ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΑΣΕΙ 15 ΧΡΟΝΙΑ από την τελευταία φορά που το ΠΑΣΟΚ ήταν ακόμα ένα μεγάλο κόμμα και κέρδιζε εκλογές. Εδώ και 12 χρόνια παλεύει ανεπιτυχώς να επιστρέψει εκεί που ήταν πριν από την κρίση, αλλά δεν τα καταφέρνει. Η Φώφη Γεννηματά τού έδωσε το φιλί της ζωής, όταν το παρέλαβε από τον Βαγγέλη Βενιζέλο που το έφτασε στο 4,68% και παραλίγο να σβήσει στα χέρια του. Εκείνη κατάφερε να διπλασιάσει περίπου το ποσοστό αυτό, ανεβάζοντάς το στο 8,10%. Στη συνέχεια ο Νίκος Ανδρουλάκης το ανέβασε ακόμα λίγο, πηγαίνοντάς το στο 11,84%. Όλοι όμως συμφωνούν πως αυτά είναι ποσοστά επιβίωσης και δεν σηματοδοτούν ούτε ρεύμα νίκης, ούτε επιστροφής.
Το αποτέλεσμα των πρόσφατων ευρωεκλογών απογοήτευσε πολλούς στο ΠΑΣΟΚ, όχι μόνο επειδή δεν επιτεύχθηκε ο στόχος που είχε ορίσει ο πρόεδρός του, να είναι δεύτερο κόμμα για να διεκδικήσει ακόμα και την εξουσία στις επόμενες εθνικές εκλογές – κάτι που τώρα μοιάζει με άπιαστο όνειρο. Αν δει κανείς τον αριθμό των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ σε αυτές τις ευρωεκλογές (508.399), θα διαπιστώσει ότι αυτός μειώθηκε σημαντικά σε σύγκριση με τις προηγούμενες κάλπες των εθνικών εκλογών (676.165 και 617.487), παρότι οι συνθήκες ήταν ευνοϊκότερες και όλοι περίμεναν να πάει πολύ πιο καλά.
Θα αξιοποιηθεί το ευνοϊκό μομέντουμ όσο αυτό υπάρχει ακόμα ή θα το αφήσουν να περάσει και να χαθεί οριστικά; Αυτό είναι το δίλημμα για το ΠΑΣΟΚ τώρα, την ώρα που αναδύονται νέοι ανταγωνιστές και φιλοδοξούν να καλύψουν αυτοί την κενή θέση του δεύτερου πόλου.
Από τις εθνικές εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, στις οποίες το ΠΑΣΟΚ είχε οδηγηθεί με πρόεδρο τη Φώφη Γεννηματά, οι ψηφοφόροι του κόμματος αυξάνονταν διαρκώς. Αργά και όχι θεαματικά, αλλά ο αριθμός τους από τη μία κάλπη στην άλλη κάθε φορά μεγάλωνε. Στις 9 Ιουνίου αυτό δεν συνέβη, παρότι οι ευρωεκλογές ευνοούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης και όποιος έχει ρεύμα πάντα καταγράφει δυναμική ανόδου. Το ΠΑΣΟΚ πέτυχε μια πολύ μικρή αύξηση του εκλογικού ποσοστού (12,79% από 11,84%), η οποία όμως δεν αντιστοιχεί σε πραγματική αύξηση των ψηφοφόρων.
Οι απόλυτοι αριθμοί καταγράφουν μείωση και αρκετοί φοβούνται πως το ποσοστό των περσινών εθνικών εκλογών ήταν το ταβάνι του Νίκου Ανδρουλάκη, κάτι που τους προκαλεί ανησυχία. Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ είδαν μια μεγάλη ευκαιρία ανάκαμψης για το κόμμα τους να πηγαίνει χαμένη. Θα αξιοποιηθεί το ευνοϊκό μομέντουμ όσο αυτό υπάρχει ακόμα ή θα το αφήσουν να περάσει και να χαθεί οριστικά; Αυτό είναι το δίλημμα για το ΠΑΣΟΚ τώρα, την ώρα που αναδύονται νέοι ανταγωνιστές και φιλοδοξούν να καλύψουν αυτοί την κενή θέση του δεύτερου πόλου.
