Περισσότεροι από 95 εκατομμύρια Αμερικανοί έχουν ήδη ψηφίσει έως σήμερα στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, σύμφωνα με την καταμέτρηση του U.S. Elections Project στο πανεπιστήμιο της Φλόριντας.
Οι αριθμοί αυτοί προαναγγέλλουν ότι θα καταγραφεί η υψηλότερη συμμετοχή στη σύγχρονη ιστορία. Μία ημέρα πριν από την εκλογική αναμέτρηση, το ποσοστό συμμετοχής ανέρχεται σε 69%, όσο ήταν το συνολικό ποσοστό στις προεδρικές εκλογές του 2016.
Την κατακόρυφη αύξηση της επιστολικής ψήφου και την πρώιμη προσέλευση στις κάλπες προκάλεσε σε μεγάλο βαθμό η πανδημία κορωνοϊού, που ήδη έχει στοιχίσει περισσότερες από 230.000 ζωές στις ΗΠΑ.
Μεγάλος αριθμός των υποστηρικτών του Αμερικανού προέδρου αναμένεται να προσέλθει να ψηφίσει την ημέρα των εκλογών, καθώς ο Τραμπ έχει αμφισβητήσει επανειλημμένα τη διαδικασία της επιστολικής ψήφου.
Από την άλλη, οι Δημοκρατικοί επέλεξαν σε μεγάλο ποσοστό την πρώιμη ψηφοφορία, όχι μονάχα λόγω της πανδημίας, αλλά και λόγω των ενεργειών της διοίκησης Τραμπ να επιβραδύνει τη διαδικασία της επιστολικής ψήφου.
Οι ειδικοί προβλέπουν ότι η συμμετοχή θα ξεπεράσει εύκολα τα 138 εκατομμύρια, που ψήφισαν το 2016. Μονάχα 47 εκατομμύρια ψήφοι είχαν κατατεθεί πριν από την ημέρα των εκλογών, τέσσερα χρόνια πριν.
Τι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις
Οι δημοσκοπήσεις δίνουν προβάδισμα του Τζο Μπάιντεν σε εθνικό επίπεδο. Έρευνα του Reuters/Ipsos, που διεξήχθη το διάστημα 27-29 Οκτωβρίου, καταγράφει προβάδισμα του υποψηφίου των Δημοκρατικών με 53%, έναντι του Ντόναλντ Τραμπ.
Σε εθνικό επίπεδο, με βάση τον ιστότοπο RealClearPolitics που αναλύει τις διάφορες δημοσκοπήσεις, ο Μπάιντεν προηγείται κατά 6,7 μονάδες του Τραμπ. Συγκεντρώνει ποσοστό 51% στην πρόθεση ψήφου, έναντι 44,3% του Αμερικανού προέδρου. Αυτό το προβάδισμα παραμένει σταθερό εδώ και μήνες, αν και σε κάποιες περιόδους έφτασε ακόμη και σε διψήφιο ποσοστό.
Οι κρίσιμες πολιτείες
Το προβάδισμα του Μπάιντεν είναι υπερδιπλάσιο εκείνου που είχε η Χίλαρι Κλίντον την παραμονή των εκλογών του 2016. Τότε, οι δημοσκοπήσεις έπεσαν μέσα σε ό,τι αφορά τη λαϊκή ψήφο, την οποία κέρδισε η υποψήφια των Δημοκρατικών και πρώην υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Όμως, για να φτάσει ένας υποψήφιος στον Λευκό Οίκο δεν αρκεί να κερδίσει τη λαϊκή ψήφο, αλλά την πλειοψηφία των εκλεκτόρων που αναδεικνύονται σε κάθε πολιτεία ξεχωριστά. Για τον λόγο αυτό όλη η προσοχή είναι στραμμένη σε μερικές πολιτείες, οι οποίες μπορεί αυτή τη φορά να αλλάξουν «χρώμα» και να περάσουν από το ένα κόμμα στο άλλο.
Ο Μπάιντεν προηγείται άνετα στο Μίσιγκαν (+5,1 μονάδες από τον Τραμπ) και το Ουισκόνσιν (+6,6), δύο πολιτείες των βόρειων ΗΠΑ τις οποίες είχαν κερδίσει οι Ρεπουμπλικάνοι πριν από τέσσερα χρόνια και συνέβαλαν στη νίκη του Τραμπ. Στην Πενσιλβάνια, άλλη μια Πολιτεία την οποία παρακολουθούν στενά τα εκλογικά επιτελεία, το προβάδισμά του είναι μικρότερο, στις 4,3 μονάδες, πολύ κοντά δηλαδή στο στατιστικό περιθώριο λάθους των δημοσκοπήσεων.
Στις νότιες Πολιτείες, οι δύο υποψήφιοι θα δώσουν μάχη στήθος με στήθος. Στη Φλόριντα κανείς δεν έχει σαφές προβάδισμα: σύμφωνα με την τελευταία δημοσκόπηση της New York Times/Siena, ο Μπάιντεν προηγείται με 3 μονάδες, όμως εκείνη της Washington Post/ABC News φέρνει μπροστά τον Τραμπ, με 2 μονάδες.
Το ίδιο ισχύει και στην Αριζόνα, όπου φέρεται να προηγείται ο Μπάιντεν, αλλά μόλις με 1 μονάδα διαφορά (κατά μέσο όρο). Στη Βόρεια Καρολίνα ο Τραμπ δείχνει να ανατρέπει την κατάσταση και προηγείται οριακά, με 0,6 της μονάδας.
Άλλοι εξειδικευμένοι ιστότοποι, όπως ο FiveThirtyEight, υπολογίζουν διαφορετικά τους μέσους όρους των δημοσκοπήσεων και δίνουν διαφορετικά στοιχεία, συνήθως πιο ευνοϊκά για τους Δημοκρατικούς.
Στις Πολιτείες-κλειδιά όμως, ινστιτούτα δημοσκοπήσεων που πρόσκεινται στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα δίνουν το πλεονέκτημα στον απερχόμενο πρόεδρο. Κάποια από αυτά, όπως το Trafalgar, κατηγορούνται ότι είναι κομματικά όργανα και χρησιμοποιούν μια μεθοδολογία που αμφισβητείται από πολλούς άλλους παρατηρητές και δημοσκόπους, ωστόσο τα ίδια σημειώνουν ότι είχαν προβλέψει τη νίκη του Τραμπ το 2016.
Με πληροφορίες από ΑΠΕ/ AFP, Reuters