Καθώς οι κραυγές διαμαρτυρίας των εξοργισμένων Ιρανών συνεχίζουν να ηχούν στους δρόμους της χώρας, και αντανακλώνται σε βίντεο που αναρτήθηκαν στα social media, το CNN παρουσιάζει τρεις ιστορίες που διαμόρφωσαν το κίνημα ένα μήνα μετά τη σύλληψη της Μάχσα Αμινί.
Μέχρι σήμερα, περισσότερα από 1.000 άτομα έχουν συλληφθεί σε όλο το Ιράν, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων IRNA. Τουλάχιστον 40 δημοσιογράφοι συγκαταλέγονται μεταξύ των συλληφθέντων, σύμφωνα με την Επιτροπή για την Προστασία των Δημοσιογράφων, ενώ μια αρκετοί αθλητές έχουν συλληφθεί ή κρατούνται για ανάκριση.
Ο τραγουδιστής
Το τραγούδι «Baraye» του Shervin Hajipour, που στα αγγλικά μεταφράζεται ως «Για...», μετρά εκατομμύρια views σε όλο τον κόσμο.
Η συγκινητική μπαλάντα διάρκειας δυόμισι λεπτών βασίζεται σε tweets που συνέθεσαν Ιρανοί εκφράζοντας την οργή και την απογοήτευσή τους για την κυβέρνηση. Ο Hajipour τραγουδά απεγνωσμένα για αδικίες που κυμαίνονται από «το χορό στο δρόμο», «τη λαχτάρα για μια φυσιολογική ζωή» μέχρι «τα παιδιά που ψάχνουν στα σκουπίδια αναζητώντας τα όνειρά τους».
Ο νεαρός ανερχόμενος τραγουδιστής δεν φανταζόταν πόσο μεγάλη απήχηση θα είχε το τραγούδι του.
Ο Hajipour δημοσίευσε ένα βίντεο να τραγουδάει το «Baraye» στο Instagram την Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου και συνελήφθη δύο ημέρες αργότερα. Το τραγούδι είχε πάνω από 40 εκατομμύρια views στη σελίδα του στο Instagram πριν το κατεβάσει την ημέρα της σύλληψής του.
Ο 25χρονος τραγουδιστής κλήθηκε στο αστυνομικό τμήμα για ανάκριση με την κατηγορία της «προτροπής σε διαμαρτυρία», σύμφωνα με το ιρανικό πρακτορείο ειδήσεων Entekhab.
Τις ημέρες που ακολούθησαν τη σύλληψή του, διέγραψε εντελώς τη σελίδα του στο Instagram, αλλά το τραγούδι του είχε ήδη γίνει viral και οι Ιρανοί κάλεσαν ο ένας τον άλλον να συνεχίσουν να μοιράζονται το τραγούδι για να ενισχύσουν τη φωνή του και, κατά συνέπεια, τα παράπονά τους.
Το «Baraye» έγινε σύντομα ύμνος για τις παγκόσμιες διαμαρτυρίες και συγκεντρώσεις που πραγματοποιήθηκαν την ημέρα αλληλεγγύης που ονομάστηκε «Συλλαλητήριο Ελευθερίας για το Ιράν». Την 1η Οκτωβρίου, πλήθη Ιρανών σε όλο τον κόσμο σε περισσότερες από 200 πόλεις, όπως Μελβούρνη, Τόκιο, Βρυξέλλες, Παρίσι, Λονδίνο, Λος Άντζελες και Τορόντο, διαδήλωσαν στους δρόμους, ενώ κάποιοι τραγουδούσαν τους στίχους του τραγουδιού.
Ο κόσμος άρχισε να ζητά να προταθεί το τραγούδι του Hajipour για Grammy στην κατηγορία «Best Song for Social Change». Το νεοσύστατο βραβείο «αναγνωρίζει ένα τραγούδι που είχε βαθιά κοινωνική επιρροή και αντίκτυπο» και «που ανταποκρίνεται στα κοινωνικά ζητήματα της εποχής μας και έχει τη δυνατότητα θετικού παγκόσμιου αντίκτυπου», σύμφωνα με την Recording Academy.
Τη Δευτέρα, το «Baraye» έλαβε 95.000 από τις 115.000 υποβολές για το νέο βραβείο Grammy, σύμφωνα με ανακοίνωση.
«Η Ακαδημία είναι βαθιά συγκινημένη από τον συντριπτικό όγκο των υποβολών για το "Baraye" του Shervin Hajipour για το νέο μας Special Merit Award, "Best Song for Social Change"», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο διευθύνων σύμβουλος Harvey Mason Jr.
