Ήδη προτού ο Μπετόβεν παρουσιάσει την Πρώτη του Συμφωνία ακριβώς στην αυγή του 19ου αιώνα, το είδος της συμφωνίας είχε αρχίσει να κερδίζει έδαφος ως το πιο καλλιτεχνικά περίπλοκο αλλά και αισθητικά ολοκληρωμένο μουσικό είδος. Μέχρι τότε, η κυρίαρχη πεποίθηση ήταν πως αποτελούσε – όπως και τα υπόλοιπα μουσικά είδη, άλλωστε – ένα μέσο διασκέδασης για κοινωνικές εκδηλώσεις.
Είδος δια ολίγους
Η Συμφωνία δεν ήταν μόνο σύνθετη ήταν… και δυσβάσταχτη οικονομικά στην υλοποίησή της. Οι μουσικοί ήταν περισσότεροι, η προετοιμασία χρονοβόρα και απαιτητική, ενώ ένα πολύ μικρό, εξειδικευμένο κοινό ενδιαφερόταν να αγοράσει τις παρτιτούρες του έργου. Ως είδος λοιπόν, έφερνε φήμη αλλά όχι χρήματα, ενώ ο συνθέτης θα έπρεπε να έχει δοκιμαστεί σε άλλες, μικρότερες και απλούστερες δημιουργίες προτού τολμήσει να βουτήξει στα βαθιά νερά της συμφωνίας.
Για πολλές δεκαετίες, η συμφωνία υπήρξε σχεδόν αποκλειστικά γερμανική υπόθεση. Κι αυτό, διότι ακόμα και μη Γερμανοί δημιουργοί ακολούθησαν τα χνάρια του Μπετόβεν. Ο σπουδαιότερος εξ αυτών διαφοροποιήθηκε από το γερμανικό ιδίωμα αποτυπώνοντας στα έργα του την ιδιοσυγκρασία του λαού του δεν ήταν άλλος από τον Πιότρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι.
Ξετυλίγοντας το νήμα της ζωής του Τσαϊκόφσκι
Προερχόμενος από οικογένεια στρατιωτικών, ο Τσαϊκόφσκι, έδειξε από μικρή ηλικία κλίση στη μουσική. Ωστόσο, οι μόνες προοπτικές για επαγγελματική ενασχόληση στον τομέα στην τότε Ρωσία ήταν, είτε η διδασκαλία σε κάποια ακαδημία, είτε ως μουσικός στο θέατρο. Και οι δύο επιλογές θεωρούνταν ποταπές, αντιπροσωπευτικές ατόμων από χαμηλότερη κοινωνική τάξη. Έτσι, ο συνθέτης κατέληξε σε οικοτροφείο από την ηλικία των δέκα, με τους γονείς του να τον προορίζουν για δημόσιο υπάλληλο.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του, ο Τσαϊκόφσκι δεν έπαψε να ενδιαφέρεται και να μελετά τη μουσική αλλά σε απόλυτα ερασιτεχνικό επίπεδο, ενώ τίποτα δεν προμήνυε ότι θα γινόταν ο συνθέτης που θα έδινε νέα πνοή στο συμφωνικό σύμπαν της χώρας του. Σαν νέος, επισκεπτόταν συχνά την όπερα με τους φίλους του και φαίνεται ότι έπαιζε μελωδίες στο πιάνο για να τους διασκεδάσει.
Τα δεδομένα άλλαξαν όταν ξεκίνησε να παρακολουθεί μαθήματα στη νεοϊδρυθείσα Ρωσική Μουσική Εταιρεία, την πρώτη μουσική σχολή που απευθυνόταν σε σπουδαστές όλων των κοινωνικών στρωμάτων. Βασικός στόχος της εταιρείας ήταν να υποστηρίξει και να προσφέρει εφόδια στους ταλαντούχους νέους μουσικούς της Ρωσίας.
Το προσωπικό ύφος
Στην Εταιρεία, ο Τσαϊκόφσκι εξελίχθηκε σε επαγγελματία μουσικό και γνώρισε τα βασικά έως τότε συμφωνικά ρεύματα, ενώ προχώρησε σε μια σημαντική διαπίστωση: οι συνθέσεις του δεν μπορούσαν να ενταχθούν ούτε στη λεγόμενη «κλασική» γερμανική σχολή, αλλά και ούτε στην εθνική ρωσική σχολή της «πεντάδας» Μπαλάκιρεφ, Μποροντίν, Κιουί, Μουσόργκσκι και Ρίμσκι-Κόρσακοφ. Καθώς ο Τσαϊκόφσκι έγινε ο διασημότερος μαθητής του Άντον Ρουμπινστάιν, συχνά ήταν ο εύκολος στόχος για κακεντρεχείς κριτικές από τους πέντε συνθέτες. Μέχρι το τέλος της ζωής του διατήρησε μια τυπική σχέση μαζί τους, χωρίς όμως να έχει ειλικρινή φιλία με κανέναν τους λόγω των αισθητικών τους διαφορών.