Το προπατορικό αμάρτημα του ΠΑΣΟΚ
Ο βασικός λόγος για την κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ το 2012, όταν από το 43,92% που πήρε στις εκλογές του 2009 πήγε στο 13,18%, ήταν ο χειρισμός της οικονομικής κρίσης, με τα οδυνηρά αποτελέσματα για τη χώρα και ειδικά για τα μη προνομιούχα στρώματα που αποτελούσαν το εκλογικό του κοινό. Οι περισσότεροι ψηφοφόροι του τότε, νιώθοντας προδομένοι, κατευθύνθηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ που υποσχόταν ότι θα καταργούσε τα μνημόνια και θα έδιωχνε τους Ευρωπαίους που τα επέβαλαν. Ήταν η ηρωική εποχή του «go back, κυρία Μέρκελ, κύριε Σόιμπλε και κύριοι της συντηρητικής νομενκλατούρας». Οι πρώην ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ έφεραν τον Αλέξη Τσίπρα στην εξουσία για να τον δουν μετά από λίγους μήνες να εφαρμόζει κι αυτός τη μνημονιακή πολιτική των προηγούμενων, την οποία κατήγγειλε.
Τότε, το καταρρακωμένο ΠΑΣΟΚ δεν μπόρεσε να σηκωθεί στα πόδια του και να αναδείξει την πολιτική εξαπάτηση των πρώην ψηφοφόρων του, διεκδικώντας τους ξανά. Ο Βαγγέλης Βενιζέλος δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει τον Αλέξη Τσίπρα. Αναγνωρίζοντας εμπράκτως την ήττα του, παραιτήθηκε και το κόμμα πέρασε στα χέρια της Φώφης Γεννηματά και του μηχανισμού των «γεννηματικών», του μοναδικού μηχανισμού του «βαθέος ΠΑΣΟΚ» που είχε επιζήσει μετά την κατάρρευση. Η Γεννηματά συνέβαλε καθοριστικά στην επιβίωση του ΠΑΣΟΚ, ως μικρού κόμματος όμως πλέον.
Η απώλεια της ικανότητας προσαρμογής του ΠΑΣΟΚ, η απομάκρυνση των στελεχών που είχαν απομείνει από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας, μαζί με τις συχνές έριδες και την προώθηση προσωπικών συμφερόντων αντί των συλλογικών, εμπόδισαν την ανάδειξη μιας σύγχρονης σοσιαλδημοκρατικής ηγεσίας που θα αναγνώριζε και θα διόρθωνε τα λάθη, σεβόμενη τα θετικά στοιχεία της πολιτικής κληρονομιάς του κόμματος που ίδρυσε ο Ανδρέας Παπανδρέου. Οι κληρονόμοι του ΠΑΣΟΚ δεν αναγνώρισαν ποτέ τα λάθη τους, δεν ζήτησαν συγνώμη από τις τάξεις στις οποίες φόρτωσαν τα βάρη της πολιτικής των μνημονίων, και οι επόμενοι πορεύτηκαν με αυτό το «προπατορικό αμάρτημα».
Αν όμως το ΠΑΣΟΚ, ακόμα και σήμερα, αρνείται να αναγνωρίσει τα παλιά του λάθη, πώς θα το εμπιστευτούν ξανά οι λαϊκές τάξεις που αισθάνονται ακόμα προδομένες; Το ερώτημα έχει τεθεί, αλλά η ηγεσία του –εναπομείναντος– κόμματος θεωρούσε και θεωρεί ότι δεν υπήρχε κανένας λόγος να ζητήσει συγνώμη. Ίσως επειδή δεν πιστεύει ότι έγιναν λάθη, κι ας έχει ασκήσει κριτική ακόμα και ο Κώστας Σημίτης στις πολιτικές εκείνες που είχαν δραματικές συνέπειες και για το ΠΑΣΟΚ και για τη χώρα. Σήμερα έχουν παραδεχθεί ότι το πρόγραμμα εκείνο ήταν λάθος στελέχη του ΔΝΤ και η ίδια η Μέρκελ, αλλά το ΠΑΣΟΚ ακόμα δεν το παραδέχεται.