«Υποστηρίζουμε σταθερά την ελευθερία της έκφρασης και την τέχνη που δημιουργείται για να ενδυναμώσει τις κοινότητες που έχουν ανάγκη. Επειδή η μουσική υπηρετεί τον κόσμο και η Recording Academy υπάρχει για να υπηρετεί τη μουσική».
Ο τραγουδιστής αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση στις 4 Οκτωβρίου, σύμφωνα με το κρατικό πρακτορείο ειδήσεων Tasnim, και τώρα αντιμετωπίζει κατηγορίες για διάδοση προπαγάνδας κατά του καθεστώτος και υποκίνηση σε πράξεις βίας, σύμφωνα με τον δικηγόρο του, Majid Kaveh. Η αδελφή του ενημέρωσε μέσω social media ότι ο αδελφός της βρίσκεται στο σπίτι του και περνάει χρόνο με την οικογένειά του.
«Είμαι απείρως ευγνώμων για όλη την καλοσύνη σας προς το πρόσωπό μου κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου», έγραψε ο τραγουδιστής την ημέρα που αφέθηκε ελεύθερος σε ανάρτηση στο Instagram, που ενεργοποίησε εκ νέου. «Ήθελα να σας πω ότι είμαι καλά». Ο Hajipour έγραψε ότι απογοητεύτηκε που το τραγούδι του πολιτικοποιήθηκε.
«Δεν θα γίνω μαριονέτα των ανθρώπων που δεν νοιάζονται για μένα, εσάς και αυτή τη χώρα», έγραψε.
Μια εβδομάδα αργότερα, ο Hajipour απευθύνθηκε στους φανς του με βιντεοσκοπημένο μήνυμα μέσω Instagram, παρακαλώντας τους Ιρανούς να συμπεριφέρονται ο ένας στον άλλον σαν οικογένεια σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς. «Εξάλλου, είμαστε όλοι από το ίδιο έδαφος και το ίδιο αίμα... και θα ήθελα οι αρχές, ιδιαίτερα σε αυτές τις συνθήκες, να προσεγγίζουν τους ανθρώπους, που βρίσκονται σε παρόμοια κατάσταση με εμένα, όπως κάνουν οι γονείς με τα παιδιά τους», είπε.
Το βιντεοσκοπημένο μήνυμα προκάλεσε ανησυχίες μεταξύ των σκεπτικιστών Ιρανών ότι η δήλωση του Hajipour εξαναγκάστηκε από τις ιρανικές αρχές λόγω ενός αγνώστου που καθόταν στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου όπου είχε καταγράψει το βίντεο.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών του Ιράν, αρμόδιος για την ασφάλεια και την αστυνομία, Seyed Majid Mirahmadi, διέψευσε τους ισχυρισμούς λέγοντας ότι από τότε που ο τραγουδιστής αφέθηκε ελεύθερος, τα όποια βίντεο και ισχυρισμοί έγιναν με δική του πρωτοβουλία, προσθέτοντας ότι «δεν εξαναγκάστηκε να δημοσιεύσει βίντεο με τον εαυτό του», σύμφωνα με το ημιεπίσημο πρακτορείο ειδήσεων της χώρας ISNA.
Η δημοσιογράφος
Η Ιρανή δημοσιογράφος που μετέδωσε την είδηση θανάτου της 22χρονης Μάχσα Αμινί εξακολουθεί να τελεί υπό κράτηση και αναμένει διευκρινίσεις σχετικά με τις κατηγορίες που της απαγγέλθηκαν, σύμφωνα με τον σύζυγό της Mohammad Hossein Ajorloo.
Η Niloofar Hamedi, δημοσιογράφος της εφημερίδας Shargh Daily στην Τεχεράνη, είχε αναλάβει να καλύψει την ιστορία της Αμινί, δήλωσε σε δημοσίευμά της η Shahrzad Hemmati, συντάκτρια της Shargh Daily.
Καλύπτοντας το δημοτικό θέμα, η Hamedi πήγε στο νοσοκομείο Κάσρα της Τεχεράνης, όπου η Αμινί νοσηλευόταν και ήταν συγκεντρωμένη η οικογένειά της. Στη συνέχεια ανέβασε στο Twitter μια φωτογραφία στον έκτοτε ανασταλμένο λογαριασμό της στο Twitter, όπου ο πατέρας και η γιαγιά της Μάχσα κλαίνε και αγκαλιάζουν ο ένας τον άλλον στους διαδρόμους. Η Αμινί πέθανε την ίδια μέρα, στις 16 Σεπτεμβρίου.
