Οκτώ στους δέκα θανάτους από κορωνοϊό (84,6%), που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα, αφορούν άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω, ενώ μόλις το 17% των περιστατικών της νόσου είναι άτομα αυτής της ηλικιακής ομάδας.
Σύμφωνα με μελέτη στο Ηνωμένο Βασίλειο για την εκτίμηση του σχετικού κινδύνου θανάτου από τη λοίμωξη που προκαλεί ο νέος κορωνοϊός, τα άτομα ηλικίας 80 ετών και άνω έχουν έως και 20 φορές αυξημένο κίνδυνο να καταλήξουν λόγω της νόσου σε σχέση με τα άτομα ηλικίας 50 έως 59 ετών, ενώ ο κίνδυνος είναι εξαπλάσιος για τα άτομα ηλικίας 70 έως 79 ετών.
Μια άλλη μελέτη, αλλά στον γενικό πληθυσμό της Βρετανίας, κατέδειξε ότι έως τα μέσα καλοκαιριού είχαν σημειωθεί 1.316 θάνατοι ανά 100.000 κατοίκους ηλικίας 90 ετών και άνω, 577 θάνατοι ανά 100.000 κατοίκους ηλικίας 80 έως 89, 152 θάνατοι ανά 100.000 κατοίκους 60 έως 69 ετών και μόλις 1 θάνατος ανά 100.000 κατοίκους ηλικίας 19 έως 29 ετών.
Η καθηγήτρια Υγιεινής-Eπιδημιολογίας, διευθύντρια του Εργαστηρίου Υγιεινής, Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής της Ιατρικής Σχολής του ΕΚΠΑ, Παγώνα Λάγιου, μιλώντας στην Καθημερινή, τόνισε ότι «η ηλικία παραμένει ένας ισχυρότατος παράγοντας κινδύνου για σοβαρή νόσηση από την COVID-19, τόσο από μόνη της όσο και μαζί με τις παθήσεις που συχνά συνοδεύουν τα ηλικιωμένα άτομα. Αντιθέτως, τα παιδιά σπάνια θα εμφανίσουν σοβαρή νόσο».
Οι νέοι συνήθως έχουν πιο ήπια λοίμωξη σε σχέση με τους ενήλικες. Τα συχνότερα συμπτώματα της COVID-19 είναι πυρετός, βήχας και ξηρός λαιμός, ενώ κάποιοι μπορεί να έχουν γαστρεντερικά προβλήματα ή να χάσουν την αίσθηση της όσφρησης και της γεύσης. Στα νεότερα παιδιά τα συμπτώματα είναι πολύ ήπια, ή δεν εμφανίζονται καθόλου.
Όπως σημείωσε η κυρία Λάγιου, «σε αυτόν τον ιό και σε αντίθεση με το τι βλέπουμε με άλλες ιογενείς λοιμώξεις όπως πολύ χαρακτηριστικά με τη γρίπη, τα παιδιά δεν είναι αυτά που οδηγούν την επιδημία.
Και αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο επιλέξαμε να ανοίξουμε πρώτα την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Και μέχρι σήμερα δεν έχουν παρατηρηθεί σημαντικά προβλήματα με συρροές κρουσμάτων στα σχολεία. Διατηρούμε επιφυλάξεις σχετικά με τις μεγαλύτερες ηλικίες, δηλαδή τα παιδιά του λυκείου και τα οποία συμπεριφέρονται σαν ενήλικες σε ό,τι αφορά τη διάδοση της επιδημίας».
Στην Ελλάδα, ο μέσος όρος ηλικίας των κρουσμάτων, που έχουν καταγραφεί από την αρχή της επιδημίας, είναι τα 44 έτη. Μόλις το 6,2% των κρουσμάτων είναι άτομα ηλικίας έως 17 ετών.
Αντιθέτως, τα περισσότερα κρούσματα έχουν καταγραφεί σε άτομα ηλικίας 40 έως 64 ετών (41,6% των συνολικών διαγνώσεων), ακολουθούν τα άτομα ηλικίας 18 έως 39 ετών (35,2% των κρουσμάτων) και τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω (17%). Μέχρι και την Παρασκευή δεν είχε καταγραφεί στην Ελλάδα θάνατος λόγω της νόσου σε παιδιά και εφήβους, και ελάχιστοι μεταξύ των ασθενών ηλικίας 18 έως 39 ετών (0,8% του συνόλου των θανάτων).