Σύμφωνα με την αφήγησή τους, το ΠΑΣΟΚ ήταν θύμα της συγκυρίας και για την κατάρρευσή του κατηγορούν όλους τους άλλους: φταίει η οικονομική κρίση που τους φόρτωσαν οι προηγούμενοι (την οποία οι ίδιοι αρνούνταν να παραδεχθούν στην αρχή, χάνοντας πολύτιμο χρόνο), φταίνε ο Σαμαράς και ο Τσίπρας που δεν συναινούσαν με την πολιτική των μνημονίων και φταίει και ο λαός που πίστεψε εκείνους και όχι αυτούς.
Μια χαμένη ευκαιρία
Η συγκυρία των ευρωεκλογών ήταν η ευνοϊκότερη από κάθε άλλη μέχρι τώρα για να πετύχει το ΠΑΣΟΚ μια θεαματική άνοδο και να ξεκολλήσει. Ήταν μια ευκαιρία που χάθηκε. Ο Ανδρουλάκης μοιάζει με τον ποδοσφαιριστή που, ενώ βρέθηκε σε καλή θέση μπροστά στο τέρμα, δεν μπόρεσε να βάλει γκολ.
Οι λόγοι για τους οποίους ήταν ευνοϊκή αυτή η συγκυρία είναι προφανείς: πρώτα από όλα, οι ευρωεκλογές παραδοσιακά ευνοούν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, καθώς δεν περνάνε τα σκληρά διλήμματα που βάζουν οι κυβερνήσεις. Οι αιτίες που συντέλεσαν στη συρρίκνωση του ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχουν πια. Μνημονιακοί έγιναν όλοι όσοι κυβέρνησαν (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά) και ο Αλέξης Τσίπρας, που τους σφυροκοπούσε κάποτε, έχει αποχωρήσει. Ανταγωνιστής του Ανδρουλάκη για την καρδιά της κεντροαριστεράς ήταν ένας μαθητευόμενος πολιτικός με καλτ χαρακτηριστικά, ενώ πολλοί κεντρώοι που ψήφισαν πέρσι στις εθνικές εκλογές με βαριά καρδιά τη ΝΔ (απαλλαγμένοι από τον φόβο της επιστροφής του ΣΥΡΙΖΑ) τώρα αναζητούσαν ένα άλλο κόμμα για να στηρίξουν. Κι επειδή το ΠΑΣΟΚ δεν τους έπεισε ούτε αυτήν τη φορά, οι περισσότεροι προτίμησαν την αποχή και κάθισαν σπίτι.
Επίσης, σε μια εκλογική αναμέτρηση στην οποία η κυβέρνηση είχε τεράστιες απώλειες και ο ΣΥΡΙΖΑ συνέχισε να πέφτει, το ΠΑΣΟΚ όχι μόνο δεν κατάφερε να αυξήσει τους ψηφοφόρους του, αλλά έχασε κιόλας μερικούς από πέρσι (περισσότερους από εκατό χιλιάδες). Έτσι, απέτυχε στον στόχο του να διώξει τον ΣΥΡΙΖΑ από τη δεύτερη θέση, με στελέχη του κόμματος να λένε πως ακόμα δεν μπορούν να χωνέψουν ότι έχασαν από τον Κασσελάκη (τον οποίο αποδοκίμασαν περισσότεροι από 300.000 περσινοί ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ).
Θα έχει δεύτερη ευκαιρία ο Ανδρουλάκης;
Οι αντικειμενικές συνθήκες εξακολουθούν να παραμένουν ευνοϊκές για το ΠΑΣΟΚ, καθώς ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ βγήκαν βαριά τραυματισμένοι από τις ευρωεκλογές. Για τον ΣΥΡΙΖΑ του Κασσελάκη η τάση συνεχίζει να είναι καθοδική, γι' αυτό παρατηρείται και εκεί ανησυχία, διαβουλεύσεις και κινητικότητα, ενώ υπάρχει πάντα και ο Τσίπρας που αναζητά την ευκαιρία για να επιστρέψει με το νέο προφίλ που χτίζει.
