Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, στο Ιkea για τρίτη φορά μέσα σε 10 μέρες.
Βαρέθηκα να κάνω το γύρο του Ιkea σαν την καταραμένη. Θα μπορούσα πλέον να γράψω διατριβή με θέμα «οι βιβλιοθήκες του Ikea στο κατάστημα του αεροδρομίου και η επικράτησή τους στα ελληνικά νοικοκυριά» (η λέξη νοικοκυριό μου φαινόταν πάντα συναρπαστική - όταν ήμουν μικρή φανταζόμουν για κάποιο ανεξήγητο λόγο πως τα νοικοκυριά αποτελούνται από μικρές κατσαρόλες). Ξέρω πλέον σε τι χρώμα διατίθεται αυτή τη σεζόν η βιβλιοθήκη Βilly (ασημί, κόκκινο, μαύρο με σχέδια, άσπρο), πως η βιβλιοθήκη Εχpedit βγαίνει σε δυο διαστάσεις (1,49 x 1,49 και 1,85 x 1,85) και η Markor υπάρχει μόνο σε χρώμα καφέ σκούρο. Έχω επίσης μάθει το μενού του εστιατορίου Ikea: σουηδικά κεφτεδάκια, πένες, σολoμός ποσέ, πατάτες βραστές, πατάτες τηγανητές. (Συμβουλή: Αν έχετε υπάρξει χοντρό, άπληστο παιδί, προτιμήστε τα chicken nuggets - προσμετρώνται ως παιδικό γεύμα και παίρνεις τζάμπα αναψυκτικό και παγωτό βανίλια στην έξοδο).
Δευτέρα βράδυ, 23.00 μ.μ., Πλατεία Μαβίλη
Έχουμε κάτσει στο γωνιακό τραπέζι, κι ακούμε το νερό στο φωτισμένο σιντριβάνι που αρχίζει και σταματά εκ περιτροπής με ένα ξαφνικό «φςςςςςς». Mιλώ με ενθουσιασμό με φόντο την κατακουτσουλημένη προτομή του Λορέντζου Μαβίλη μέχρι που βρίσκεται ένας γνωστός γνωστού, ένα τριαντάχρονο μουλάρι (οι φίλοι του τον αποκαλούν «ψηλέ». Γιατί κάθε παρέα στην Αθήνα πρέπει να έχει κι από έναν «ψηλό»;), που μου λέει: «Και γιατί να μετακομίσεις; Δεν καταλαβαίνω ένα σωρό έξοδα και νοίκια και λογαριασμούς, τόσο άσχημα είναι να μένεις με τους γονείς σου;». Προσπαθώ να του εξηγήσω με τόνο συγκαταβατικό και νηφάλιο σαν πολιτικός αναλυτής πως ζω μόνη μου από τα 18 μου, μπλα, μπλα, πως είναι πολύ σημαντικό για μένα να είμαι ανεξάρτητη, μπλα, μπλα, μπλα, και πως το γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό έμενα με τους γονείς μου μου φαινόταν τρομερά παράξενο. Μπλα. «Έλα μωρέ τώρα, τι να πας να κάνεις μόνη σου, θα ψυχοπλακωθείς» απαντά και πίνει μια γουλιά από τη μπίρα του. «Ναι, έχεις δίκιο» του λέω σαρκαστικά. «Θα μείνω για πάντα με τους δικούς μου. Θα τρυπώνω σαν σπουργιτάκι στο κρεβάτι των γονιών μου και θα τρώω με σαλιάρα στο υπερυψωμένο καρεκλάκι μου για πάντα. Θα φύγω μόνο όταν με ζητήσει ένα καλό παιδί από τον πατέρα μου». Γελάει μάλλον χαζά («χορ, χορ, χορ») αλλά εγώ δεν γελάω. Είμαι κακιά. Aπό την περασμένη εβδομάδα έχω κουραστεί - κοιμάμαι αποκαμωμένη στον Hλεκτρικό κι έχω τα νεύρα μου, φωνάζω, φωνάζω, φωνάζω στους πάντες. Ίσως να μην είναι τυχαίο που η μητέρα μου τις τελευταίες μέρες με αποκαλεί «στριγγλίτσα».
Απειλή: Αγαπητή μαυροντυμένη τύπισσα που χοροπήδησες με την ψηλοτάκουνη γόβα σου πάνω στο γυμνό μου ποδαράκι στη συναυλία της Roisin Murphy στο Synch, με αποτέλεσμα να πάω σπίτι κουτσαίνοντας σαν πληγωμένο κουτάβι, ένα μόνο έχω να σου πω: Mη σε ξαναπετύχω πουθενά, εσένα και τις γόβες σου, Σταχτο(μ)πούτα, γιατί η στριγγλίτσα θα γίνει στρίγγλα.
σχόλια