Παρατηρώ πως πολλοί συμπολίτες μας πιστεύουν ότι με το τέλος της δίκης, τη γενικευμένη κατακραυγή και με την αποτυχία της Χρυσής Αυγής να μπει στο Κοινοβούλιο στις εκλογές του 2019 έχουμε ξεπεράσει τον κίνδυνο. Ότι το νεοναζιστικό μόρφωμα ήταν κάτι που ήρθε και πέρασε, ότι, σαν να λέμε, τελειώσαμε με τον φασισμό. Στην αφελή αυτή προσέγγιση υπενθυμίζω ότι οι ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής δεν εξαφανίστηκαν ως διά μαγείας. Απορροφήθηκαν από άλλους πολιτικούς σχηματισμούς. Και συνεχίζουν να χύνουν καθημερινά το δηλητήριό τους στην κοινωνία. Γιατί ο φασισμός δεν είναι μόνο μια ιδεολογία. Είναι τρόπος ζωής και καθημερινής συμπεριφοράς.
Η δολοφονία του Ζακ μέρα μεσημέρι στην καρδιά της Αθήνας, οι επιθέσεις σε πρόσφυγες που συνεχίζονται αμείωτες, οι κραυγές ακραίων στα social media, «να τους σκοτώσουμε, να τους πνίξουμε» κ.λπ., είναι δυστυχώς σημάδια μιας άρρωστης και πολωμένης κοινωνίας που εκφασίζεται αργά και σταθερά κάθε μέρα που περνάει.
Δυστυχώς, άνθρωποι με δημόσιο λόγο και κυβερνητικοί αξιωματούχοι αρέσκονται συχνά να χαϊδεύουν τα αυτιά των πιο ακραίων της κοινωνίας, ψαρεύοντας ψήφους στα θολά νερά της ακροδεξιάς, η οποία γίνεται ολοένα και ισχυρότερη σε όλη την Ευρώπη. Για το τελευταίο η Ε.Ε. έχει το δικό της μερίδιο ευθύνης. Σε καθεμία από τις τρεις διαδοχικές κρίσεις που γνώρισε τα τελευταία δέκα χρόνια (την κρίση του ευρώ, το προσφυγικό και τώρα την κρίση της πανδημίας) κάνει συνεχώς το ίδιο πράγμα: πολύ λίγα, πολύ αργά, σπρώχνοντας τα προβλήματα κάτω από το χαλί, βρίσκοντας λύσεις ατελείς, οι οποίες ενέχουν τη σπορά των επόμενων κρίσεων, τις οποίες η Ε.Ε. θα κληθεί να αντιμετωπίσει και πάλι, θα κάνει πως τις αντιμετωπίζει, θα πανηγυρίσει για λίγο μέχρι να ’ρθει η επόμενη κρίση και πάει λέγοντας. Αυτό δίνει χώρο για την ανάπτυξη εθνικιστικών πολιτικών –για την εξάλειψη των οποίων υποτίθεται πως συστάθηκε η Ε.Ε.– και, φυσικά, ρίχνει νερό στον μύλο της ακροδεξιάς.
Δεν τελειώσαμε λοιπόν. Οι συνθήκες που έκαναν εκείνο το κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που είναι δηλωμένα φασιστικό να βγει από το λαγούμι του (στη χώρα όπου κανείς συνεργάτης των ναζί κατακτητών δεν τιμωρήθηκε ποτέ) παραμένουν ζωντανές.
Το τέλος της δίκης είναι απλώς το τέλος μιας μάχης. Το αν αυτή η μάχη τελικά κερδήθηκε θα φανεί από την απόφαση του δικαστηρίου. Αλλά σε κάθε περίπτωση, έχουμε έναν πόλεμο μπροστά μας. Καθημερινό.
H αυριανή απόφαση καλό θα είναι να ξυπνήσει και το πολιτικό μας προσωπικό.
Η Χρυσή Αυγή από την ημέρα που εκλέχθηκε στη Βουλή «ξεσάλωσε». Οι υμνητές της βίας ποτέ δεν σεβάστηκαν τη δημοκρατία μας. Και το ΚΚΕ δεν πιστεύει στη δημοκρατία, αλλά έχει προσαρμοστεί στους αστικούς κανόνες της δημοκρατικής λειτουργίας.
Η Χρυσή Αυγή με τη συμπεριφορά της πάντοτε επιδείκνυε ασέβεια, αναίδεια και προσβολή προς τους πολίτες. Πρόκειται για ένα αντιπατριωτικό και ανθελληνικό μόρφωμα, το οποίο εκφράζει τα χειρότερα ένστικτα της κοινωνίας μας.
Εν αναμονή της απόφασης, πρέπει απολύτως ξεκάθαρα να θυμίσουμε ότι η ιστορία της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα έγινε με πρόθεση. Ένα ακατανόητο έγκλημα, το οποίο συντελέστηκε, προφανώς, προετοιμασμένα. Άρα η ποινή τους πρέπει να είναι η αντίστοιχη.
Την ίδια στιγμή θεωρώ, όπως έχει επισημάνει η Μάγδα Φύσσα, ότι είναι συνένοχοι όσοι κατά καιρούς τούς έχουν υποστηρίξει. Ειδικά όλοι όσοι τούς ψήφισαν έχουν ευθύνη για τα εγκλήματα που διέπραξαν. Θυμηθείτε άλλωστε ότι τις περισσότερες φορές η αίθουσα του δικαστηρίου ήταν άδεια και οι περισσότεροι αδιαφόρησαν.
Βέβαια, ακόμη και σήμερα, που η Χρυσή Αυγή βρίσκεται εκτός Βουλής, περίπου 500.000 ψηφοφόροι εξακολουθούν και επιλέγουν το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου, ευρέως γνωστού από την πώληση των γραμμάτων του Ιησού και τις κηραλοιφές, κάτι που αποτυπώνει το διανοητικό επίπεδο πολλών στην ελληνική κοινωνία.
Συνεπώς, το μόνο αντίδοτο σε όλα αυτά τα τραγελαφικά που συμβαίνουν είναι να δώσουμε τη βαρύτητα που χρειάζεται στην εκπαίδευσή μας. Αναρωτηθήκατε γιατί ποτέ δεν διδάχτηκαν τα παιδιά μας μαθήματα που εναντιώνονταν στη βία; Η παιδεία είναι ο μοναδικός τρόπος για να μη δούμε ξανά στο ελληνικό Κοινοβούλιο ακροδεξιά μορφώματα, όπως η Χρυσή Αυγή.
