Η ΑΠΟΧΩΡΗΣΗ ΤΩΝ ΑΜΕΡΙΚΑΝΩΝ και των άλλων νατοϊκών από το Αφγανιστάν μετά τη στρατιωτική νίκη των Ταλιμπάν, έδωσε, άλλη μια φορά, την ευκαιρία για την "ήττα της Δύσης". Σε μερικούς ως διαπίστωση γεωστρατηγική, σε άλλους με μια δόση ιδεολογικής χαιρεκακίας και σε κάποιους τρίτους δίκην συμπεράσματος από τις εντυπώσεις των τελευταίων ημερών. Οι γενειοφόροι με τα καλάσνικωφ που χαίρονται σαν παιδιά στα Καρουζέλ και απαντούν στις ερωτήσεις των δημοσιογράφων, έρχονται έτσι να σφραγίσουν μια έκφραση που έχει παρελθόν και τώρα τελευταία απόκτησε έρεισμα σε δημοσιογραφικές περιγραφές και όχι πια σε φιλοσοφικές και μελλοντολογικές πραγματείες.
Ηττήθηκε λοιπόν η Δύση στη Καμπούλ και στην Κανταχάρ; Η εκδοχή που μοιάζει περισσότερο πειστική είναι ότι σε διάφορα μέτωπα έχουμε οπισθοχώρηση αρχών και εξουσιών που συνδέθηκαν με τον ευρω-αμερικανικό κόσμο. Μπορεί να το δει κανείς στενά ως αποτυχία ενός μοντέλου στρατιωτικής και πολιτικής επέμβασης του τέλους του εικοστού αιώνα. Αν ψάξουμε όμως βαθύτερα θα ήταν πιο σωστό να μιλήσουμε για περιορισμό, συρρίκνωση φιλοδοξιών ή «υποβιβασμό» των κλασικών κέντρων της Δύσης. Αξίες και πρακτικές που ζυμώθηκαν στον ευρω-αμερικανικό κόσμο, ο φιλελεύθερος ατομικισμός, ο χωρισμός της πολιτικής από τη θρησκεία, η ιδέα πως το ελεύθερο εμπόριο και ο καπιταλισμός μπορεί να νικήσουν τις φυλετικές και αρχαϊκές διαιρέσεις, δοκιμάζονται σκληρά και σε πολλές περιοχές του πλανήτη. Μια ορισμένη σύλληψη της δυτικής ισχύος δεν πείθει πια ότι μπορεί να εγγυηθεί τη συνεχή άνοδο των πρωτοκοσμικών μεσαίων τάξεων ή τη διατήρηση των ισορροπιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Η «ριζοσπαστική» νεωτερικότητα προσκρούει σε όρια τα οποία δεν είχαν ενσωματωθεί στις κύριες φιλοσοφίες της δυτικής επέκτασης: όρια οικολογικά, όρια ανθρωπολογικά και πολιτισμικά.
Και παρόλα αυτά, η ιδέα πως η Δύση ηττάται έχει κάτι το παραπλανητικό. Στις κυρίαρχες δυτικές συνθέσεις της νεωτερικής εποχής είχαμε τα συνταγματικά πολιτεύματα αλλά και την επιτάχυνση των τεχνολογικών αλλαγών, τις αστικές και πολιτικές ελευθερίες μαζί με την επέκταση νέων μορφών οργανωμένης εγκληματικότητας και βίας. Επομένως, μπορούμε να πούμε πως στα αντιδραστικά κινήματα που αναδύθηκαν στο πέρασμα από τον εικοστό στον εικοστό πρώτο αιώνα ενσωματώνονται είτε οι ουδέτερες (τεχνολογικές) είτε οι πιο σκοτεινές της παραδόσεις. Παραδόσεις του πολιτικού αυταρχισμού συναντούν την απωθημένη θρησκευτική βία και μαζί με τις νέες τεχνολογίες της επικοινωνίας και του τρόμου συνθέτουν καινούριες, υβριδικές πραγματικότητες.
