Tην ώρα που οι διασώστες συνεχίζουν να καταβάλουν με όλες τους τις δυνάμεις, τις τελευταίες προσπάθειες για τον εντοπισμό τυχόν επιζώντων, η επικοινωνία του χωριού Αματρίτσε με την υπόλοιπη Ιταλία γίνεται όλο και πιο προβληματική: συνεχείς κατολισθήσεις προκάλεσαν σοβαρές ζημιές στη γέφυρα που συνδέει την σεισμόπληκτη αυτή περιοχή με την υπόλοιπη χώρα.
Άνδρες και γυναίκες του ιταλικού στρατού, αυτή την ώρα, προσπαθούν να ολοκληρώσουν σε χρόνο- ρεκόρ κάποια υποστηρικτικά έργα, για να μπορέσει να επιτραπεί και πάλι η διέλευση.
Στο μεταξύ, όπως μεταδίδει ο απεσταλμένος του ΑΠΕ-ΜΠΕ Θόδωρος Ανδρεάδης-Συγγελάκης, στο νοσοκομείο του Ριέτι, μεταφέρθηκαν πάνω από εκατό άνθρωποι που τραυματίσθηκαν από την πρώτη και ισχυρότερη σεισμική δόνηση, στις 03:32 την νύχτα, την περασμένη Τετάρτη. Για μια ακόμη φορά, συναντά κανείς το δράμα και την ελπίδα σε λίγα μέτρα απόσταση.
Στην παιδιατρική κλινική, βρίσκεται η Σόνια, η οποία κατάφερε να σκάψει αμέσως, με γυμνά χέρια, και να σώσει το μόλις τεσσάρων ετών κοριτσάκι της. «Βγήκα στον δρόμο και είδα απελπισμένους ανθρώπους οι οποίοι, σαν και εμένα, σε κατάσταση πανικού, προσπαθούσαν να σωθούν και να απεγκλωβίσουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Δεν ξέρω που βρήκα, αμέσως, τόση δύναμη για να σκάψω», λέει στους δημοσιογράφους.
Στην είσοδο του νοσοκομείου, συναντάς τον χειρουργό ο οποίος δίνει κάθε μέρα μάχη κατά του καρκίνου και σου εξομολογείται ότι «αυτή η προσπάθεια, τώρα, είναι σίγουρα, ασύγκριτα πιο δύσκολη». Σου μιλά, με δάκρια στα μάτια, και για τον νεαρό πατέρα ο οποίος, την νύχτα του σεισμού, όταν η γυναίκα του τον ρώτησε, από το τηλέφωνο, αν η κορούλα τους, η Φλάβια, 3 μόλις ετών ήταν καλά, έσφιξε τις γροθιές και της απάντησε: «δεν υπάρχει πια, αλλά μην ανησυχείς, την χαιρέτησα, την φίλησα και για εσένα».
Ο Λούκα, εικοσάχρονος νέος, μέχρι σήμερα το πρωί ήταν καλά, μόνο με μικροτραυματισμό που δεν προκαλούσε ανησυχία, σε κλίνη της ορθοπεδικής κλινικής. Η θεία του, το μεσημέρι πήγε στο νοσοκομείο και του έδειξε το κινητό τηλέφωνο της μητέρας του. Μόνον την στιγμή εκείνη, ο Λούκα κατάλαβε πως η μητέρα του δεν είχε τραυματισθεί –όπως του είχαν πει αρχικά– αλλά ότι είναι νεκρή. Και κατέρρευσε ψυχολογικά.
Είναι μερικές, μόνον, από τις ιστορίες ανθρώπινου πόνου και αλληλεγγύης, στο νοσοκομείο του Ριέτι, όπου βλέπεις νοσοκόμους και γιατρούς οι οποίοι εργάζονται σχεδόν αδιάκοπα, εδώ και τρεις ημέρες. Παρά την κούρασή τους, όμως, σε κοιτάζουν στα μάτια και σου λένε: «θα θέλαμε να είχαμε ακόμη περισσότεροι δουλειά. Διότι αυτό θα σήμαινε ότι οι διασώσεις δεν έχουν τελειώσει».
σχόλια