Λίγες ημέρες αργότερα, αφού ξέσπασαν διαδηλώσεις οργής για τον θάνατο της Αμινί, πράκτορες του Υπουργείου Πληροφοριών του Ιράν εισέβαλαν στο σπίτι της Hamedi και τη συνέλαβαν, λέγοντας ότι είχαν ένταλμα σύλληψης χωρίς να δώσουν περισσότερες λεπτομέρειες, εξήγησε ο σύζυγός της στα social media.
«Αν και μας έδειξαν κάποια έγγραφα, δεν μας επέτρεψαν να τα διαβάσουμε», δήλωσε.
Οι πράκτορες ερεύνησαν το σπίτι του ζευγαριού και κατέσχεσαν όλες τις ηλεκτρονικές συσκευές τους, συμπεριλαμβανομένων κινητών τηλεφώνων και φορητών υπολογιστών. «Σε αντίθεση με το νόμο, δεν μας παρέδωσαν το δεύτερο αντίγραφο της έκθεσης επιθεώρησης του σπιτιού», εξήγησε ο Ajorloo.
Στη συνέχεια η Niloofar μεταφέρθηκε στη φυλακή Εβίν, όπου ο σύζυγός της δήλωσε ότι η υπόθεσή της ερευνάται. Η φυλακή Εβίν της Τεχεράνης είναι ένα διαβόητα βίαιο σωφρονιστικό κατάστημα όπου το καθεστώς φυλακίζει πολιτικούς αντιφρονούντες και προορίζεται αποκλειστικά για κρατούμενους που διαχειρίζεται το Υπουργείο Πληροφοριών του Ιράν.
Στις 2 Οκτωβρίου, ο Ajorloo δήλωσε ότι η σύζυγός του του τηλεφώνησε από τη φυλακή για να του πει ότι βγήκε από την απομόνωση, όπου περνούσε την ώρα της κάνοντας γιόγκα, αλλά δεν της επιτράπηκε να διευκρινίσει περαιτέρω την κατάστασή της.
Την 13η ημέρα φυλάκισής της, είπε στον σύζυγό της ότι είναι καλά και μοιράζεται ένα κελί με άλλες οκτώ γυναίκες κρατούμενες, όπως έγραψε ο ίδιος στα social media.
Ο Ajorloo λέει ότι εξακολουθεί να μην έχει καμία πληροφορία για την υπόθεση της συζύγου του και δεν έχει ιδέα αν και πότε θα αποφυλακιστεί.
برای هر سه شما که عاشق ایران و در رویای آزادی هستید.#نیلوفر_حامدی#صبا_شعردوست#میلاد_فدایی_اصل pic.twitter.com/C5VMyoEKGd
— محمدحسین آجورلو (@mohamadhosein_2) October 10, 2022
«Οι συχνές κλήσεις από αναγνώστες της εφημερίδας Shargh Daily που ρωτούν για την Niloofar, το πώς κομπιάζουν στη γραμμή, είναι σημάδι ότι ήταν η φωνή του λαού», δήλωσε η συντάκτρια της Shargh Hemmati στο άρθρο της.
Και φαινομενικά απευθυνόμενη σε δικαστή γράφει: «Είμαστε δημοσιογράφοι κ. Δικαστή, επιτρέψτε μας να είμαστε ατρόμητοι και χωρίς το φόβο να χαρακτηριστούμε πολιτικοποιημένοι, με αυτούς τους γελοίους αλλά και θλιβερούς μισθούς, να είμαστε ευτυχείς που αναμεταδίδουμε τη φωνή του λαού».
Η Hemmati τελειώνει το άρθρο της λέγοντας ότι οι δημοσιογράφοι περιμένουν την ημέρα που θα μπορούν πραγματικά να πιστεύουν ότι δεν θα απειλούνται για να πουν την αλήθεια.
نیلوفر همیشه میگه باید از سختیها هم عکس بگیریم تا یادمون بمونه خوشیها با چه مشقتی به دست اومده.
— محمدحسین آجورلو (@mohamadhosein_2) October 11, 2022
این عکس یکی از همون لحظاته؛ شب قبل از صعود سبلان که نیلوفر ارتفاعزده بود و نمیدونستم فردا چی میشه.