Επίσης, η αυριανή απόφαση καλό θα είναι να ξυπνήσει και το πολιτικό μας προσωπικό, διότι η παρουσία της Χρυσής Αυγής οφείλεται εν μέρει και στα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα. Και έχει έρθει η στιγμή να αναπτυχθεί η κουλτούρα της συναίνεσης.
Αν, λοιπόν, αύριο πέσει στα μαλακά αυτή η «ληστοσυμμορία», θα είναι οδυνηρό για την κοινωνία μας. Ο Ρουπακιάς δεν ενήργησε μόνος του. Ακολούθησε την εντολή που του έδωσαν. Όλοι είναι συνένοχοι.
Είναι απολύτως ξεκάθαρο ότι η αυριανή δικαστική απόφαση θα καθορίσει το κατά πόσο έχει έρθει η στιγμή να ηττηθούν το μίσος, ο ρατσισμός και οι νεοναζιστές στους κόλπους της ελληνικής κοινωνίας.
Όλα είναι δυνατά
Πέρα από τα σημαντικά και τα αυτονόητα περί νίκης της δημοκρατίας και οριστικής καταδίκης του ναζιστικού μορφώματος, η δίκη αυτή σημαίνει για μένα και κάτι ακόμα: σε αυτούς τους παρατεταμένα δυσοίωνους καιρούς σηματοδοτεί την ιερή στιγμή μιας μεγάλης ανατροπής: μια μάνα, που ενσαρκώνει το πείσμα, το σθένος, το ανυποχώρητο Καλό, δικαιώνεται για το αδικοχαμένο παιδί της. Η δικαίωση αυτή είναι η απόδειξη ότι οι ενορμήσεις του θανάτου παύουν να έχουν το πάνω χέρι. Είναι η απόδειξη ότι ακόμη και σήμερα –ναι, ακόμη και σήμερα– ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΑ! Μια ετερόκλητη κοινότητα συνανθρώπων μας, υπερβαίνοντας διχασμούς και διαχωριστικά, εναγκαλίζεται τις ενορμήσεις ζωής.
Τι περιμένω την Τετάρτη;
Να φύγει το «αλλά» απ’ όλες τις φράσεις που ξεκινάνε με το «δεν είμαι ρατσιστής», «δεν είμαι μισογύνης», «δεν έχω τίποτα με τους ομοφυλόφιλους», «και οι ανάπηροι έχουν δικαιώματα».
Ένα «αλλά», μια λέξη-θεμέλιο του διαλόγου, της αμφιβολίας, της δημοκρατίας εντέλει, κατάντησε το τελευταίο προπύργιο των θιασωτών ενός κόσμου κακοποίησης, μισαλλοδοξίας, γυμνού και απροκάλυπτου εγκλήματος. Απ’ αυτό το διεστραμμένο «αλλά» που προσπαθεί να ενοχοποιήσει τον ακτιβισμό, τον δικαιωματισμό, τη φυσική διάθεση για συμμετοχή στην κοινωνία, τη διατύπωση της ελεύθερης γνώμης μπορεί να μας απαλλάξει μόνο η Δικαιοσύνη. Θεσμικά και διά παντός.
Ο φασισμός ανήγαγε μόνος του τον εαυτό του σε σύμβολο εναντίον του Ανθρώπου με πολύ συγκεκριμένες πολιτικές επιλογές του τις δεκαετίες του ’30 και του ’40. Ο προπολεμικός και ο μεταπολεμικός δημοκρατικός κόσμος, με πολύ μεγάλο αγώνα, με πορείες, εξορίες, κείμενα και ξοδεμένο αίμα τον απομόνωσε στα έργα του και στον κυρίαρχο τρόπο ζωής του.
Δεν πρέπει να ξαναγυρίσει, με κανένα ένδυμα. Και δεν αρκεί να το ζητάνε –ενίοτε χάνοντας τη ζωή και τα νιάτα τους‒ μόνο τα ευαίσθητα παιδιά. Πρέπει να το επιβάλλει ο θεσμός. Αυτή την ιερή κουβέντα του περιμένω την Τετάρτη. Και θα είμαι εκεί, έξω απ’ τον Άρειο Πάγο, παρέα με χιλιάδες άλλους πολίτες, ανώνυμους, όπως ο Χένρι Φόντα στο «12 Angry Men», να ακούσω την ετυμηγορία. Και αν αυτή βγει νικητήρια για τον Άνθρωπο, να συστηθούμε επιτέλους, ο ένας με τον άλλον. Γιατί μόνο σ’ αυτή την περίπτωση θα αξίζουμε τα ονόματά μας.
Βρισκόμαστε πλέον δύο ημέρες πριν από την οριστική απόφαση μιας πολιτικής δίκης που κράτησε σχεδόν πεντέμισι χρόνια. Μιας δίκης που, πραγματικά, ίσως είναι η δεύτερη πιο σημαντική μετά τη Μεταπολίτευση. Μια ακροαματική διαδικασία με απίστευτο αποδεικτικό υλικό, που τουλάχιστον όσοι την παρακολουθήσαμε συστηματικά δεν έχουμε πλέον καμία αμφιβολία για το τι ήταν και τι είναι η Χρυσή Αυγή. Ξέραμε πολύ καλά τι ήταν, όσοι ζούσαμε και καταγράφαμε τη δράση της συστηματικά τόσα χρόνια. Ο περισσότερος κόσμος, όμως, γνωρίζει πια ολόκληρη την αληθινή εικόνα, τι κρυβόταν πίσω από το «πρόσχημα». Με αφορμή, λοιπόν, αυτή την ιστορική δίκη και τα όσα είδαμε, ακούσαμε και μάθαμε με κάθε λεπτομέρεια όλα αυτά τα χρόνια, νομίζω πως κανείς πια δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι «δεν ήξερε».
Κατά συνέπεια, η απόφαση που θα ακούσουμε την Τετάρτη, με δεδομένη την επανεμφάνιση θυλάκων νοσταλγών του ναζισμού και του Χίτλερ σε όλο το ευρωπαϊκό έδαφος, δεν οφείλει μόνο να δικαιώσει τα θύματα των δολοφονικών επιθέσεων της Χρυσής Αυγής αλλά και να στείλει εντός και εκτός της χώρας μας ένα ηχηρό μήνυμα πως η Ελλάδα, και κατ’ επέκταση η Ευρώπη, δεν ανέχεται και δεν θα ανεχτεί ποτέ ξανά τους νοσταλγούς της ναζιστικής ιδεολογίας. Τα στοιχεία, εξάλλου, είναι τόσο συντριπτικά, ώστε πραγματικά θα εκπλαγώ από μια απόφαση που δεν θα δεχτεί την ενοχή αυτής της εγκληματικής οργάνωσης.