Μετά το καλοκαίρι, θα φανεί και αν η ΝΔ μπορεί να διορθώσει την πορεία της και να βελτιώσει τη δημοτικότητά της. Οι πιέσεις, όμως, για να δημιουργηθεί ο δεύτερος πόλος στο πολιτικό σύστημα της χώρας εντείνονται και, αν το ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο αυτό, σίγουρα θα προσπαθήσει κάποιος άλλος να το κάνει. Το εφιαλτικό για την κεντροαριστερά σενάριο, όσο αυτή αδυνατεί να ανασυγκροτηθεί, είναι να καλύψει το κενό ο συντηρητικός χώρος ή η ακροδεξιά και στις εθνικές εκλογές του 2027 να είναι αυτές οι πολιτικές δυνάμεις που θα βρεθούν απέναντι στην κυβέρνηση. Αν συμβεί αυτό, η διεκδίκηση της εξουσίας θα αφορά την κεντροδεξιά και την ακροδεξιά και η κεντροαριστερά με την αριστερά θα βρεθούν στο περιθώριο. Συμβαίνει ήδη σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Δεν είναι πια ένα φανταστικό σενάριο. Αλλά για όλους αυτούς τους λόγους τα περιθώρια (και) για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έχουν στενέψει.
Το ΠΑΣΟΚ ίσως να έχει άλλη μία ευκαιρία στις εθνικές εκλογές που θα γίνουν σε τρία χρόνια. Μπορεί ο Ανδρουλάκης αυτήν τη φορά να τρέξει στο τέρμα πριν από τους άλλους και να βάλει το γκολ; Πολλά στελέχη του κόμματός του πλέον το αμφισβητούν αυτό και πρώτος από όλους ο «kingmaker», Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος, ο βουλευτής Αρκαδίας και αντιπρόεδρος της Βουλής που τον είχε βοηθήσει καθοριστικά να γίνει πρόεδρος το 2021. Τώρα ο ίδιος θεωρεί ότι ο Ανδρουλάκης δεν μπορεί να πάει το κόμμα πιο πέρα και ότι πρέπει να έρθει άλλος χωρίς να χαθεί χρόνος. Για τον λόγο αυτό ζήτησε την επίσπευση της εκλογής προέδρου, έναν χρόνο πριν από την ολοκλήρωση της θητείας του Ανδρουλάκη, που λήγει τον Σεπτέμβριο του 2025, και αρκετοί συμφώνησαν δημόσια μαζί του.
Η γκρίνια για την ηγεσία του Νίκου Ανδρουλάκη είχε ξεκινήσει από πολύ νωρίς. Αρκετοί βουλευτές και στελέχη τού καταλόγιζαν ότι είχε φτιάξει μια πολύ μικρή και κλειστή ομάδα με άτομα που εμπιστευόταν και δεν άκουγε κανέναν άλλον. Κατά την προεκλογική περίοδο υπήρξαν παράπονα ότι προωθούσε μόνο την υποψηφιότητα του Ανδρέα Σπυρόπουλου και ότι είχε βάλει το κόμμα να δουλεύει γι' αυτόν. Το γεγονός ότι ο Σπυρόπουλος δεν κατάφερε να εκλεγεί έκανε τους εσωκομματικούς αντιπάλους του προέδρου του ΠΑΣΟΚ να σκεφτούν ότι ίσως η ισχύς του στο κόμμα δεν είναι όσο μεγάλη νόμιζαν. Δυσαρέσκεια προκλήθηκε και για την υποψηφιότητα του ευρωβουλευτή της ΝΔ, Θοδωρή Ζαγοράκη, που επέβαλε στο ΠΑΣΟΚ, παρά την αντίθεση πάρα πολλών, και η οποία δεν φάνηκε να τους έφερε ψήφους. Εκτός από τη διένεξη με τον Νίκο Παπανδρέου που έλαβε δημοσιότητα, λέγεται ότι υπήρξε έντονος διαπληκτισμός και με τον υποψήφιο ευρωβουλευτή και πρώην δήμαρχο Ηρακλείου, Γιάννη Κουράκη (στον οποίο πολλά κρητικά μέσα πιστώνουν το καλό αποτέλεσμα στο νησί τους, αλλά οι συνεργάτες του προέδρου του ΠΑΣΟΚ το πιστώνουν σε εκείνον).
