1.
Τη Δεκαετία του Ογδόντα. Το δίχως άλλο, η Δεκαετία του Ογδόντα ήταν, για την Αθήνα, ό,τι ήταν η Δεκαετία του Εξήντα για το Παρίσι, για το Λονδίνο, για το Σαν Φρανσίσκο, για το Βερολίνο. Κάθε εικοσιτετράωρο και μια περιπέτεια, κάθε βδομάδα και μια ανακάλυψη, κάθε στιγμή να της ζεις με την προσδοκία μιας γεμάτης εκπλήξεις γιορτής. Χάρη στις εκδόσεις Απόπειρα, που εξέδωσαν τις περίφημες Σημειώσεις ενός Πορνόγερου, και στον Τέο Ρόμβο, που είχε φροντίσει με κέφια μεγάλα τη μετάφραση, κάναμε μια πρώτη γνωριμία με το έργο και την προσωπικότητα του ποιητή της χθαμαλής μεριάς και τον συγγραφέα που έδωσε φωνή σε όσους παρέμεναν στον ημίκοσμο του περιθωρίου. Χάρη σε τρεις δικούς μας ποιητές και φίλους, τον Αλέξη Τραϊανό, τον Θωμά Γκόρπα και τον Γιώργο Μπλάνα, η γνωριμία έγινε σχέση πάθους. Ο αείμνηστος Γκόρπας είχε προλογίσει τις Ερωτικές Ιστορίες Καθημερινής Τρέλας (εκδ. Οδυσσέας) που είχε μεταφράσει η Χρύσα Τσαλικίδου. Ο τόσο δυναμικός ποιητής Αλέξης Τραϊνός είχε μεταφράσει ποιήματα του Μπουκόβσκι για τις εκδόσεις Εγνατία. Και ο πληθωρικός ποιητής Γιώργος Μπλάνας μετέφρασε ένα σωρό ποιήματα και πεζά του Μπουκόβσκι για τις εκδόσεις Απόπειρα και Γράμματα. Συχνάζαμε τότε στο καφενείο και σαντουιτσάδικο Μπερντές, γωνία Σόλωνος και Ζωοδόχου Πηγής, και δεν περνούσε μέρα που να μην συζητήσουμε, πίνοντας απανωτές μπίρες, προτού περάσουμε στο κρασί και στο ούζο, την προσωπικότητα και τα γραπτά του Μπουκόβσκι. Μες στην τρελή φλόγα της νιότης, ενθουσιαζόμασταν πιο πολύ για τις ερωτικές του στιγμές, για τη μανία τού να επιμένει στην ύπαρξη, για τις βραχνές του προσευχές στο κενό των ημερών και των νυχτών. Ήρθε και η ταινία του Μάρκο Φερρέρι, με τον Μπεν Γκαζάρα και την Ορνέλα Μούτι, και πήγαμε στο Αττικόν για λαϊκό προσκύνημα. Νέα παιδιά, είκοσι χρονών, δεν φανταζόμασταν τότε ότι κάποτε θα έφευγε και ο Μπουκ από τούτο τον κόσμο. Και έφυγε. Στις 9 Μαρτίου του 1994. Αφού προηγουμένως είχε ζήσει τα πάντα, είχε δει και ακούσει τα πάντα, είχε καπνίσει και πιει τα πάντα, και είχε γράψει τα πάντα.
2.
