Νομοσχέδιο που επεκτείνει τον έλεγχο των αρχών στα social media ψήφισε το κοινοβούλιο της Τουρκίας, προκαλώντας ανησυχία στους υπέρμαχους της ελευθερίας της έκφρασης.
Βάσει το νομοσχεδίου οι βασικοί ιστότοποι κοινωνικής δικτύωσης, όπως το Twitter και το Facebook, θα πρέπει να έχουν εκπρόσωπο στην Τουρκία και να υπακούν στις αποφάσεις τουρκικών δικαστηρίων για την απομάκρυνση περιεχομένου υπό την απειλή αυστηρών κυρώσεων.
Σύμφωνα με το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP), στόχος του νομοσχεδίου είναι να σταματήσουν οι προσβολές μέσω διαδικτύου.
Στις αρχές Ιουλίου ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν είχε ζητήσει να «μπουν σε τάξη» οι ιστότοποι κοινωνικής δικτύωση, αφού η κόρη του και ο γαμπρός του έγιναν στόχος προσβλητικών σχολίων στο Twitter.
Όμως το νομοσχέδιο προκαλεί την ανησυχία πολλών χρηστών του διαδικτύου, ενώ μη κυβερνητικές οργανώσεις κατηγορούν τον Ερντογάν ότι προσπαθεί να φιμώσει τους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης, έναν από τους λίγους χώρους όπου εξακολουθούν να ακούγονται επικριτικές φωνές στην Τουρκία.
«Τα κοινωνικά δίκτυα είναι ένα σημαντικό κεφάλαιο για πολλούς ανθρώπους που τα χρησιμοποιούν για να ενημερώνονται. Αυτό το νομοσχέδιο προμηνύει μια ζοφερή περίοδο λογοκρισίας στο διαδίκτυο», εκτίμησε το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRW).
Οι τουρκικές αρχές ήδη παρακολουθούν στενά το Twitter και το Facebook, ενώ πολλές δίκες για «προσβολή του αρχηγού του κράτους» και διασπορά «τρομοκρατικής προπαγάνδας» βασίζονται αποκλειστικά σε μία ή μερικές αναρτήσεις στο Twitter.
Οι ΜΚΟ ανησυχούν ότι η περαιτέρω υπονόμευση της ελευθερίας του λόγου στην Τουρκία και ο αυξημένος έλεγχος στα social media ενδέχεται να περιόρισε ακόμη περισσότερο την πρόσβαση των Τούρκων σε ανεξάρτητη πληροφόρηση ή σε επικριτικές φωνές εναντίον της κυβέρνησης, σε μια χώρα όπου ήδη κυριαρχεί ο φιλοκυβερνητικός Τύπος.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη έκθεση για τη διαφάνεια του Twitter, η Τουρκία βρισκόταν το πρώτο εξάμηνο του 2019 στην πρώτη θέση των χωρών που είχαν ζητήσει από τον ιστότοπο να αποσύρει περιεχόμενο, με περισσότερα από 6.000 αιτήματα.
Με πληροφορίες του Reuters/ΑΠΕ/AFP
σχόλια