Ο Παύλος δεν ζει και γι’ αυτό ευθύνεται το αφρόντιστο μέσα μας και γύρω μας
Να ένα παράδειγμα της κενότητάς μας: Πάνε χρόνια που δεν έχουμε διαβάσει ένα άρθρο από την αρχή μέχρι το τέλος, ένα λογοτεχνικό έργο, δεν νιώσαμε ένα ποίημα. Το κεφάλι μας είναι γεμάτο θραύσματα, σπασμένα γυαλιά, μαχαίρια και φωνές, ήχους και συνθήματα ζωγραφισμένα σε εικόνες, σπαρμένα εδώ κι εκεί, αφημένα αφρόντιστα μέσα μας. Τώρα απαιτούμε. Το αίμα απλώνεται σε πανό, σε φτηνά σκρίνσοτ, πάνω σε πρόσωπα, σε σώματα, σε προφίλ, σε στραβοχυμένα ανφάς και σε νεκρές φύσεις. Ναι, είναι πάντοτε το σώμα ο τελευταίος τόπος που μουντζουρώνεται, εκεί όπου καταλήγει κάθε παράλειψη και αγριότητα. Διαφορετικά, δεν ήταν αρκετή, δεν αναγνωρίζεται καν ως αγριότητα. Αν δεν υπήρχε το σώμα να μπει μπροστά, θα παρέμενε πάντοτε άποψη, μια μετέωρη, κενή, ρηχή, ηλίθια, αδιέξοδα επικίνδυνη σειρά λέξεων που θα αποκαλούσαν ιδεολογία ή κόμμα. Οι λέξεις ξέρουν να χαϊδεύουν τα κατάλληλα αυτιά όταν μπαίνουν στη σειρά σαν στρατιώτες μέσα στο αφρόντιστο πεδίο εντός μας. Χρειάζεται το σώμα, η μυρωδιά του φόβου, ο ιδρώτας, το γρατζούνισμα, η μαχαιριά, το αίμα, η μάνα που χάνει τον γιο της, αυτή που μόνο να τον ονειρεύεται μπορεί πια, για να σημάνουν οι καμπάνες. Έχει κάτι από θρησκευτική τελετουργία αυτό που συντελείται, καθώς απαιτούμε κατανυκτικά. Τι απαιτούμε; Να αναστηθεί. Τα συνθήματα το γράφουν καθαρά. Ο Παύλος ζει. Όχι, δεν ζει και γι’ αυτό ευθύνεται το αφρόντιστο μέσα μας και γύρω μας. Καμία απόφαση, καμία δικαίωση, κανένα σχήμα δεν θα ξεπλύνει το αίμα, χωρίς αυτή την απαραίτητη και επίμονη φροντίδα, κάθε μέρα, κάθε λεπτό, από καθέναν από εμάς σε αιώνια επανάληψη. Αυτό που απαιτείται είναι μια νέα φροντίδα, μια νέα τελετουργία της δικαιοσύνης εντός μας.
Απάντηση στον ναζισμό είναι η δημοκρατία
Ασφαλώς η δίκη της Χρυσής Αυγής είναι μία από τις σημαντικότερες που έχουν γίνει ποτέ στην Ελλάδα. Δεν είναι μόνο η μεγαλύτερη σε διάρκεια αλλά είχε και ένα πρωτοφανές αντικείμενο: να εξετάσει αν κάτω από τον μανδύα πολιτικού κόμματος δρα μια εγκληματική οργάνωση. Το ελληνικό Σύνταγμα παρέχει ιδιαίτερη προστασία στα πολιτικά κόμματα κι αυτό είναι που εκμεταλλεύτηκε η ναζιστική οργάνωση προκειμένου να εξασφαλίσει μια ιδιότυπη ασυλία, αποδίδοντας κάθε φορά τη διάπραξη αξιόποινων πράξεων σε «μεμονωμένα» άτομα ‒απλά μέλη‒ που υποτίθεται ότι δεν έχουν καμία σχέση με την ηγεσία της Χρυσής Αυγής. Παρά την προσπάθεια της οργάνωσης να αποκλείσει τα μέσα ενημέρωσης από τον χώρο του δικαστηρίου και παρά τη μείωση του ενδιαφέροντος που προκλήθηκε από τη μακρόσυρτη διεξαγωγή των συνεδριάσεων, τελικά τα συντριπτικά στοιχεία αποκαλύφθηκαν και προκάλεσαν τη διάλυση της οργάνωσης, χωρίς να έχουμε ακούσει ακόμα την ετυμηγορία των τριών δικαστών της σύνθεσης του Α’ Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών.
Ο Μιχαλολιάκος ασχολείται με τον διορισμό της Ζαρούλια στη Βουλή και παραληρεί σαν μια εθνικοσοσιαλιστική καρικατούρα του βασιλιά Λιρ, ενώ και τα κακέκτυπα της Χρυσής Αυγής που δημιούργησαν ο Λαγός και ο Κασιδιάρης απλώς επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι συνεκτικός δεσμός τους δεν ήταν μόνο η φανατική πίστη στον ναζισμό και τον Χίτλερ αλλά και η προσδοκία να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη από τη συμμετοχή τους στο «κίνημα». Τώρα που τέλειωσαν τα χρήματα, τα παροπλισμένα στελέχη των ταγμάτων εφόδου αναζητούν αλλού ματωμένο μεροκάματο.
Η τελική δικαστική απόφαση θα επισφραγίσει αυτή την εξέλιξη. Η ελληνική κοινωνία θα ξυπνήσει από έναν φρικτό εφιάλτη. Αλλά στη συνέχεια θα είναι υποχρεωμένη να αντιμετωπίσει κατάματα τις ναζιστικές και ρατσιστικές ιδέες που τόσα χρόνια αφέθηκαν ελεύθερες να δηλητηριάζουν τον δημόσιο χώρο, την πολιτική και τα μέσα ενημέρωσης και ήταν αυτές που προετοίμασαν τη γιγάντωση της εγκληματικής οργάνωσης, επιτρέποντάς της να μεταμφιεστεί σε «πολιτικό κόμμα».
Διαρκής εγρήγορση
Η καταδίκη του ναζιστικού μορφώματος θα μας ανακουφίσει. Ωστόσο, πρέπει να είμαστε σε εγρήγορση, γιατί οι ρίζες του φασισμού είναι πολύ βαθιές. Ο Μπρεχτ προειδοποιεί: «Μη χαίρεστε που σκοτώσατε το κτήνος. Η σκύλα που το γέννησε ζει και είναι πάλι σε οργασμό». Γι’ αυτό, διαρκής εγρήγορση.
