Σάββατο, 11:00 μ.μ.,κατεβαίνοντας το Λυκαβηττό μετά τησυναυλία του NickCave
Φεύγω. Στο κατέβασμαείναι από τις λίγες φορές που η Αθήναμοιάζει τόσο όμορφη (πάντα έτσι είναι,όλες οι άσχημες πόλεις στο σκοτάδιανθίζουν: σαν νυχτολούλουδα με καυσαέριο).Θυμάμαι εκείνη την ταινία του '60 πουλέγεται Η Αθήνα τη νύχτα. Νομίζω πωςπροσπαθούσε να προωθήσει την Αθήνα ωςευρωπαϊκή μητρόπολη: από την οθόνηπερνούσαν το κτίριο του Rex,τα μεγάλα θεάματα και τα λαμπερά φώτατης κοσμοπολίτισσας Αθήνας με νηφάλιοσπικάζ («η όμορφη Αθήνα μας, μπλαμπλα») και γκεστ τον Κώστα Χατζηχρήστο(χμμμμ).
Κυριακή, 1:45 μ.μ., κάπουέξω από την Κόρινθο
Δεν ξέρω πώς με έπεισαννα έρθω εδώ. Ούτε το όνομα της περιοχήςδεν γνωρίζω: είμαστε κάπου κοντά στοΛουτράκι. Πρόκειται για ένα τυπικό κλαμπδιακοπών. Όπως η παραλία έχει τα κλισέτης (ρακέτες, στρώμα κροκόδειλος, φραπέςσφηνωμένος στην άμμο, πετσέτα με ελληνική/αγγλική/ αμερικάνικη σημαία, και t-shirtπου λένε «My mumwent to Corfuand all Igot was thislousy t-shirt»),έτσι και τα παραλιακά τουριστικά κλαμπέχουν τα δικά τους. Και το συγκεκριμένο(που λέγεται κάτι σαν egomio/fedra/ apocalypsis/)τα ‘χει όλα: Mπροστά στηνπόρτα, πλαισιωμένος από δυο πιθάρια,ποζάρει o ασπροντυμένοςπορτιέρης στη γνωστή στάση «συγκαμέναμπούτια» («Κοπελιές, καλησπέρα.Υπάρχει κάποιο τραπεζάκι;»). Μέσα,κουρτίνες-γάζες ανεμίζουν ανάμεσα σελευκούς καναπέδες, λευκά πατώματα καιλευκές κολόνες (ενίοτε και αγαλματάκιατου θεού Έρωτα). Το soundtrackαποτελεί ξεχωριστό κεφάλαιο: Η βραδιάαρχίζει με αιθέριες μελωδίες (από αυτέςπου δεν γίνονται πουθενά επιτυχίεςεκτός από την Ελλάδα και ενδείκνυνταιγια αισθησιακό στριπτίζ με λαδωμένουςγοφούς), R& Bhits για κούνημα, συνεχίζεταιμε λάτιν, ποτ πουρί μεεπιτυχίες ‘50sκαι ‘60sπου μπορείς να χορέψεις σταυρώνονταςτα ποδαράκια, ένα ένθετο με παλιοροκιέςτύπου «Smoke onthe water»κι επιτυχίες της ΡαφαέλαςΚαρρά. Πίνουμε κάτι βότκες που θυμίζουνλεμονίτα με ούζο και χορεύoυμε το «Σκόπιασκόπιε μισκό». Παραδίνω τα όπλα όταναρχίζει το «Λιωμένο Παγωτό» πουκολλάει στο χέρι και τα «ΚαλοκαιρινάΡαντεβού» («Όλο το νησί ένα βότσαλο στα πόδια σου»- μεταφυσική αγωνία). «Για πόσακαλοκαίρια ακόμα θα ακούω γι' αυτό τοηλίθιο λιωμένο παγωτό πια;» λέει ηΜαρίνα στο αυτί μου, ενώ τρία κοριτσάκιαντυμένα με σούπερ μίνι χορεύουν γύρωαπό ένα μαρμάρινο γεφυράκι δίπλα στομπαρ. Η βραδιά συνεχίζεται με βαριάλαϊκά, τσιφτετέλια και αρκουδοτσάμικα(«παλαμάκια, παλαμάκια να χτυπούντα τακουνάκια»), τον Ισπανό ΣτάθηΨάλτη, «Περαία, Περαία», καθώς καιτο κομμάτι της Αρμένισσας κουνίστρως.Στο γυρισμό μες στο σκοτάδι χαζεύω τακοριτσάκια που χόρευαν δίπλα στομαρμαρένιο γεφυράκι: Έχουν καβαλήσεικαι οι τρεις μια μηχανή και φωνάζουν«ουουουουουουουουουουουουου»δυνατά και μεθυσμένα κάτω από τα φώτατης εθνικής οδού.
σχόλια