Οι αιχμές συνεργατών του Νίκου Ανδρουλάκη ότι στην Κρήτη το ΠΑΣΟΚ τα πήγε καλά ενώ στην Αττική όχι ενόχλησαν βουλευτές του ΠΑΣΟΚ που εκλέγονται στον νομό και ο Παύλος Γερουλάνος απάντησε δημόσια.
Είχα αποφασίσει πως ό,τι έχω να πω για το εκλογικό αποτέλεσμα, να το πω στα θεσμικά όργανα.
— Pavlos Yeroulanos (@P_Yeroulanos) June 11, 2024
Αυτό θα κάνω. Επειδή όμως, από την Κυριακή το βράδυ, γίνεται λόγος ότι το ΠΑΣΟΚ πλήρωσε τη «μεγάλη ασυμμετρία μεταξύ Περιφέρειας και Αθήνας», που σε μερικά παραπολιτικά φτάνει μέχρι και… pic.twitter.com/Em71xeitAX
Διαφωνίες υπάρχουν και σε πιο σοβαρά θέματα, πολιτικών θέσεων και στρατηγικής
Όλοι, πάντως, αναγνωρίζουν στον Νίκο Ανδρουλάκη τις οργανωτικές του δεξιότητες καθώς και το γεγονός πως, όταν ανέλαβε το κόμμα, αύξησε το εκλογικό ποσοστό του, αλλά όλο και περισσότεροι θεωρούν πως αυτά δεν αρκούν και πως αυτό αποδείχθηκε από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και τη χαμένη ευκαιρία για το μεγάλο άλμα.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν το περίμενε πως μετά τις ευρωεκλογές σύντροφοί του θα έθεταν δημόσια θέμα ηγεσίας και η πρόταση του Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλου μοιάζει να τον αιφνιδίασε. Το περιβάλλον του δηλώνει ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος για να επισπευσθεί η εκλογική διαδικασία. Όσοι ζητάνε όμως να γίνει εντός του 2024 προβάλλουν ως επιχείρημα ότι πρέπει η ηγεσία που θα αναδειχθεί να έχει χρόνο για να προετοιμαστεί, ώστε αυτήν τη φορά να τα καταφέρουν. Ο Ανδρουλάκης θέλει να κλείσει αυτή η συζήτηση και δεν σκοπεύει να αποδεχθεί την πρόκληση, αλλά αν όσοι τον αμφισβητούν επιμείνουν –όπως φαίνεται πως θα γίνει–, δεν θα είναι εύκολο να συνεχίσει να αρνείται.
Οι ενδιαφερόμενοι για την ώρα είναι ο Παύλος Γερουλάνος, ο Μανώλης Χριστοδουλάκης και λέγεται ότι το συζητά πλέον και ο Χάρης Δούκας. Υπάρχουν ακόμα δύο- τρία ονόματα που ακούγονται, αλλά για κανέναν δεν είναι βέβαιο ότι θα καταθέσει υποψηφιότητα όταν έρθει η ώρα. Κάποια στελέχη –κι αυτό συμβαίνει σε όλα τα κόμματα– βάζουν υποψηφιότητα για την αρχηγία χωρίς να έχουν καθόλου ελπίδες να εκλεγούν. Το κάνουν όμως για να προβληθούν και με την προσδοκία να πετύχουν ένα καλό ποσοστό ώστε να διαπραγματευτούν την επόμενη μέρα από καλύτερη θέση. Αν υπάρξουν πολλοί υποψήφιοι, αυτό θα είναι υπέρ του Νίκου Ανδρουλάκη, ενώ τα πράγματα θα είναι πιο δύσκολα εάν συσπειρωθούν όλοι γύρω από μία υποψηφιότητα που θα σταθεί απέναντί του.