Η ώρα της απόφασης ήρθε. Πεντέμισι χρόνια μετά την έναρξη της δίκης, ήρθε η ώρα της απόδοσης δικαιοσύνης.
Η απόφαση του δικαστηρίου, όποια και αν είναι αυτή, θα είναι πολύ σημαντική για την επόμενη μέρα. Όχι μόνο για τα θύματα και τις οικογένειές τους, που θα πρέπει να δικαιωθούν. Θα πρέπει η οικογένεια του Παύλου, οι φίλοι του, η οικογένεια του Λουκμάν, οι Αιγύπτιοι αλιεργάτες, οι οικογένειές τους, οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ και οι άνθρωποί τους να ανασάνουν με ανακούφιση. Η απόφαση θα είναι σημαντική όχι μόνο για το αντιφασιστικό κίνημα ή τη Χρυσή Αυγή. Είναι η πρώτη φορά που στα ελληνικά χρονικά κοινοβουλευτική ομάδα κάθεται στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Είναι πολύ διαφορετικό να καταδικαστεί μόνο ο Γιώργος Ρουπακιάς και πολύ διαφορετικό να φτάσει η καταδίκη στην ηγετική ομάδα της οργάνωσης. Η απόφαση, όποια και αν είναι αυτή, θα έχει ιδιαίτερη σημασία για την επόμενη μέρα. Την επόμενη μέρα της κοινωνίας. Μια κοινωνία που φαίνεται ότι και λόγω του προσφυγικού συντηρητικοποιείται και αναπτύσσει αρνητικά αντανακλαστικά. Αν η Χρυσή Αυγή αθωωθεί, θα προσπαθήσει πάλι να διεισδύσει στους δυσαρεστημένους. Και αν δεν μπορέσει να το κάνει η Χρυσή Αυγή, σίγουρα θα το προσπαθήσουν οι πολιτικές ομάδες που σχηματίστηκαν μετά την αποχώρηση του Λαγού και του Κασιδιάρη από την οργάνωση.
Όλοι πια ξέρουν πώς λειτούργησε η Χρυσή Αυγή στις αρχές της δεκαετίας του 2010 και πώς εκμεταλλεύτηκε τις ρωγμές που άφησαν η πολιτεία και οι φορείς στις γειτονιές που αντιμετώπιζαν προβλήματα στο ξέσπασμα της κρίσης.
Αν η απόφαση είναι καταδικαστική, θεωρείται σίγουρη η περαιτέρω απομόνωσή της. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι θα εξαφανιστεί η ακροδεξια από τη χώρα. Υπάρχουν άλλοι θύλακες και, έχοντας την εμπειρία του παρελθόντος, πρέπει όλοι να είμαστε πιο προσεκτικοί πλέον. Η αδιαφορία του παρελθόντος, δυστυχώς, στοίχισε ανθρώπινες ζωές και δεν υπάρχουν περιθώρια για άλλες απώλειες.
Στις 7 Οκτωβρίου του 2020 βγαίνει η απόφαση της δίκης της Χρυσής Αυγής. Στις 7 Οκτωβρίου 2020 ευελπιστώ, μαζί με χιλιάδες συμπολίτες μου, πως ένα από τα εκατοντάδες «λάθη» της ελληνικής κοινωνίας θα «διορθωθεί». Ακόμα προσπαθώ να συνειδητοποιήσω πώς αυτοί οι γραφικοί τύποι που έβλεπα ως παιδί στην Κυψέλη, όπου μεγάλωσα, νοσταλγοί και υμνητές του Χίτλερ, απέκτησαν κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και κατ’ επέκταση το θράσος να διαπράττουν εγκλήματα με θύματα μετανάστες, αριστερούς, αντιφασίστες σχεδόν ανενόχλητοι.
Στις 7 Οκτώβρη του 2020 θέλω να πιστεύω ότι το αποτέλεσμα θα δικαιώσει εμάς που θεωρούμε ότι η μισαλλοδοξία δεν έχει καμία θέση στην κοινωνία μας. Αν θέλουμε να εξελιχθούμε και να ανθίσουμε ως κοινωνία, οφείλουμε να εξαλείψουμε τέτοιου είδους παραφωνίες από την Ιστορία μας. Τώρα και για πάντα.
Επί Τέλους
Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω τους αφορισμούς που ήθελαν τη δημοκρατία να ανέχεται τους εχθρούς της. Δεν καταλάβαινα, επίσης, τι σήμαιναν οι απόψεις: «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα» ή «δεν τιμωρεί τους αντιπάλους της». Η δημοκρατία δεν αποτελεί ένα πολίτευμα που δεν φθείρεται, που είναι σε θέση να λύσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει κατά τρόπο αυτόματο και αποτελεσματικό, που δεν έχει ανάγκη να προστατεύσει τον εαυτό της. Θα άξιζε τον κόπο να παρακολουθήσει κανείς τις πρακτικές της γερμανικής δημοκρατίας για να διαπιστώσει ότι καθόλα πετυχημένες δημοκρατίες είναι σε θέση να αντιμετωπίσουν θεσμικά και νομικά τους αντιπάλους τους και να μην τους αφήνουν να καταχρώνται τα περιθώρια ελευθερίας που τους δίνονται, κάτι που συνέβη στην Ελλάδα. Επομένως, πιστεύω ότι η δίωξη της Χρυσής Αυγής υπήρξε ένα σημαντικό σημείο καμπής στην ιστορία της μεταπολιτευτικής ελληνικής δημοκρατίας. Ήταν η στιγμή που αποφασίστηκε, επιτέλους, να χρησιμοποιηθεί το διαθέσιμο νομικό πλαίσιο για να αντιμετωπιστεί ένας εχθρός της δημοκρατίας μας και αυτό σε τίποτα δεν τη μειώνει. Αντιθέτως, παραμερίστηκαν οι πολιτικάντικες λογικές που είχαν επικρατήσει μέχρι τότε και οι οποίες κόστισαν τη ζωή σε έναν άνθρωπο.
Δεν ξέρω τι θα αποφασίσει το δικαστήριο, λαμβάνοντας υπόψη του τους δικούς του κανόνες, αλλά και μόνο το γεγονός ότι, μετά τη δίωξή της, η Χρυσή Αυγή διαλύθηκε πολιτικά, δείχνει την αποτελεσματικότητα της δίωξης που ασκήθηκε. Και αποτελεί ένα μάθημα για το μέλλον, που πολύ πιθανόν θα χρειαστεί να μη λησμονήσουμε.
