Στο σπίτι, κοιτάζοντας έξω από το παράθυρο
Νομίζω ότι από τα Χριστούγεννα και μετά ο χρόνος περνάει βασανιστικά αργά, λες κι έχει κολλήσει σε κάποια λούπα, σαν να είμαι χάμστερ στον τροχό. Οι φίλες μου έχουν χαθεί: η μια παντρεύεται, η άλλη λείπει σε μίνι μετεκπαίδευση, ενώ η Τρίτη έχει γνωρίσει τον υπερατλαντικό έρωτα στο πρόσωπο ενός Αμερικανού μπασκετμπολίστα που τρέφεται με μήλα και μπριζόλες και της στέλνει μηνύματα που λένε «Hey sweet pea, thinking of you doing all this amazing stuff and going crazy. Υou are like soοοοο hot». Όταν βγαίνουμε, εξαφανίζεται από τις 10 για να γυρίσει πίσω στον καλύτερό της φίλο, το skype, ενώ την τελευταία φορά που την πήρα τηλέφωνο μου μιλούσε με τις ώρες για τα βιολογικά κασέρια και την υγιεινή διατροφή. «Πηγαίνω στην Ευριπίδου και ψωνίζω βότανα και μαρμελάδες χύμα». «Ποια είσαι;», ήθελα να της φωνάξω.
Σάββατο βράδυ, Ιντεάλ, στην προβολή της ταινίας Blue Valentine
Όταν πηγαίνεις σινεμά με άντρες, συχνά- πυκνά υπάρχουν και αστάθμητοι παράγοντες (στο παρελθόν έχουν προσπαθήσει να με πείσουν να δω ταινίες με ρακούν που μιλάνε επειδή στο συγκεκριμένο σινεμά σερβίρουν καλά νάτσος). Ευτυχώς που το Ιντεάλ είναι από τις αγαπημένες μου αίθουσες: εδώ κάποτε είχα δει τον Γατόπαρδο με τον Νίκο που ήθελε να κάνει παρατήρηση σε μια παρέα παιδιών που έκαναν φασαρία («Με τον Βισκόντι είμαι αμείλικτος»). Βλέπουμε το Blue Valentine πέντε άτομα. Τα τρία αγόρια τρώνε ακατάπαυστα καραμέλες και ποπ-κορν. Όταν βγαίνουμε από την αίθουσα, κατηφορίζουμε την Πανεπιστήμιου και στρίβουμε χαμηλά στη Θεμιστοκλέους. Εγώ μιλάω ασταμάτητα και χαζεύω αθλητικά παπούτσια στις βιτρίνες. Οι άλλοι έχουν μουγκαθεί. «Πω πω, Θεός ήταν ο Γκόσλινγκ», λέει ο Ν. με βουρκωμένα μάτια. Δέκα λεπτά αργότερα, στο Ginger Ale ξανοίγονται και μου λένε ότι οι γυναίκες έχουμε γίνει όλες πόρνες, ότι πρώτα ήρθε το 500 days of Summer που έδειξε τι βρόμες είμαστε στ' αλήθεια και τώρα αυτό. «Μια τύπισσα που δεν ξερει τι θέλει. Και δεν την ένοιαξε και το παιδί της», μονολογεί ο Γ. Έχουν όλοι ταυτιστεί με τον χαρακτήρα του Ράιαν Γκόσλινγκ που είναι ακέραιος, ρομαντικός και παίζει γιουκαλίλι. «Σε έφαγε ο πόνος για το παιδί τους;» τον ρωτάω σαν την κυρα δασκάλα. «Γιατί το λες αυτό;», απαντάει ο Βαγγέλης ξαφνιασμένος, ενώ πίνει μπράντι σε μια λαχανί πολυθρόνα σαν τον Ζάχο Δόγγανο. «Εγώ πολύ θα ήθελα ένα παιδί κάποια στιγμή. Θέλω να το ζήσω αυτό». Έλεος με τους άντρες και τον θεωρητικό, αφηρημένο ρομαντισμό τους, σκέφτομαι. Θέλουν στ' αλήθεια να με κάνουν να πιστέψω πως ξαφνικά έγιναν ένα υβρίδιο Αγκαλίτσα και Tom Waits; «Εσύ τα λες αυτά; Είσαι έτοιμος για οικογένεια δηλαδή; Εσύ την πρώην σου την κεράτωνες!». «Και τι σχέση έχει αυτό; Αυτό είναι το επιχείρημά σου;», μου λέει. Κάποια στιγμή στην ταινία ο Ράιαν Γκόσλινγκ λέει: «Νομίζω ότι οι άντρες είναι πιο ρομαντικοί από τις γυναίκες. Όταν παντρευόμαστε, το κάνουμε γιατί αντιστεκόμαστε στον γάμο όσο μπορούμε μέχρι να γνωρίσουμε αυτό το ένα κορίτσι και λέμε "Θα ήμουν ηλίθιος αν δεν το παντρευόμουν, γιατί είναι καταπληκτικό". Αλλά φαίνεται πως τα κορίτσια φτάνουν σε ένα σημείο που απλώς διαλέγουν την καλύτερη επιλογή... " Έλα, μωρέ, έχει καλή δουλειά". Εννοώ, περνούν όλη τους τη ζωή ψάχνοντας για τον πρίγκιπα των ονείρων τους και μετά παντρεύονται τον τύπο που έχει καλή δουλειά και θα μείνει δίπλα τους». Πιθανόν να συμφωνώ, αν και νομίζω ότι έχει δίκιο ο Φοίβος Δεληβοριάς που λέει: «Λένε πως οι γυναίκες προδίδουν τους άνδρες / για λίγην ασφάλεια έτσι λένε οι Κασσάνδρες / μακάρι να ήτανε τόσο απλό».
σχόλια