Υπάρχουν λίγοι ρομαντικοί που ονειρεύονται μια ισχυρή σοσιαλδημοκρατική παράταξη που θα εμπνεύσει ξανά. Πολλοί όμως από όσους ήταν σαραντάρηδες όταν το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε το 2012 αισθάνονται ότι έχασαν τη σειρά τους περιμένοντας να μπουν σε μια κυβέρνηση και μετά απο 12 πέτρινα χρόνια, βλέποντας τον Μητσοτάκη να μην απειλείται από κανέναν, φοβούνται ότι θα βγουν στη σύνταξη και θα κυβερνά ακόμα η ΝΔ. Ένα μεγάλο μέρος του στελεχιακού δυναμικού που θέλει να δει (ή να ξαναδεί) εξουσία με το ΠΑΣΟΚ αισθάνεται ότι δεν έχει τα ηλικιακά περιθώρια πλέον για να περιμένει. Και αυτός είναι ένας ακόμα (πεζός) λόγος για τον οποίο ο πρωθυπουργός έπαιρνε με τόση άνεση τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ και τα έφερνε στην κυβέρνησή του.
Η διαρροή του σεναρίου συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ με τη Νέα Αριστερά αυτή την εβδομάδα ήταν άλλη μία περίεργη ιστορία. Στο ΠΑΣΟΚ ορισμένοι υποψιάζονται ότι το έκανε κάποιος από τον ΣΥΡΙΖΑ για να το κάψει και να μη βρεθούν προ τετελεσμένων, ενώ δεν θεωρούν εντελώς απίθανο να έγινε και από εσωκομματικούς αντιπάλους του Ανδρουλάκη για τον ίδιο λόγο, ανησυχώντας πως κάτι τέτοιο μπορεί να τον ενισχύσει. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ διατηρούσε εδώ και καιρό διαύλους με τη Νέα Αριστερά, παρότι η Έφη Αχτσιόγλου και ο Αλέξης Χαρίτσης τον έχουν αδειάσει δημοσίως, λέγοντας ότι δεν βλέπουν συνεργασία με αυτή την ηγεσία. Σε συζητήσεις που είχαν γίνει μετά τη διάσπαση είχε εξεταστεί το ενδεχόμενο να ενωθεί η κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΕ.ΑΡ. με του ΠΑΣΟΚ, ώστε το σύνολο των εδρών τους να ξεπεράσει τον αριθμό βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, για να μην μπορεί να είναι αξιωματική αντιπολίτευση.
Η συζήτηση για το αν θα πρέπει να αλλάξουν ηγεσία ή όχι στο ΠΑΣΟΚ αναμένεται να ανάψει τα αίματα περισσότερο τις επόμενες μέρες, ενώ θα ενταθεί και ο ανταγωνισμός για το ποιος θα είναι ο πρωταγωνιστής της ανασυγκρότησης της κεντροαριστεράς.
Εθνικές εκλογές 2009-2023 ΠΑΣΟΚ
Οκτώβριος 2009 43,92 (1ο κόμμα) 3.012.542 ψήφοι (Γιώργος Παπανδρέου)
Μαιος 2012 13,18% (3ο κόμμα) 833.452 ψήφοι (Βαγγέλης Βενιζέλος)
Ιούνιος 2012 12,28% (3ο κόμμα) 756.024 ψήφοι (Βαγγέλης Βενιζέλος)
Ιανουάριος 2015 4,68% (7ο κόμμα) 289.469 ψήφοι (Βαγγέλης Βενιζέλος)
Σεπτέμβριος 2015 6,29% (4ο κόμμα) 341.732 ψήφοι (Φώφη Γεννηματα)
Ιούλιος 2019 8,10% (3ο κόμμα) 457.623 ψήφοι (Φώφη Γεννηματά)
Μάιος 2023 11,46% (3ο κόμμα) 676.165 ψήφοι (Νίκος Ανδρουλάκης)
Ιούνιος 2023 11,84% (3ο κόμμα) 617.487 ψήφοι (Νίκος Ανδρουλάκης)