Μια ορισμένη σύλληψη της δυτικής ισχύος δεν πείθει πια ότι μπορεί να εγγυηθεί τη συνεχή άνοδο των πρωτοκοσμικών μεσαίων τάξεων ή τη διατήρηση των ισορροπιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Η «ριζοσπαστική» νεωτερικότητα προσκρούει σε όρια τα οποία δεν είχαν ενσωματωθεί στις κύριες φιλοσοφίες της δυτικής επέκτασης: όρια οικολογικά, όρια ανθρωπολογικά και πολιτισμικά.
Νέες μαφίες και ναρκω-κινήματα, εγκληματικές σέχτες και επιδοτούμενα από μεγάλους κεφαλαιούχους αντάρτικα, ζώνες που έχουν αποσχιστεί από το Κράτος Δικαίου και τις στοιχειώδεις πρόνοιές του, όλα αυτά είναι ίσως πιο σημαντικά από μια στρατιωτική ήττα στο Αφγανιστάν ή αλλού. Στρατιωτικές αποτυχίες, επιμέρους φιάσκο σε πολιτικά πειράματα ή πισωγυρίσματα είναι πράγματα που έχουν συμβεί ξανά και ξανά, παρά το ότι στην περίπτωση του Αφγανιστάν εντυπωσιάζουν τα χρήματα και το αίμα που χύθηκε είκοσι χρόνια για ένα πουκάμισο αδειανό.
Πρέπει να φυλαγόμαστε από τη μόδα της δυτικής αυτό-υποτίμησης και της τάσης που βλέπει τον δυτικό πολιτισμό ως ένα συνεχές από γενοκτονίες, απάτες και εκμεταλλευτικές πράξεις. Η αντίσταση στις φιλοσοφίες της ενοχοποίησης και του στιγματισμού, δεν χρειάζεται να γίνεται υπεκφυγή ή υποτίμηση των απειλών στο όνομα της ιστορικής αισιοδοξίας. Η οικολογική κρίση, οι διεφθαρμένες και σάπιες ηγεσίες, οι ανισότητες που σε μερικές περιπτώσεις ξεπερνούν κάθε προηγούμενο, δεν μπορεί να βαφτιστούν ούτε νίκη ούτε πρόοδος: είναι ήττες βαθύτερες και, κάποιες ίσως ανεπανόρθωτες.
Τώρα μιλάμε για τους Ταλιμπάν παρακολουθώντας τις φριχτές σκηνές της φυγής – ή μάλλον της ανέφικτης πια απόδρασης- από το αεροδρόμιο της Καμπούλ. Ακούμε τα διαγγέλματα του Τζο Μπάιντεν κι έχουμε το νου μας (εμείς ειδικά) στο παιχνίδι του Ερντογάν και το ενδεχόμενο του μεγάλου προσφυγικού κύματος. Ίσως η συζήτηση για την ήττα της Δύσης να μη μπορεί να βρει θέση σε μια χώρα όπου θα την σφετεριστούν οι μύδροι του κάθε Βελόπουλου, οι παλιοί-καλοί αντιαμερικανισμοί ή κάποιοι όψιμοι νεοσυντηρητικοί κήρυκες που αγκαλιάζουν την ιδέα της ‘δυτικής παρακμής’, όπως έκαναν οι πρόγονοί τους το 1930 ή το 1980. Είναι όμως μια συζήτηση που έχει αξία και νόημα γιατί απαντάει σε πραγματικές αγωνίες και όχι μόνο στα προσχηματικά ιδεολογικά παιχνίδια. Και θα ήταν ευτύχημα να συζητούν για τις αποτυχίες και τις κρίσεις της Δύσης αυτοί που θέλουν να σώσουν τις βασικές της υποσχέσεις, αναθεωρώντας κάποιες από τις αυταπάτες της και όχι εκείνοι που, έτσι κι αλλιώς, τη μισούν.