Ο κίνδυνος ακόμα ελλοχεύει
Η δίκη αυτή αποτελεί αναμφίβολα σταθμό για τη Δικαιοσύνη, τον νομικό πολιτισμό και το κράτος δικαίου της χώρας μας. Η Δικαιοσύνη καλείται να στοιχειοθετήσει και να αποφασίσει εάν επί χρόνια ‒δεκαετίες για την ακρίβεια‒ δρούσε πράγματι ανεξέλεγκτα, υπό τον μανδύα του πολιτικού κόμματος, μια εγκληματική οργάνωση που με ιεραρχία, συγκεκριμένη δομή και αναγγελθέντες στόχους τραμπούκιζε, απειλούσε και εξαπέλυε εγκληματικές επιθέσεις μίσους κατά μεταναστών, προσφύγων, ΛΟΑΤΚΙ ατόμων και ανθρώπων που υπερασπίζονταν τη δημοκρατία και την αντίσταση στον ρατσισμό και τον ναζισμό (με αποκορύφωμα τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα), που είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με εγκληματικές πράξεις και θηριωδίες. Καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης, οι ίδιοι οι ναζί-εγκληματίες δεν κρύφτηκαν καθόλου: προκαλούσαν, τραμπούκιζαν, περιφρονούσαν τη Δικαιοσύνη. Η πρώτη απάντηση στο φαινόμενο του ναζισμού και του ρατσισμού ήταν πολιτική, όταν το κόμμα της Χρυσής Αυγής έμεινε έξω από τη Βουλή. Μολαταύτα, ο κίνδυνος ακόμα ελλοχεύει, ενώ η αξίωση για την απόδοση δικαιοσύνης στα θύματα των δολοφονιών και των εγκληματικών πράξεων είναι θεμελιώδης σε ένα κράτος δικαίου. Η Δικαιοσύνη, λοιπόν, καλείται να δώσει τη δεύτερη απάντηση και να επιτελέσει τη θεσμική της αποστολή, υπερασπίζοντας τόσο τα θεμέλια της δημοκρατίας μας όσο και την αξίωση για κράτος δικαίου.
Ανέτοιμοι να αντιμετωπίσουμε μια κρίση
«Η ιδεολογία είναι ποινικά αδιάφορη». Σκέφτομαι πολύ τα λόγια αυτά της κ. Οικονόμου, εισαγγελέως της εν λόγω δίκης, στην εισήγησή της τον περασμένο Δεκέμβριο. Φαντάζομαι πως σε πολλά, νομικά εκπαιδευμένα μυαλά κάτι τέτοιο ακούγεται εύλογο, συμπαγές και ψύχραιμο. «Η ιδεολογία είναι ποινικά αδιάφορη». Όλα καλά. Τι γίνεται όμως με τους ιδεολόγους και τις πράξεις τους; Μας είναι κι αυτά εξίσου αδιάφορα; Όταν έχουν περάσει επτά χρόνια, δηλαδή μερικές χιλιάδες μέρες, από τη δολοφονία ενός αθώου ανθρώπου και ακόμα δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη, μάλλον εντοπίζεται μια κάποια αδιαφορία αναφορικά και με αυτά.
Αδιαφορία όχι μόνο ενός άνευρου νομικού συστήματος αλλά και μιας κοινωνίας αρκετά μαλθακής και ανέτοιμης να αντιμετωπίσει μια κρίση εν τη γενέσει της. Μιας κοινωνίας ανιστόρητης, που φαίνεται να έχει υποστεί ανεπανόρθωτη μνημονική διάβρωση. Και δεν μιλάω, φυσικά, για τους ανθρώπους που αγωνίστηκαν και αγωνίζονται κάθε μέρα, μακριά από τη βολή του καναπέ τους, για κάτι καλύτερο. Αλλά για ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας που όσο παρέλαυναν τα τάγματα μπροστά μας και χτίζανε γραφεία σε κεντρικές πλατείες, εκείνο τα χάζευε στριφογυρίζοντας το καλαμάκι του καφέ με μνημειώδη απάθεια. Μιας κοινωνίας που, αντί να δράσει όταν έπρεπε για να αποτραπεί το έγκλημα, προτίμησε απλώς να λουφάξει για να παρακολουθήσει στην πορεία αμέτοχα τη νεκροψία.
Όσο γράφω αυτές τις σκέψεις βρισκόμαστε ακόμα δύο εικοσιτετράωρα πριν από την τελική απόφαση και ίσως γι’ αυτό αισθάνομαι συναισθηματικά φορτισμένος. Θέλω να ελπίζω πως η Δικαιοσύνη δεν θα μας απογοητεύσει και θα αποφανθεί, όπως οφείλει, με τα μάτια σφραγισμένα και όχι κλείνοντας το μάτι με νόημα και συγκατάβαση προς τη λάθος μεριά της Ιστορίας.
