Ένας στόλος πανάκριβων αυτοκινήτων της Maserati, που αγοράστηκε από την κυβέρνηση της Παπούα Νέας Γουινέας για τη σύνοδο κορυφής των ηγετών Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας-Ειρηνικού το 2018, είχε προκαλέσει έντονες κοινωνικές αντιδράσεις στη χώρα λόγω του κόστους τους. Πλέον τα εν λόγω οχήματα πωλούνται με έκπτωση, σε μια προσπάθεια να βρεθούν αγοραστές.
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών της χώρας, Τζον Πουντάρι, παραδέχτηκε ότι η αγορά των πολυτελών οχημάτων ήταν «τρομερό λάθος», καθώς ανακοίνωσε ότι τα οχήματα θα διατεθούν στην αγορά με τιμή έκπτωσης, περίπου 98.000 ευρώ.
Η κυβέρνηση, με επικεφαλής τον πρώην πρωθυπουργό Πίτερ Ο' Νιλ, αγόρασε τα αυτοκίνητα πριν τρία χρόνια έναντι 122.000 ευρώ. Συνολικά, ξοδεύτηκαν σχεδόν 5 εκατομμύρια ευρώ για την αγορά όλου του στόλου.
«Αν είχαμε κάποια προνοητικότητα, οι Maserati δε θα είχαν αγοραστεί από την αρχή. Κάναμε ένα τρομερό λάθος. Εφόσον δεν έχουμε εμπόρους της Maserati στην Παπούα Νέα Γουινέα, δεν υπήρχε και λόγος τις αγοράσουμε», είπε ο υπουργός Οικονομικών.
Τα πολυτελή οχήματα αγοράστηκαν από έναν έμπορο στη Σρι Λάνκα και μεταφέρθηκαν στη χώρα με αεροπλάνο. Η χρησιμότητά τους αφορούσε μονάχα τις μεταφορές των ηγετών που παραβρέθηκαν στη σύνοδο κορυφής του 2018. Ωστόσο, λόγω της διαμάχης που ξέσπασε κυρίως λόγω του κόστους τους, ορισμένοι ηγέτες όπως η πρωθυπουργός της Νέας Ζηλανδίας, Τζασίντα Άρντερν αρνήθηκαν να μεταφέρονται με αυτά.
Για να περιορίσει τις αντιδράσεις, ο τότε υπουργός, Τζάστιν Τκατσένκο, είχε υποσχεθεί ότι τα οχήματα θα «πουληθούν σαν ζεστά κέικ». Τρία χρόνια αργότερα, μόνο δύο έχουν τελικά πουληθεί στην αρχική τιμή.
Ο Πολ Μπάρκερ, εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Εθνικών Υποθέσεων της χώρας υπήρξε έντονος επικριτής της αγοράς των οχημάτων και εξέφρασε σκεπτικισμό για τον ισχυρισμό της κυβέρνησης ότι θα βρει αγορά για τα αυτοκίνητα μετά το τέλος της συνόδου, λέγοντας τότε ότι τα οχήματα ήταν ακατάλληλα για τους τοπικούς δρόμους ενώ δεν υπήρχαν και κατάλληλες υποδομές εντός της χώρας για τη συντήρηση των αυτοκινήτων.
Με πληροφορίες από Guardian