μαζί με την ομάδα του, η οποία φέτος περιορίστηκε στο να ερμηνεύσει στην Παιδική Σκηνή τον «Ευτυχισμένο Πρίγκιπα», θα ανεβάσει το «Τίμων ο Αθηναίος» του Σαίξπηρ. Δεν είναι βέβαιο αν η παράσταση αυτή θα παρουσιαστεί στην Κεντρική Σκηνή. Το σίγουρο είναι ότι εκεί θα επαναληφθεί ένα από τα έργα της τρέχουσας χρονιάς, αν και δεν έχει αποφασιστεί ακόμα ποιο. Άλλωστε, ακόμα περιμένουμε νέες πρεμιέρες, την «Τάξη Μας» (σκην. Τάκη Τζαμαργιά) και την «Οπερέτα» (σκην. Νίκου Καραθάνου).
Εκεί που ήταν τελείως απρόθυμος να μας δώσει πληροφορίες ήταν για τη δραστηριότητα της Νέας Σκηνής, όπου η χειμερινή σεζόν θα ξεκινήσει με την επανάληψη του «Στέλλα κοιμήσου» του Γιάννη Οικονομίδη. Ο κ. Λιβαθινός αναφέρθηκε εκτενώς και στο στούντιο νέων συγγραφέων το οποίο φέτος πάγωσε τη δραστηριότητά του ώστε να ανέβουν τα πρώτα τέσσερα έργα, εκ των οποίων ένα, ίσως και δύο θα συνεχιστούν στη Νέα Σκηνή του χρόνου. Το στούντιο θα συνεχίσει τη λειτουργία του του χρόνου, υπό τη διεύθυνση της Σύλβιας Λιούλιου.
Η «Λέσχη», το πρώτο μέρος της τριλογίας «Ακυβέρνητες Πολιτείες» που μόλις έκανε πρεμιέρα στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης, στην πρώτη σύμπραξη των δύο θεάτρων, θα ακολουθηθεί από τα άλλα δύο. Ένα από αυτά θα παρουσιαστεί επίσης στο Υπόγειο, αλλά το τρίτο σε μία από τις σκηνές του Εθνικού.
Ο κ. Λιβαθινός ομολόγησε ότι ιδανικά θα ήθελε έναν σταθερό πυρήνα ηθοποιών, μια και πιστεύει στο θέατρο συνόλου («με διπλή έννοια το σύνολο, σε μια εποχή που το χρειάζεται όσο ποτέ, αλλά δυστυχώς δεν μπορεί να το κατορθώσει»), αλλά παραδέχτηκε ότι κάτι τέτοιο σε περίοδο κρίσης και ανεργίας δεν μπορεί να θεωρηθεί εφικτό. Τέλος, αναφέρθηκε στις διεθνείς συνεργασίες στις οποίες ως διευθυντής στοχεύει − μάλιστα έχει συμφωνήσει ήδη για το 2018-2019, αλλά είναι νωρίς να κάνει ανακοινώσεις. Πάντως, η σύμπραξη με το θέατρο Βαχτάνγκοφ αποδείχτηκε ιδιαίτερα πετυχημένη και ο «Οιδίποδας» κάνει μεγάλη διεθνή περιοδεία. Οπότε, έστω και με αυτό τον τρόπο το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας έχει παρουσία στη διεθνή καλλιτεχνική σκηνή.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0