Μετά το Μανώλη Καψή που επιτέθηκε μέσω του Twitter σε καλλιτέχνες, αναφερόμενος εναντίον τους με βαρείς χαρακτηρισμούς και ο δημοσιογράφος Μπάμπης Παπαδημητρίου με άρθρο του στην Καθημερινή, περνάει ένα χεράκι τους καλλιτέχνες για τις τακτικές τους. Δεν χρησιμοποιεί όμως χαρακτηρισμούς που δημιουργούν αντιδράσεις όπως ο Καψής, αλλά αναφορές στο… Ευαγγέλιο. Ο κ. Παπαδημητρίου αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίο οι καλλιτέχνες δεν δηλώνουν εισοδήματα, καταλήγει με τη φράση: «Έχουμε καλούς λογιστές και ακόμη καλύτερους εφοριακούς»!, ξεχνώντας να προσθέσει τους υπουργούς που εισηγήθηκαν το νόμο και τους βουλευτές που τον ψήφισαν.
Ακολουθεί το κείμενο:
«Πένητες της τέχνης» και φορολογούμενοι
Του Μπάμπη Παπαδημητρίου
Το απλό ερώτημα στην περίπτωση των γλίσχρων «προσωπικών» εισοδημάτων που δηλώνουν οι καλλιτέχνες, είναι «γιατί είναι προτιμότερο να τα δηλώνεις στην εταιρεία σου». Το ερώτημα αφορά τους λογιστές «τους», αλλά και τους ανώτερους δημοσίους υπαλλήλους του υπουργείου Οικονομικών, που έχουν εισηγηθεί τις σχετικές διατάξεις που θεωρούν «νόμιμη» τη φοροδιαφυγή.
Διαβάστε στο μεταξύ τι λένε τα Ευαγγέλια για την υποκρισία: «Ουαί υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι καθαρίζετε το έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος, έσωθεν δε γέμουσιν εξ αρπαγής και αδικίας» (Kατά Ματθαίον, 23-25).
Ο πραγματικός λόγος που ωθεί καλλιτέχνες και άλλους επαγγελματίες, υπό το άγρυπνο μάτι των φίλων τους πολιτικών, εφοριακών και λογιστών, να πένονται προς όφελος των εταιρειών «τους», είναι ότι με τον τρόπο αυτό, εκείνοι κερδίζουν κι εμείς χάνουμε.
Θα παρατηρήσατε ότι οι εκλεκτοί πένητες της τέχνης δεν διευκρίνισαν το ύψος των εισοδημάτων για τα οποία πλήρωσαν «κανονικά τον φόρο» μέσω των εταιρειών τους «όπως τους είπε ο λογιστής». Θα προσέξατε επίσης την αιδήμονα σιωπή (κατά το κοινό «κάνε τον βλάκα») που έπιασε όλους τους φοροαναλυτές των τηλεπαραθύρων. Κανείς δεν δόκησε ορθόν να εξηγήσει και σε εμάς τους κοινούς φορολογουμένους ποιο είναι το όφελος αν και εμείς μετατρέψουμε τον εαυτό μας σε εταιρεία.
Η πραγματικότητα είναι ότι πρόκειται για μεθόδευση που επιτρέπει να μειώνεται το φορολογητέο εισόδημα και τελικά ο φόρος επί του εισοδήματος. Ο καθένας από εμάς πωλεί την εργασία του έναντι συμφωνημένης αμοιβής. Από τη συναλλαγή αυτή δεν προκύπτει «κέρδος» αλλά απλό εισόδημα, σαν κι αυτό που προσδοκά ο ταπεινός μισθωτός της εξαρτημένης εργασίας. Πουθενά δεν αναλώνεται κεφάλαιο, χωρίς να θέλω να αμφισβητήσω ότι οι καλλιτέχνες αποτελούν «εθνικό κεφάλαιο».
Αν εσείς αγοράσετε δώρο σε καλό σας φίλο, θα πληρώσετε και τον φόρο επί του εισοδήματος που θα ξοδέψετε για το δώρο. Αν όμως είστε «άνθρωπος του πνεύματος» το δώρο το αναλαμβάνει η εταιρεία και εξοφλείται «προ φόρων».
Οικιακοί βοηθοί, αυτοκίνητα, ταξίδια, φορέματα, ακόμη και τα σπίτια τους, είναι δαπάνες που μπαίνουν στο κασέ του καλλιτέχνη και στο κόστος των υπηρεσιών του επαγγελματία. Συχνά, μάλιστα, δεν πληρώνεται ούτε φόρος διανεμομένων κερδών. Κερδίζουν έτσι τη διαφορά των είκοσι εκατοστιαίων μονάδων μεταξύ του εταιρικού και του προσωπικού φόρου. Την επόμενη φορά που θα ερωτηθείτε από τα παιδιά σας γιατί στις λίστες της εφορίας δεν υπάρχει κανείς εκατομμυριούχος, απαντήστε: «Εχουμε καλούς λογιστές και ακόμη καλύτερους εφοριακούς»!