Πέθανε σε ηλικία 73 ετών, στο σπίτι του στο Long Beach της Καλιφόρνιας, από επιπλοκές του Αλτσχάιμερ, ο Μπιλ Βαϊόλα, ένας πρωτοπόρος των νέων μέσων και των εγκαταστάσεων, εικαστικός που θεωρήθηκε «ο Ρέμπραντ της εποχής του βίντεο».
Για πέντε δεκαετίες οι εγκαταστάσεις ήχου και εικόνας που δημιούργησε ξεπερνούσαν τα όρια της τελευταίας λέξης της τεχνολογίας, διερευνώντας πνευματικές και φιλοσοφικές παραδόσεις και θεμελιώδεις ανθρώπινες εμπειρίες, τη γέννηση, τον θάνατο, τη συνείδηση και την αντίληψη της πραγματικότητας.
Τα έργα του αντλούν τόσο από την κλασική ζωγραφική και τον σύγχρονο χορό όσο και από τον κινηματογράφο και με μακρές σκηνές, χωρίς αφήγηση, πολλές φορές έχει δημιουργήσει καθηλωτικές εικόνες καθώς πίστευε ότι η τεχνολογία των νέων μέσων δεν έρχεται σε αντίθεση με τον εσωτερικό μας εαυτό, αλλά είναι στην πραγματικότητα μια αντανάκλασή του.
Ένα διαρκές θέμα που διερεύνησε διαρκώς είναι ο δυϊσμός ή η ιδέα ότι η κατανόηση ενός θέματος είναι αδύνατη, εκτός αν είναι γνωστό το αντίθετό του. Για παράδειγμα, πολλά από τα έργα του έχουν θέματα όπως η ζωή και ο θάνατος, το φως και το σκοτάδι, η φωτιά και το νερό, το άγχος και η ηρεμία, ή η φωνή και η ησυχία
Το τίτλο «Ρέμπραντ της εποχής του βίντεο» του «χάρισε» η κριτικός τέχνης του Observer, Laura Cumming, όταν βλέποντας το 2001 την έκθεσή του «Five Angels For The Millennium» έγραψε ότι δεν υπάρχει «καλλιτέχνης που έχει κάνει περισσότερα από τους σύγχρονούς του για να προωθήσει το συναισθηματικό και αισθητικό περιεχόμενο του μέσου του».
Ενώ το βίντεο και η βιντεοκασέτα ήταν το κύριο μέσο με το οποίο ασχολήθηκε αρχικά, συνεχώς ωθούσε τα όρια της πρακτικής του. Το πρώτο του έργο σε βίντεο υψηλής ευκρίνειας, Going Forth By Day, παραγγέλθηκε το 2002 από το Deutsche Guggenheim του Βερολίνου και το Μουσείο Guggenheim στη Νέα Υόρκη, και κατέληξε σε μια τοιχογραφία πέντε μερών που αντιπροσωπεύει τον κύκλο της ζωής, από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο.
Συνεργάστηκε συχνά με μουσικούς: από το Ensemble Modern της Φρανκφούρτης το 1994 και το industrial rock συγκρότημα Nine Inch Nails το 2000, μέχρι τον σκηνοθέτη Peter Sellars και τον μαέστρο Esa-Pekka Salonen σε μια εμβληματική παραγωγή της όπερας «Τριστάνος και Ιζόλδη» του Βάγκνερ. Στο Λονδίνο, το 2004 τα έργα του «Μάρτυρες», δυο ειδικά βίντεο για τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Παύλου έγιναν οι πρώτες μόνιμες εγκαταστάσεις βίντεο τέχνης σε καθεδρικό ναό.
Σε μεγάλο μέρος του ύστερου έργου του ο Βαϊόλα ήταν σε διαρκή αναζήτηση της φώτισης και της εσωτερικής πίστης.
Ο Βαϊόλα μεγάλωσε στο Queens της Νέας Υόρκης και αποφοίτησε από τη σχολή Καλών Τεχνών στο Πανεπιστήμιο των Συρακουσών, με πτυχίο στις πειραματικές σπουδές. Ξεκίνησε την καριέρα του την εποχή που η τεχνολογία βίντεο αναπτυσσόταν ραγδαία. Μετά την αποφοίτησή του, μετακόμισε στη Φλωρεντία της Ιταλίας, όπου εργάστηκε στο art/tapes/22, ένα πρώιμο στούντιο video art.
Τα έργα του έφτασαν σε κοινό σε όλο τον κόσμο, από το Μουσείο Αμερικανικής Τέχνης Whitney στη Νέα Υόρκη και την Μπιενάλε της Βενετίας μέχρι το Μουσείο Τέχνης Mori του Τόκιο.
Ήταν παντρεμένος με την Kira Perov, που είναι εκτελεστική διευθύντρια του στούντιό του και δια βίου καλλιτεχνική συνεργάτιδά του.