Η τελευταία πολυσυζητημένη Συμφωνία
Ο θάνατος του Τσαϊκόφσκι έχει αποτελέσει κατά καιρούς αφορμή για παραφιλολογίες και κουτσομπολιά και έχει συνδεθεί στενότατα με την περίφημη Έκτη Συμφωνία του, γνωστή και με το προσωνύμιο «Παθητική». Ο ίδιος έγραφε τον Οκτώβριο του 1893, μετά την ολοκλήρωσή της: «Μπορώ να πω με ειλικρίνεια πως ποτέ στη ζωή μου δεν ένιωσα περισσότερο ικανοποιημένος από τον εαυτό μου δημιουργώντας κάτι τόσο καλό όσο αυτό».
Ο μύθος γύρω από το έργο έχει αποτυπωθεί και στη λογοτεχνία, με τον Γερμανό συγγραφέα Κλάους Μαν (γιο του Τόμας) να γράφει ολόκληρο μυθιστόρημα γύρω από το θέμα, ενώ στον Μωρίς του Ε.Μ. Φόρστερ η «Παθητική» επανέρχεται συχνά ως μεταφορά για την ομοφυλοφιλία. Τι προκάλεσε, όμως, τόσο ενδιαφέρον, αλλά και έμπνευση;
Η ιστορία έχει ως εξής: Στις 28 Οκτωβρίου του 1893, ο συνθέτης διηύθυνε την πρεμιέρα της Έκτης στην Αγία Πετρούπολη. Το έργο γίνεται δεκτό από το κοινό με κάποια αμηχανία. Είναι φανερό ότι πρόκειται για την πιο προσωπική δημιουργία του. Το προσωνύμιο που τη συνοδεύει τότε είναι «Προγραμματική» και, πράγματι, ο Τσαϊκόφσκι έχει εκμυστηρευτεί στους οικείους του ότι η Συμφωνία βασίζεται σε μια σαφή προγραμματική ιδέα, την οποία όμως δεν θα αποκάλυπτε επ’ουδενί στο κοινό.
Της ζωής, του έρωτα και του θανάτου
Πέντε μέρες αργότερα, ο Τσαϊκόφσκι διαπράττει το ολέθριο λάθος: πίνει ένα ποτήρι νερό χωρίς αυτό να έχει προηγουμένως βραστεί, ένα επιβεβλημένο μέσο πρόληψης από την επιδημία χολέρας, που μάστιζε εκείνη την εποχή την Αγία Πετρούπολη. Στις 6 Νοεμβρίου, πεθαίνει από την ασθένεια που είχε φύγει από τη ζωή κι η μητέρα του. Ήταν, άραγε, αυτή η κίνηση μια μοιραία αβλεψία ή ένας τρόπος να βάλει τέλος στη ζωή του;
Το πένθιμο και ερεβώδες φινάλε της Έκτης είναι για κάποιους η προοικονομία για το τέλος του συνθέτη. Η συμφωνία καταλήγει με μια αίσθηση παραίτησης, σαν να έχει επέλθει η συγκαταβατική αποδοχή μίας υπαρξιακής ήττας. Άλλοι πιστεύουν ότι στο έργο εκφράζεται το απαγορευμένο και ανολοκλήρωτο πάθος του συνθέτη για τον ανιψιό του Βλαντιμίρ (ή Μπομπ) Ντάβιντοφ, στον οποίο άλλωστε είναι και αφιερωμένη η σύνθεση.
Σε κάθε περίπτωση, το μυστηριώδες τέλος του Τσαϊκόφσκι ταιριάζει απόλυτα στη γεμάτη αντιφάσεις ζωή του. Το κοινό τον λάτρεψε αλλά εκείνος βασανιζόταν από αμφιβολίες και ντροπή για τη σεξουαλικότητά του. Η μουσική του δεν ήταν ούτε δυτική, αλλά ούτε και ρωσική. Μισούσε τα μπαλέτα, όμως οι συνθέσεις του για αυτά έμειναν στην ιστορία. Από αυτή την πλευρά, η Έκτη Συμφωνία του είναι η δική του, προσωπική «συμφωνία με τη ζωή».
INFO:
Ταξίδι στο Κέντρο της Μουσικής: Η Συμφωνία
Παρασκευή 3 & Σάββατο 4 Μαρτίου, 20:30
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών
Περισσότερα εδώ
Online αγορά εδώ.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0