O Χρυσοθήρας του Τσάρλι Τσάπλιν στο Ηρώδειο

με ζωντανή συνοδεία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στις 23 Ιουνίου

Α.Μ. 19.6.2014 | 00:52

O Χρυσοθήρας του Τσάρλι Τσάπλιν στο Ηρώδειο

 

Σε μαγευτικό θερινό σινεμά μετατρέπεται το Ωδείο Ηρώδου του Αττικού για μία και μοναδική βραδιά, την Δευτέρα 23 Ιουνίου, στις 21.00, προκειμένου το κοινό να απολαύσει την προβολή του κλασικού αριστουργήματος του Τσάρλι Τσάπλιν και του βωβού σινεμά «Ο Χρυσοθήρας» (1925), με την ζωντανή συνοδεία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών υπό την μουσική διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη, στην μουσική που είχε συνθέσει ο ίδιος ο Τσάπλιν ειδικά για την ταινία του. Σημείο αναφοράς στην ιστορία της Έβδομης Τέχνης «Ο Χρυσοθήρας» είχε γυριστεί και προβληθεί το 1925 ως απολύτως βωβή ταινία. Η εξάπλωση και καθιέρωση του ομιλούντος κινηματογράφου στις αρχές της δεκαετίας του 1930 έθεσε όμως νέα δεδομένα για τον ευφυή Άγγλο ηθοποιό, σκηνοθέτη, σεναριογράφο και παραγωγό Τσάρλι Τσάπλιν. Έτσι δεκαεφτά χρόνια μετά την πρώτη έκδοση της ταινίας του ο Τσάπλιν αποφάσισε να επανεκδώσει την ταινία του με μουσική επένδυση την οποία υπέγραφε ο ίδιος.

 

Έκτοτε για τους περισσότερους θεατές κορυφαίες σκηνές όπως το εορταστικό δείπνο που περιλαμβάνει ένα βραστό μποτάκι ή η έξοχη, επιτραπέζια χορογραφία που εκτελεί ο Σαρλώ με δύο ψωμάκια καρφωμένα σε δύο πιρούνια (σκηνή γνωστή ως The Oceana Roll Dance) είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με τις αντίστοιχες μελωδίες. Το παράδοξο είναι ότι η μουσική εκπαίδευση του Τσάπλιν υπήρξε ελάχιστη. Ουσιαστικά περιοριζόταν σε σποραδικά μαθήματα βιολιού και τσέλου που είχε λάβει κατά τα νεανικά του χρόνια. Όμως, διέθετε εξαιρετικό μουσικό αισθητήριο και είχε σαφή άποψη για τη μουσική που θα συνόδευε τη δράση στην οθόνη κατά τον καλύτερο τρόπο, δίνοντας έμφαση στο μελωδικό στοιχείο και τη σύνδεση των αρμονιών. Αναγκαστικά αξιοποίησε επαγγελματίες ενορχηστρωτές, στους οποίους έπαιζε ή τραγουδούσε τις μελωδίες που είχε στο μυαλό του, ούτως ώστε εκείνοι να αποτυπώσουν τις ιδέες του στην παρτιτούρα.

 

Γράφοντας μ΄αυτό τον τρόπο τη μουσική για τον «Χρυσοθήρα», δύο χρόνια αφότου είχε δοκιμαστεί για πρώτη φορά στη σύνθεση υπογράφοντας τις μελωδίες που ακούγονταν στο «Μεγάλο Δικτάτορα» ο Τσάπλιν επεδίωκε πρωτίστως να οξύνει την αφηγηματικότητα κάθε σκηνής. Και πράγματι η μουσική για τον «Χρυσοθήρα», υποψήφια μάλιστα για Όσκαρ το 1943, είναι έντονα περιγραφική, εκφράζοντας ηχητικά έννοιες, όπως η αγάπη, η σύγκρουση, η πείνα ή η περηφάνια αλλά και πιο απτά φαινόμενα, όπως έναν λόξυγκα ή έναν χιονοπόλεμο. Με λειτουργικό τρόπο ο Τσάπλιν ενσωμάτωσε επίσης «δάνεια» τόσο από δημοφιλή τραγούδια της εποχής, όπως τα "Bonnie Banks of Loch Lomond" και "For He's A Jolly Good Fellow", όσο και από γνωστά έργα του κλασικού ρεπερτορίου, όπως είναι το Πέταγμα της μέλισσας του Ρίμσκυ-Κόρσακοφ, το βαλς από την Ωραία Κοιμωμένη του Τσαϊκόφσκυ και μία μελωδία από την Ρομάντσα, έργο 118 αρ.5 του Μπραμς για πιάνο.