Από όποιο όραμα κι αν περάσεις, όποια επιθυμία και αν αφουγκραστείς, θα δεις το βάσανο των ανθρώπων. Είναι σχεδόν αναπόφευκτο, αν είσαι συγγραφέας. Ειδικά η αγγλοσαξονική παράδοση, που γαλουχήθηκε με τον Ντίκενς και τον ταξικό πόλεμο, δεν απομακρύνθηκε ποτέ από τον ανθρώπινο χαρακτήρα. Σε αντίθεση με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, που στοιχειώθηκε από τους υπερβατικούς ήρωες και την επιταγή του Μεγάλου Αμερικανικού Μυθιστορήματος, οι Αγγλοσάξονες έμειναν ρεαλιστικά προσηλωμένοι στο πεδίο της καθημερινότητας. Έτσι, πίσω από τη λεπτομέρεια, το άγχος των ερώτων, τη διακωμώδηση της ζωής, τον μόνιμο πόλεμο ανάμεσα στους πλούσιους και στους φτωχούς, ανιχνεύονται τα σχέδια μιας ολοκάθαρα ανθρώπινης πορείας. Δεν αναζητούνται συνταγές για υψηλές ιδέες, παρά ερευνάται τι είναι αυτό που φέρνει αντιμέτωπο τον άνθρωπο με τον κοινωνικό του περίγυρο. Βρετανοί συγγραφείς όπως ο Μακγιούαν, ο Έιμις ή ο Μπαρνς, που είναι ουσιαστικά μια παρέα, ή ο Τζόναθαν Κόου, δεν έχουν πάψει να καταγράφουν τις αγωνίες καθημερινών ανθρώπων και να τους μετατρέπουν σε ήρωες με εσωτερικά διλήμματα μεγατόνων. Έτσι, αν οι ήρωες του Κόου ήταν τα αποπαίδια του θατσερισμού –αποτυχημένοι επαναστάτες ή νεόκοποι γιάπηδες που δέσποζαν τη δεκαετία του '90–, οι πρωταγωνιστές του Μακγιούαν περιδιαβαίνουν κυρίως το σύγχρονο Λονδίνο. Η άλλη περίπτωση είναι του πολιτικοποιημένου Πίτερ Κάρεϊ, ο οποίος, από τη μακρινή Αυστραλία, μένει να αναρωτιέται τι είναι αυτό που κάνει μια ολόκληρη ήπειρο να χάνει την ιστορική της μνήμη αλλά και να ορίζεται σε σχέση με τους μετανάστες που τη διαμόρφωσαν. Ακόμα, πάντως, και αν ο κόσμος γίνεται κομμάτια, υπάρχει κάτι ανθρώπινο στον αφηγηματικό πυρήνα αυτών των συγγραφέων που καθίσταται ολοένα πιο επιβλητικό, όσο περισσότερο επιταχύνεται η ξέφρενη διαδρομή της κοινωνικής διάλυσης.