این روزها هم هرچند تلخ و سخت، میگذره و روز جشن بزرگ آزادی میرسه.#نیلوفر_حامدی pic.twitter.com/bo96fw7cYC
Τις τελευταίες ημέρες, ο σύζυγος της Hamedi άρχισε να μοιράζεται προσωπικές φωτογραφίες του ζευγαριού στα social media, μιλώντας για τη λαχτάρα και την ανησυχία του για τη γυναίκα του.
«Η Niloofar λέει πάντα ότι πρέπει να βγάζουμε φωτογραφίες από τις δυσκολίες, ώστε να θυμόμαστε πόσο δύσκολο ήταν να πετύχουμε την ευτυχία», έγραψε ο Ajorloo σε ένα tweet που μοιράστηκε μια φωτογραφία που φαίνεται να είναι το ζευγάρι σε κατασκήνωση. «Αυτή η φωτογραφία είναι μια από αυτές τις στιγμές: Η νύχτα πριν από την ανάβαση στο Sabalan [βουνό], όταν η Niloofar υπέφερε λόγω υψομέτρου και δεν ήξερα τι θα συνέβαινε αύριο», γράφει. «Αυτές οι μέρες, όσο πικρές και δύσκολες κι αν είναι, θα περάσουν και η μέρα της μεγάλης γιορτής της ελευθερίας έρχεται».
روز بازداشت نیلوفر، بهش گفتم یادت نره تو از همه اینا قویتری. امروز که باهم حرف زدیم گفت حرف اون روزت هنوز توی گوشمه.
— محمدحسین آجورلو (@mohamadhosein_2) October 9, 2022
دلم به قدرتت گرمه زن.
عکس برای همین چند ماه پیش، روی قله سبلان؛ وقتی در اوج شادی بودیم.#نیلوفر_حامدی pic.twitter.com/osKm3iUUGU
Ο Hamedi βρίσκεται φυλακισμένη στη φυλακή Εβίν για πάνω από 20 ημέρες, περιμένοντας μαζί με πολλούς άλλους φυλακισμένους δημοσιογράφους, ακτιβιστές και δικηγόρους ανθρωπίνων δικαιωμάτων που συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια των πιο πρόσφατων διαδηλώσεων.
Η αντιφρονούσα
Οι ιρανικές δυνάμεις ασφαλείας συνέλαβαν μια γυναίκα μετά την ευρεία κυκλοφορία στο διαδίκτυο μιας φωτογραφίας της ίδιας και μιας άλλης γυναίκας να τρώνε σε εστιατόριο της Τεχεράνης χωρίς τις μαντίλες τους, ανέφερε σε ανακοίνωσή του ένα από τα μέλη της οικογένειας των γυναικών.
Η φωτογραφία, η οποία πρωτοεμφανίστηκε στα social media στις 29 Σεπτεμβρίου, δείχνει δύο γυναίκες να παίρνουν πρωινό σε ένα είδος καφενείου που, όπως και τα περισσότερα καφενεία στο Ιράν, παραδοσιακά το επισκέπτονται άνδρες.
Μία από τις γυναίκες της φωτογραφίας, η Donya Rad, συνελήφθη λίγο μετά τη δημοσίευση της φωτογραφίας στο διαδίκτυο. Το CNN μίλησε με την αδελφή της, η οποία δήλωσε ότι οι υπηρεσίες ασφαλείας επικοινώνησαν με την Donya, καλώντας την να δώσει εξηγήσεις για τις πράξεις της.
«Αφού επισκέφθηκα το μέρος όπου συνελήφθη, μετά από μερικές ώρες χωρίς νέα, η Donya μου είπε σε ένα σύντομο τηλεφώνημα ότι μεταφέρθηκε στην πτέρυγα 209 της φυλακής Έρβιν», ανέφερε η αδελφή της σε ανάρτηση στα social media.
Η αδελφή της Donya έγραψε στο Twitter ότι η αδελφή της απελευθερώθηκε από τη φυλακή την περασμένη Κυριακή, πάνω από μια εβδομάδα μετά την αρχική της κράτηση. «Είμαι ευγνώμων στους φίλους που μας κατάλαβαν και μας στήριξαν», έγραψε.
Τις τελευταίες εβδομάδες, ενέργειες όπως αυτή - κατά τις οποίες γυναίκες αψηφούν τους θρησκευτικούς και πολιτιστικούς κανόνες στο Ιράν - δεν αποτελούν πλέον μεμονωμένα περιστατικά. Γυναίκες, μικρές και μεγάλες, εμφανίζονται να περπατούν στους δρόμους χωρίς μαντίλα και σε ορισμένες περιπτώσεις να χορεύουν με τη μαντίλα στα χέρια.