Μια πρόσφατη επιστημονική έκθεση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο ωκεανός έχει πλέον τα μισά ψάρια από όσα περιείχε το 1970. Ορισμένα είδη όπως τα σκουμπριά και οι τόνοι, έχουν σύμφωνα με τα νέα δεδομένα μειωθεί κατά 75%. Η μελέτη δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί πλήρως, αλλά είναι σαφές ότι η τα αλιευτικά αποθέματα έχουν μειωθεί αρκετά τα τελευταία 50 χρόνια. Πώς όμως έχουμε καταφέρει να φτάσουμε την κατάσταση της θαλάσσιας ζωής σε τόσο ακραίο σημείο;
Η μελέτη προσδιορίζει την υπεραλίευση ως τη μεγαλύτερη αιτία της δραματικής πτώσης. Μια ματιά σε παλαιότερες εκθέσεις δείχνει ότι η υπεραλίευση είναι αποτέλεσμα της υπερβολικής αυτοπεποίθησης και όχι αποκλειστικά της απληστίας. Στις εκθέσεις που χρονολογούνται από τον 19ο αιώνα, η υπεραλίευση ταυτοποιήθηκε ως απειλή για την αλιεία, αλλά ήταν κοινή παραδοχή πως η υδατοκαλλιέργεια στα ιχθυοτροφεία θα μπορούσε να αντισταθμίσει τις απώλειες.
Σε άλλες περιπτώσεις, η εξάντληση των αποθεμάτων ήταν ένας αναγνωρισμένος κίνδυνος, αλλά οι περισσότεροι εκτιμούσαν ότι μια κατάρρευση της αλιείας δεν θα μπορούσε ποτέ να συμβεί. Η έκθεση με τίτλο Resources of the Sea που δημοσιεύθηκε το 1900 από τον καθηγητή McIntosh, μελετησε τα αποτελέσματα που είχαν δέκα χρόνια αλιείας με τράτες στα ιχθυαποθέματα, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι "κάποια ψάρια, όπως ο μπακαλιάρος, η ρέγγα και το σκουμπρί, είναι ανεξάντλητα και δεν χρειάζονται προστασία ..." κάτι που πλέον ξέρουμε πως διαψεύστηκε. Ωστόσο αυτο που δεν είχε προβλεφθεί τότε ήταν πως η τεχνολογία θα έφτανε σε τέτοιο σημείο που θα καθιστούσε δυνατό να συλλαμβάνονται τεράστιες ποσότητες ψαριών από ένα μόνο αλιευτικό, τόσο γρήγορα που μπορεί να χρειαστούν δεκαετίες για να ανακάμψει το απόθεμα.
Οι βιολόγοι σήμερα είναι πολύ πιο ανήσυχοι και θεωρούν πως οι αριθμοί μειώθηκαν περίπου 49% μεταξύ του 1970 και του 2012. Αυτό αναφέρει η μελέτη του WWF και του Zoological Society του Λονδίνου. Για το πόρισμα της έρευνας παρακολουθήθηκαν 5829 πληθυσμοί 1.234 ειδών, με τους επιστήμονες να αναφέρουν πως το σύνολο των δεδομένων είναι σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τις προηγούμενες μελέτες.
σχόλια