Πάμε πάλι, όλοι μαζί
Η συνολική καταδίκη των ταγμάτων εφόδου και της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής είναι η αρχή. Αλίμονο αν επιτρέψουμε να πάρουμε αυτήν τη νίκη μόνο συμβολικά, ενώ γύρω μας ο κόσμος καίγεται, ενώ η Jackie δεν έχει δικαιωθεί ακόμη, ενώ οι πρόσφυγες αντιμετωπίζονται ως μιάσματα. Ο φασισμός, βλέπεις, έχει πολλά πρόσωπα. Να τους τσακίσουμε το σύμβολο, ναι, η συνολική καταδίκη της Χρυσής Αυγής όμως θα είναι μόνο η αρχή. Ο φόβος και η καταστολή κοντεύουν να μας ευνουχίσουν ως κοινωνία. Δεν θέλω μια νίκη για το θεαθήναι, ώστε μετά να συνεχίσουν να μας γαμάνε για άλλα τριάντα χρόνια, ρε φίλε ‒ αρκετά. Πάμε πάλι όλοι μαζί, η συνολική καταδίκη της Χρυσής Αυγής είναι μόνο η αρχή. Η Ελληνική Αστυνομία είναι γεμάτη από δαύτους. Δεν ανέχομαι νταήδες. Η συνολική καταδίκη της Χρυσής Αυγής είναι μόνο η αρχή, τίποτα λιγότερο, ποτέ ξανά φασισμός. Ο μόνος τρόπος που υπάρχουν ουσιαστικά είναι ως σκιά μας, ως αντίβαρο, ως εργαλείο της εξουσίας ενάντια στην όποια αντιδραστική φωνή ‒ αντιδραστική σε τι; Στην απανθρωπιά, στο μίσος και στην αδικία. Ξημερώνει, η σκιά τους μικραίνει, η ώρα τους τελειώνει. Πάμε πάλι, Παύλο, Μάνα, Σαχζάτ, κοιτάξτε τι γίνεται στην Αμερική, εδώ εσείς μας μαζέψατε όλους μια γροθιά, τώρα ξεκινάει η μεγάλη συναυλία και μας έχετε πωρώσει με τις τραγουδάρες σας. Δημοσιογράφοι και πολιτικοί που στήριξαν την εγκληματική οργάνωση να ξεφτιλιστούν παραδειγματικά και να μην ξαναβρούν δουλειά ποτέ, ούτε καθαριστές τουαλέτας σε δομές μεταναστών δεν τους αξίζει να ’ναι ‒ αυτές είναι τίμιες δουλειές, βλέπεις. Όλοι μαζί τώρα, η συνολική καταδίκη των ταγμάτων εφόδου και της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής είναι μόνο η αρχή. Ο θυμός μας είναι δίκαιος, η αγάπη μας μεγαλύτερη, γι’ αυτό το κάνουμε, η θέση σας είναι κάτω απ’ τη γη, για πάντα. Συνολική καταδίκη της Χρυσής Αυγής, ΤΩΡΑ, είναι μόνο η αρχή.
Εντείνονται οι ευρύτερες ανησυχίες μας για τη δημοκρατία
Έχω (κυριολεκτικώς) εμπιστοσύνη στην ελληνική Δικαιοσύνη για την απόφασή της σχετικά με τη Χρυσή Αυγή. Ωστόσο, με αφορμή την πανελλήνια αναμονή αυτής της απόφασης, εντείνονται οι ευρύτερες ανησυχίες μας για τη δημοκρατία: η πολιτική ημιμάθεια, ο συνήθης κατήφορος που οδηγεί σε ολοκληρωτικές ανοησίες, φαίνεται ότι διαδίδεται τώρα ταχύτερα. Διεθνώς δε.
Και, καθώς ένας νέος Όργουελ δεν έχει γράψει το «2020», οι κοινωνίες μας έχουν επείγον συμφέρον να ανησυχούν για το παρόν της δημοκρατίας.
Και τι καλά που θα ήταν η λέξη «Συναίνεση» (με κεφαλαίο) να αναρτηθεί στις εισόδους των σπιτιών μας και των σχολείων μας (ιδίως) και η ανοχή στον ολοκληρωτισμό να μηδενιστεί.
Την πρώτη μέρα της απολογίας του Νίκου Μιχαλολιάκου βρέθηκα πρόσωπο με πρόσωπο με τη Μάγδα Φύσσα: προσπαθούσε να βάλει μια τάξη στο μεγάλο πλήθος έξω από τα δικαστήρια, που δεν χωρούσε ολόκληρο να μπει εντός. Στο στήθος της είχε ‒σαν κόσμημα, σαν φυλαχτό‒ την ασημένια εικόνα του γιου της. Στην αρχή ένιωσα αμήχανα με τη λανθάνουσα θρησκευτικότητα του συμβολισμού· σκέφτηκα όμως πως η θύμηση του γιου της τής δίνει δύναμη, όπως σε άλλους δίνει η Παναγία. Κι εδώ που τα λέμε, μέσω εκείνης, εμείς όλοι ‒είτε το δικαιούμαστε, είτε όχι‒ υψώνουμε το ανάστημά μας στο τέρας της μισαλλοδοξίας και στο μίσος, όχι μόνο θεσμικά ή δικανικά μα στο μέτρο των Ανθρώπων. Εκείνη, λοιπόν, θα έχω (και) εγώ στον νου μου στις 7/10. Εκείνη, και τον άνδρα που με την έρευνά του έχει απογυμνώσει κάθε φτηνή δικαιολογία των ναζιστών κατηγορουμένων: τον Δημήτρη Ψαρρά, τον δημοσιογράφο της «Ελευθεροτυπίας», που έχει αφιερώσει χρόνια απ’ τη ζωή του για να ψηλαφίσει κάθε βορβορώδη λεπτομέρεια της πορείας του ναζιστικού αυτού μορφώματος, ώστε να μην υπάρχει καμία μα καμία αμφιβολία ‒τώρα και για την Ιστορία‒ ότι αυτοί οι άνθρωποι συντάσσονται και υμνούν τη μελανότερη πτυχή του 20ού αιώνα: την Κακία και τον σαδισμό. Έχει τεράστια σημασία να πούμε όλοι, μαζί τους, όχι στο Κακό.
ΣΚΟΥΡΙΑ ΤΟΥ ΖΟΦΟΥ
Πρωτοάκουσα και πρωτοδιάβασα τη φιγουράτη λεζάντα που επέλεξαν να βαφτιστούν και προσπαθούσα να αντιστοιχίσω τη σημασία της με τα πιστεύω και το καμάρωμα για τις βέβηλες τακτικές τους. Χρυσή Αυγή; Δηλαδή λαμπερός ζωοδότης πρόδρομος της ημέρας; Εκτός αν με το «χρυσή» εννοούσαν, όπως παλιά, τον ίκτερο (θα ’πρεπε να το εξηγήσουν), μα στη θέση της «αυγής» θα άρμοζε να έβαζαν τη λέξη «έρεβος». «Ίκτερος σκότος» ίσως θα τους ταίριαζε. Προσωπικά, θα τους πρότεινα το «Σκουριά του Ζόφου». Τους έρχεται κουτί!
Φταίνε πολλά. Φταίει ο εθισμός μας στην πανάρχαια ατιμωρησία προυχόντων, ημετέρων και ποικίλων ευνοημένων απ’ τα γρανάζια του κατεστημένου. Φταίνε σίγουρα τα νομικά τερτίπια ‒που έχουν κλονίσει την πίστη του λαού στους θεσμούς‒, με τη Δικαιοσύνη πάντα στο απυρόβλητο, όταν με την αρωγή «καταφερτζήδων» υπερασπιστών έχουν οδηγηθεί συχνά στην αθώωση ασύδοτοι δράστες εξόφθαλμων εγκλημάτων κατά ατόμων και κατά της δημοκρατίας.
