Σε σταθερά χαμηλά επίπεδα διατηρείται το ιικό φορτίο στα λύματα της Θεσσαλονίκης, για μία ακόμη εβδομάδα, σύμφωνα με την έρευνα του ΑΠΘ.
Παράλληλα, σε εξέλιξη είναι η έρευνα, προκειμένου να διαπιστωθεί πότε έφτασε στη βόρεια Ελλάδα το μεταλλαγμένο στέλεχος του κορωνοϊού, το οποίο εντοπίστηκε αρχικά στη Βρετανία.
Η σύγκριση των αναλύσεων από τα δείγματα στις 20/1, 22/1 και 25/1, με τις αντίστοιχες από τις 13, 15 και 18 Ιανουαρίου επιβεβαιώνει ότι η συγκέντρωση του γονιδιώματος του κορωνοϊού στα αστικά υγρά απόβλητα της Θεσσαλονίκης παραμένει στα ίδια επίπεδα, συνεχίζοντας το μοτίβο των οριακών αυξομειώσεων από μέτρηση σε μέτρηση.
«Μέχρι στιγμής δεν βλέπουμε να έχει κάποια επίπτωση στην επιδημιολογική εικόνα της πόλης το άνοιγμα των δομών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, ενώ είναι νωρίς ακόμη για να αποτιμηθεί το άνοιγμα των καταστημάτων λιανεμπορίου με βάση τις εικόνες συνωστισμού που παρατηρήθηκαν κάποιες μέρες», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
Έρευνες για το βρετανικό στέλεχος
Η επιβεβαίωση κρουσμάτων με το μεταλλαγμένο βρετανικό στέλεχος του ιού στη βόρεια Ελλάδα είναι μία εξέλιξη, αναμενόμενη, καθότι είναι πολύ πιο μεταδοτικό, αλλά και ανησυχητική για την πορεία της πανδημίας και στην πόλη, επεσήμανε ο κ. Παπαϊωάννου. «Γι' αυτό θα πρέπει να μας θέσει σε συναγερμό για την απαρέγκλιτη τήρηση των μέτρων πρόληψης και αυτοπροστασίας, συμπλήρωσε.
«Με μεγάλες απώλειες φτάσαμε σε ένα καλό σημείο. Στον παραμικρό εφησυχασμό είναι πολύ εύκολο να ανατραπούν τα πάντα, κρίνοντας από το τι συμβαίνει στην κεντρική Ευρώπη και πόσο πιο εύκολα μεταδίδεται το μεταλλαγμένο στέλεχος και με τι ρυθμό εξαπλώνεται στον πληθυσμό», πρόσθεσε ο πρύτανης του ΑΠΘ.
Στο μεταξύ, σε εξέλιξη είναι η προσπάθεια να εξακριβωθεί πότε εισήλθε το βρετανικό στέλεχος στη βόρεια Ελλάδα, με την επανεξέταση των παλιών δειγμάτων που έχουν διατηρηθεί στο εργαστήριο, ενώ αντίστοιχη έρευνα γίνεται από άλλα εργαστήρια για την υπόλοιπη Ελλάδα.
«Εφόσον πρόκειται για πολύ πιο μεταδοτικό στέλεχος και έχει εισέλθει στη χώρα, είναι πολύ πιθανόν και να επικρατήσει, σε κάποιο σημείο τα πιο πολλά θετικά δείγματα θα είναι του μεταλλαγμένου στελέχους. Γι' αυτό είναι πολύ πιο έντονη και η ανάγκη να τηρούμε πιο αυστηρά και εντατικά τα μέτρα προφύλαξης, που όλοι γνωρίζουμε», δήλωσε η καθηγήτρια Άννα Παπά Κονιδάρη, διευθύντρια του Α' Εργαστηρίου Μικροβιολογίας του ΑΠΘ, μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων του υπουργείου Υγείας αλλά και της Ομάδας Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ.
Στο μεταξύ συνεχίζεται η προσπάθεια εντοπισμού του μεταλλαγμένου στελέχους του ιού στα λύματα κάτι που όπως εξήγησε ο καθηγητής Χημείας του ΑΠΘ, Θόδωρος Καραπάντσιος «απαιτεί διαφορετική μεθοδολογία σε σχέση με την εξέταση ρινοφαρυγγικού ή στοματοφαρυγγικού επιχρίσματος, αλλά εφόσον επιβεβαιωθεί θα δώσει πολύ σημαντική πληροφορία για τη διασπορά του νέου στελέχους».