Από τον Θοδωρή Αντωνόπουλο
Τι άλλη ιστορία θες να σου πω; Ένα σωρό δημοσιογράφοι έχετε περάσει, τα λέμε, τα ξαναλέμε και μόλις θα φύγουν τα μικρόφωνα και οι κάμερες θα μείνουμε να παλεύουμε μόνοι μας...
«Δεν έχασα μόνο το σπίτι και τα υπάρχοντά μου… το χειρότερο απ’ όλα είναι ότι σβήστηκε όλη μου η ζωή, όλο μου το παρελθόν! Όλα τα επίσημα έγγραφα καταστράφηκαν, όλες σχεδόν οι παλιές φωτογραφίες οικείων μου προσώπων, ο υπολογιστής και ό,τι αρχεία είχα εκεί επίσης!» λέει με απόγνωση μια νέα γυναίκα που προτιμά να μείνει ανώνυμη: «Τι άλλη ιστορία θες να σου πω; Ένα σωρό δημοσιογράφοι έχετε περάσει, τα λέμε, τα ξαναλέμε και μόλις θα φύγουν τα μικρόφωνα και οι κάμερες θα μείνουμε να παλεύουμε μόνοι μας…» συμπληρώνει, δείχνοντάς μου τα χαλάσματα. Της εξηγώ ότι γι’ αυτό ακριβώς είμαστε εκεί, για να κρατήσουμε όσο γίνεται επίκαιρη την απίστευτη τραγωδία που συνέβη την περασμένη εβδομάδα στον Δήμο της Μάνδρας κυρίως και στη Νέα Πέραμο και που κοντά στις ανυπολόγιστες ακόμα υλικές καταστροφές έχει σκοτώσει 21 ανθρώπους έως τώρα, ενώ υπάρχουν φόβοι ότι ο αριθμός αυτός μπορεί να μεγαλώσει κι άλλο, καθώς υπάρχουν ακόμα αγνοούμενοι, ανάμεσά τους πιθανόν και «αδήλωτοι» μετανάστες.
Ο προσδιορισμός «αποκαλυπτική» ίσως ακούγεται τετριμμένος, περιγράφει όμως επακριβώς την εικόνα απόλυτης καταστροφής που αντικρίζει ο επισκέπτης ακόμα και σήμερα σε ένα μεγάλο μέρος της βιομηχανικής κωμόπολης των περίπου 12.000 κατοίκων. Η Μάνδρα βρίσκεται καταμεσής στο Θριάσιο Πεδίο, φυσική λεκάνη απορροής του όρους Πατέρα και περιοχή που δοκιμαζόταν από πλημμύρες ήδη από την αρχαιότητα –επί ρωμαϊκής εποχής, μάλιστα, είχαν φτιάξει αναχώματα, απ’ όπου ίσως προέρχεται το σύγχρονο όνομά της–, αιώνες προτού μπαζωθούν ο Σαρανταπόταμος, οι Σούρες και τα άλλα μικρότερα ρέματα της περιοχής, όπως συνέβη από το ’50 και μετά. «Πύλη» εισόδου προς τη Δυτική Αττική, το πιο «παρθένο» και κατάφυτο ακόμα κομμάτι του νομού, δεν επλήγη απλώς από την πέμπτη μεγάλη πλημμύρα την τελευταία εικοσαετία και προφανώς τη χειρότερη, εφόσον έβρεξε 80 τόνους νερό ανά στρέμμα μέσα σε ένα τρίωρο! Αυτό που κυριολεκτικά την έπνιξε τα ξημερώματα της 15ης Νοεμβρίου, μεταξύ 4 και 7 π.μ., ήταν ένα ορμητικό «τσουνάμι» παχύρρευστης κόκκινης λάσπης που έφτασε μέχρι και τα τρία μέτρα ύψος, παρασύροντας οτιδήποτε βρήκε στο διάβα του, ανθρώπους, ζώα, οχήματα, τοίχους, φράκτες, δέντρα, έπιπλα, πέτρες, ξύλα, εμπορεύματα, ογκώδη αντικείμενα, μπάζα, κατασκευές. Λάσπη που, όπως η περσινή στα Δερβενοχώρια, δεν συγκράτησε το αποψιλωμένο από πυρκαγιές βουνό και, μη βρίσκοντας διέξοδο στη θάλασσα, τη διεκδίκησε, καθώς τα δύο κύρια ρέματα της περιοχής έχουν από δεκαετίες επιπόλαια μπαζωθεί.