Τη Δεκαετία του Ενενήντα και του Δύο Χιλιάδες. Πιο ώριμοι, αν και όχι πιο ήρεμοι ή ήμεροι, τη Δεκαετία του Ενενήντα επιμέναμε πιο πολύ στην ποιητική διάσταση του Μπουκ, στην ικανότητά του να συνθέτει ποιήματα που έμοιαζαν με ξεχαρβαλωμένα μυθιστορήματα σε συμπυκνωμένη κατάσταση, ή ασπρόμαυρες ταινίες μικρού μήκους. Είχαμε καταφέρει να βρούμε και δίσκους με απαγγελίες του. Ξαναδιαβάσαμε και τα μυθιστορήματά του, εστιάζοντας πιο πολύ στο ύφος του, σε αυτό το κράμα από Τζον Φάντε και Έρνεστ Χέμινγουεϊ με κάμποσες στάλες από Ντάσιελ Χάμετ και Ρέιμοντ Τσάντλερ. Προμηθευόμασταν και στα αγγλικά τα βιβλία του, από τη Φωλιά του Βιβλίου, του Θωμά Κακουλίδη, και αρχίζαμε να μεταφράζουμε σαν άσκηση και παιχνίδι κάμποσες σελίδες του. Εξεπλάγημεν, μάλλον ευχάριστα, όταν τη μεταφραστική σκυτάλη ανέλαβε η Σώτη Τριανταφύλλου, η οποία δεν πολυσυμπαθούσε το στυλ του Μπουκ, όπως άλλωστε και εκείνο της Beat Generation. Όπως και να 'χει, η Τριανταφύλλου τα κατάφερε μια χαρά και έτσι απολαύσαμε τους δύο ογκώδεις τόμους Να περιφέρεσαι στην τρέλα, αναζητώντας τη λέξη, τον στίχο, τη ζωή και Η λάμψη της αστραπής πίσω απ' το βουνό. Αλλά και ο ποιητής Χαράλαμπος Γιαννακόπουλος, ο οποίος μας δώρισε ποιήματα και πεζά του Μπουκ, γυρισμένα στα ελληνικά με μαεστρία. Ο επίσης ογκώδης τόμος 70 χρόνια φαγούρα στεγάζει κάμποσα από τα πιο δυνατά γραπτά του Μπουκ. Σημείωνε εύστοχα ο Γιαννακόπουλος στο εισαγωγικό κείμενό του «10 τρόποι να διαβάσουμε τον Μπουκόφσκι»: «Είναι καιρός, όμως, πια να τον διαβάσουμε ως αυτό που κυρίως είναι: ένας μεγάλος και πολυδιάστατος συγγραφέας, που προσφέρει, συγχρόνως, αδιαμφισβήτητη αναγνωστική απόλαυση και παρηγοριά για την ανθρώπινη μοίρα, που με τον ρεαλισμό του απεικονίζει τη ζωή και την ύπαρξη όπως ακριβώς είναι και, με την ίδια κίνηση, δείχνει πως τις ίδιες πόρτες μπορούμε να τις ανοίξουμε και με διαφορετικό τρόπο και τους ίδιους δρόμους μπορούμε να τους βαδίσουμε με διαφορετικό βήμα». Και οι τρεις αυτοί τόμοι κυκλοφόρησαν από τις εκδόσεις Ηλέκτρα, που δυστυχώς δεν υπάρχουν πια.
3.
Τη Δεκαετία του Δύο Χιλιάδες Δέκα. Έχω τη μεγάλη τύχη να μεταφράζω Μπουκόβσκι. Οι εκδόσεις Μεταίχμιο μού πρότειναν να πάρω πια εγώ τη σκυτάλη. Μέσα σε τρία χρόνια μετέφρασα τέσσερα από τα πιο σημαντικά έργα του Μπουκ. Το Τοστ Ζαμπόν, αυτήν τη σκληρή και ειλικρινέστατη περιήγησή του στα παιδικά και νεανικά του χρόνια, τις Γυναίκες, το όλο χιούμορ χρονικό κάποιων ερωτικών του περιπετειών, το Pulp, το μετασουρεαλιστικό κύκνειο άσμα του, και τώρα το Χόλιγουντ, την επίσης όλο χιούμορ εξιστόρησή του για το πώς έγραψε το σενάριο του Barfly, όπως έπαιζαν ο Μίκι Ρουρκ και η Φέι Ντάναγουεϊ, και πώς νταραβερίστηκε με ατζέντηδες, παραγωγούς, σταρ του κινηματογράφου, όπως ο Σον Πεν, και ρηξικέλευθους σκηνοθέτες όπως ο Ζαν-Λικ Γκοντάρ και ο Ντένις Χόππερ. Μεγάλη, ας το ξαναπώ, τύχη και μεγάλη η τιμή, αλλά και η χαρά, του να μεταφράζω βιβλία του Τσαρλς Μπουκόβσκι. Βάζω κλασική μουσική, όπως κι αυτός, ανάβω το τσιγάρο μου, και κυλάνε οι ώρες μέσα στο σύμπαν αυτού του τόσο τρυφερού και επίμονου κηπουρού της ποίησης και της πεζογραφίας.