Φταίμε κι εμείς. Όχι μόνο τα χουντικά υπολείμματα και η παθογενής φασιστογένεια που ανάγεται σε καιρούς πέρα απ’ τους κατοχικούς προδότες των πατριωτών και τη μετεμφυλιακή λυσσασμένη ρεβανσιστική δεξιά. Μια μειοψηφία που ανιχνεύεται, δυστυχώς, κυρίως στη φουκαροσύνη και στη λουμπιναρία. Και που, ανάλογα με τις διακυμάνσεις της αποθράσυνσής της, έχει εκφράσει συχνά την επικινδυνότητά της στις κοινοβουλευτικές της επιλογές. Αλλά κι οι άλλοι, οι πολλοί, οι λεγόμενοι του δημοκρατικού τόξου. Κι ένα παραπάνω εμείς, οι αυτάρεσκοι αριστεροί. Που δεν πήραμε πρέφα την επώαση του αυγού του φιδιού και ακόμη εκπλησσόμαστε από την ανερμάτιστη βαρβαρότητά τους, που τη ζήσαμε στο πετσί μας.
Είναι μοναδική ευκαιρία για την ελληνική Δικαιοσύνη να αποδείξει την αξία της.
Να τους χώσουν στην ψειρού και να μην απολαύσουν ξανά ελεύθεροι τη χρυσή αυγή του ελλαδικού θαύματος, αυτήν που ύμνησαν μοναδικά ο Όμηρος και ο Ησίοδος, η μούσα του λαού και ο Ελύτης.
Να αποκαταστήσουμε τη μνήμη που δεν έχουμε
Τον είδα με την άκρη του ματιού, βασικά είδα τον αγκώνα του, στον οποίο είχε χαράξει έναν μεγάλο, μισητό αγκυλωτό σταυρό. Το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα είναι ότι θα έπρεπε να ντρέπεται. Θα έπρεπε να μην τολμά να περάσει καν από τη σκέψη του το να βάλει στο κορμί του, σε δημόσια θέα, ένα τόσο απαίσιο σύμβολο, ακόμα κι αν η ψυχή του έχει μολυνθεί τόσο, να μη διανοείται να χαράξει το σήμα του δολοφόνου πάνω του. Ποιος δολοφόνος διατυμπανίζει ότι είναι δολοφόνος;
Έμεινα εκεί, να τον κοιτάζω. Εγώ θα πήγαινα στο δωμάτιο 5 κι εκείνος ήταν στο δωμάτιο 4, στον 1ο όροφο, εκεί όπου γίνονται οι χημειοθεραπείες και τους αγαπώ όλους, αλλά όχι αυτόν. Θύμωσα. Διάβασα ότι οι γιατροί που παρέλαβαν τον Παύλο δήλωσαν ότι ήταν τόσο επαγγελματικό το μαχαίρωμα, που ακόμα και ακριβώς έξω από το νοσοκομείο να τον μαχαίρωναν, δεν θα προλάβαιναν να τον σώσουν.
Μπήκα στο δωμάτιό μου με θυμό και διάβασα στο κινητό μου για τους δωσίλογους στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ενώ άλλες χώρες έκαναν μεγάλα δικαστήρια γι’ αυτούς που συνεργάστηκαν με τους ναζί, ενώ σε άλλες χώρες τη ρετσινιά του προδότη τη φέρουν ακόμα οι απόγονοί τους, στην Ελλάδα «οι δωσίλογοι δεν αντιμετώπισαν ιδιαίτερες δυσκολίες στην επανένταξή τους στην οικονομική, πολιτική και πολιτιστική ζωή της χώρας. Το 85% των υποθέσεων δωσιλογισμού αρχειοθετήθηκαν και όσοι διέθεταν οικονομική ευρωστία κατάφεραν να διαφύγουν της τιμωρίας» («Δίκες των δωσιλόγων 1944-1949 - Δικαιοσύνη, συνέχεια του κράτους και εθνική μνήμη», εκδόσεις Πόλις).
Για μένα αυτή η δίκη και η καταδίκη της Χρυσής Αυγής ίσως αποκαταστήσει έστω και ελάχιστα αυτήν τη μνήμη που δεν έχουμε, σε σημείο που μέχρι και οι απόγονοι πατεράδων δωσίλογων, που συνεργάστηκαν με τους ναζί, δηλώνουν ακόμα περήφανοι. (Ο γιος του Αλέξανδρου Γιοσμά ‒Φον Γιοσμά‒ δηλώνει σήμερα υπερήφανος για τη δράση του πατέρα του και θεωρεί πως ήταν ένας πατριώτης που πρόσφερε στην Ελλάδα.)
Είναι θλιβερό όχι το πώς ξεχνάμε αλλά το πώς δεν έχουμε καταγράψει την Ιστορία, δεν έχουμε καταδικάσει τους εγκληματίες από τότε, δεν έχουμε δημιουργήσει μνήμη. Όταν έπεσαν τα αντιισταμινικά στον ορό και κύλησαν στις φλέβες μου, τα βλέφαρά μου λύγισαν και είδα τον Ζακ σαν όνειρο, έτσι ακριβώς όπως προφητικά, δυστυχώς, τον είχα τραβήξει* να προχωρά περήφανα με τα ψηλά τακούνια στην Ερμού. Πώς γίνεται να ζω σε μια κοινωνία που δεν «φτύνει» κάποιον με ναζιστικό σύμβολο σκαλισμένο πάνω του, αλλά χλευάζει και δολοφονεί ένα υπέροχο πλάσμα, που μόνο αγάπη έχει;
Όταν τελείωσε η χημειοθεραπεία μου και με ξύπνησαν, σκέφτηκα να είμαι καλά και να μπορώ να πάω στη δίκη του Ζακ στις 21 Οκτωβρίου και μαζί μου να κουβαλάω μια ελάχιστη δικαίωση, εκείνη της καταδίκης της Χρυσής Αυγής. Φεύγοντας, δεν κοίταξα στο δωμάτιο 4, απαξίωσα, όπως πρέπει όλοι μας να τους απαξιώνουμε σε τέτοιον βαθμό, που να νιώθουν ύψιστη ντροπή!
*Το 2016 το Outview Film Festival έκλεινε τα 10 χρόνια του ‒ ήταν επίσης η χρονιά που πέθανε ο David Bowie. Το αγαπημένο μου τραγούδι από Bowie είναι το «Rock‘n’Roll suicide» και μέσα από ένα ολόκληρο concept δημιούργησα την έναρξη, η οποία ξεκινούσε με αυτό το βίντεο με τον Ζακ, ο οποίος στη συνέχεια βγήκε και το τραγούδησε επί σκηνής.
https://vimeo.com/162252274 - προσοχή στα πρώτα 46 δευτερόλεπτα έχει κενό.
Γιατί;
Αύριο βγαίνει η απόφαση για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Όλοι πια ξέρουμε ότι δολοφονήθηκε επειδή αποφάσισε να αντισταθεί σε αυτούς που κηλιδώνουν με τις παρωχημένες και εξτρεμιστικές αντιλήψεις τους τον θεσμό της δημοκρατίας, αμαυρώνοντας την εικόνα της χώρας μας.
Της χώρας που γέννησε τη δημοκρατία.
Η Δικαιοσύνη είμαι βέβαιος ότι θα επιτελέσει με αμεροληψία το έργο της. Το παλικάρι, όμως, «έφυγε» στον ανθό της νιότης του, χωρίς να προλάβει να ζήσει τις χαρές και τις λύπες που του αναλογούσαν. Κι αυτό είναι, δυστυχώς, κάτι που δεν αλλάζει.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, για λίγο, κατά μέρος τις μεγαλοστομίες και τις αναλύσεις κάθε είδους και ας συγκεντρωθούμε σε όλα αυτά που θα μπορούσαν να είχαν γίνει για να αποτραπεί το άδικο «φευγιό» του Παύλου.
Ας σταθούμε στο «γιατί», ως κοινωνία, συλλογικά και έγκαιρα δεν ενεργήσαμε, δεν αντιδράσαμε, όταν όλοι μας ζούσαμε στο πετσί μας μια κατάσταση παραφροσύνης που έβγαινε εκτός ορίων.
Γιατί δεν προστατέψαμε τη δημοκρατία μας, θεωρώντας τη δεδομένη; Η ανθρωπότητα έχει πληρώσει πολύ ακριβά –πάρα πολύ ακριβά, θα έλεγα– τους Chamberlain-ιμούς. Ακόμη, όμως, δυστυχώς, να πάρουμε όλοι μας το μάθημά μας. Είναι, λοιπόν, η ώρα πλέον να μάθουμε από τα λάθη μας. Να αγγίξει βαθιά τη συλλογική συνείδηση όλων μας η δολοφονία του Παύλου και να βροντοφωνάξουμε «Ως εδώ!».
Να αγωνιστούμε όλοι μας για την επικράτηση των αρχών της δημοκρατίας, σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητάς μας, ώστε να μην ξανασυμβεί ποτέ άλλος «Παύλος» να θυσιαστεί γι’ αυτήν και για εμάς.
Κι ας είναι αυτός μας ο καθημερινός αγώνας ο ελάχιστος φόρος τιμής στον αδικοχαμένο Παύλο.
Μια ξεκάθαρα καταδικαστική απόφαση θα δημιουργούσε θεσμικά αναχώματα
Η δίκη για την εγκληματική δράση στελεχών της Χρυσής Αυγής ολοκληρώνεται και αναμένεται η έκδοση της δικαστικής απόφασης. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της υπόθεσης, δηλαδή το γεγονός ότι στο εδώλιο βρέθηκαν άτομα που διεκδίκησαν την εκλογική υποστήριξη και την παρουσία τους στη Βουλή υπό τον μανδύα μιας οργάνωσης-οιονεί πολιτικού κόμματος, η οποία ωστόσο είναι δομημένη με τέτοιο τρόπο ώστε συστηματικά να επιδιώκει την τέλεση κακουργηματικών πράξεων, καθιστούν καταρχάς αναγκαία την έκδοση μιας ξεκάθαρης απόφασης. Γκρίζες ζώνες στη δικαστική απόφαση θα οδηγούσαν σε παρερμηνείες σε σχέση με το θεσμικό κεκτημένο της Μεταπολίτευσης για την οικοδόμηση μιας δημοκρατικής πολιτείας χωρίς αδιαφανείς περιοχές και διπλό στάτους της εξουσίας. Επιπλέον, θα έδιναν τροφή στους ναζιστές και τους εξτρεμιστές κάθε είδους, προκειμένου να συνεχίσουν να υπονομεύουν τη δημοκρατία, αξιοποιώντας εργαλειακά τα πλεονεκτήματά της, προκειμένου να πετύχουν τους αντιδημοκρατικούς στόχους τους. Συνεπώς, μια δικαστική απόφαση με γκρίζες ζώνες θα επέτεινε τη δυσπιστία των πολιτών απέναντι στην πολιτική και στους θεσμούς, αφήνοντας περιθώρια για μια εκ των ένδον υπονόμευση της δημοκρατίας.
Η ποιότητα της δημοκρατίας ωστόσο δεν συναρτάται μόνο με τη λειτουργία των θεσμών αλλά είναι αποτέλεσμα και της συμπεριφοράς της κοινωνίας πολιτών και εν τέλει των ίδιων των πολιτών που αποτελούν τα πραγματικά αναχώματα σε κάθε είδους εγχειρήματα υπονόμευσης της ποιότητας της δημοκρατίας. Στο πρόσφατο παρελθόν, η Χρυσή Αυγή συγκέντρωσε την εκλογική υποστήριξη σημαντικής μερίδας ψηφοφόρων αλλά και ορισμένων εκπροσώπων της κοινωνίας πολιτών που συνέχισαν να τη στηρίζουν, παρά τη σταδιακή εγρήγορση κοινοβουλευτικών και δικαστικών θεσμών.
Αυτό που εκπροσωπεί η Χρυσή Αυγή, δηλαδή ο ευρύτερος χώρος της οργανωμένης μισαλλοδοξίας, είναι σε άνοδο στην Ευρώπη και σε μεγάλο μέρος του δυτικού κόσμου. Μια ξεκάθαρα καταδικαστική απόφαση θα δημιουργούσε θεσμικά αναχώματα στην εγχώρια άνοδο της ακραίας εκδοχής αυτού του χώρου· όμως τα αποτελέσματα θα ήταν παροδικά αν μια τέτοια απόφαση δεν συνοδευόταν από το δημοκρατικό φρόνημα των πολιτών και τη διαρκή επαγρύπνηση της κοινωνίας των πολιτών.
Όσα μέτρα και αν ληφθούν στο θεσμικό πλαίσιο των νόμων και της ηθικής ‒απαραίτητα, βέβαια‒ δεν θα αποδώσουν αν δεν τσακίσουμε τους μικροφασισμούς της καθημερινής ζωής, είτε αρχίζουν ατομικά, οπλίζοντας χέρια εκτελεστών, είτε δημιουργούν κοινωνικές συναρμογές που εμποδίζουν κάθε έκφραση διαφορετικότητας