Τόσο εκείνη όσο και ο μεγάλος της γιος θυμούνται ακόμα το ρέμα που περνούσε μπροστά από το σπίτι τους, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η πλημμυρισμένη οδός Κοροπούλη. «Εδώ είχανε μεν φτιάξει απο κάτω αγωγό, πολύ μικρό όμως για να κρατάει τόσα νερά. Όσο για τα αντιπλημμυρικά έργα…πνίγηκαν στην κακοδιαχείριση, τις ελλείψεις και τις κακοτεχνίες!
Πόσιμο νερό στα περισσότερα κτίρια ακόμα δεν υπάρχει, η παροχή ρεύματος έχει μεν αποκατασταθεί μερικώς, όπως και η ιντερνετική σύνδεση, αλλά ποιος να βάλει ποια συσκευή σε τι πρίζα. Οι συγκοινωνίες παραμένουν ανύπαρκτες, ενώ εκατοντάδες οχήματα είναι σε συνεργεία, μάντρες ή οδεύουν για παλιοσίδερα. Το σημάδι που έχει αφήσει σε εσωτερικούς κι εξωτερικούς τοίχους το «τσουνάμι» μαρτυρά το ανατριχιαστικό του ύψος. Το βομβαρδισμένο τοπίο, οι πλημμυρισμένοι και ανασκαμμένοι δρόμοι, οικοσκευές που επιπλέουν στα λασπόνερα σαν ξεκοιλιασμένα εντόσθια μπετονένιων όντων, τα απελπισμένα πρόσωπα ανθρώπων που βρεθήκανε μεμιάς κυριολεκτικά στον δρόμο, τα δεκάδες σπίτια και καταστήματα από τα οποία απέμεινε μόνο ο σκελετός, με πλήθος άλλα μισοβουλιαγμένα ακόμα στη λάσπη, τα περιπολικά και πυροσβεστικά οχήματα, οι υδροφόρες, οι μπουλντόζες και τα γκρέιντερ, τα γεμάτα προμήθειες αυτοκίνητα των εθελοντών ή του δήμου που με μεγάφωνα ενημερώνουν τον κόσμο πού, πώς και πότε θα εξυπηρετηθεί συμπληρώνουν ένα εφιαλτικό σκηνικό που μόνο τα αισιόδοξα, παρ’ όλα αυτά, χαμόγελα κάποιων πληγέντων που καταφέρνουν να ενθαρρύνουν και τους άλλους με το παράδειγμα και την προσφορά τους μαλακώνουν. Και από κοντά ο φόβος των λεηλασιών –μέχρι στο ταχυδρομείο έγινε πλιάτσικο, ακούω, ενώ υπήρξαν μέχρι στιγμής 13 συλλήψεις– αλλά και μιας ολέθριας νέας θεομηνίας, καθώς ο χειμώνας ξεκινά. Σήμερα ξανάβρεξε, ευτυχώς για λίγο, ενώ αναμένεται προσωρινή βελτίωση. Με δεδομένη την ασυνεννοησία και την ανοργανωσιά των υπευθύνων, οι ψυχραιμότεροι προσπαθούν να αυτοοργανωθούν, ρυθμίζοντας την κυκλοφορία και αλληλοβοηθούμενοι όπως μπορούν. Τα εναπομείναντα καταστήματα κάνουν εκπτώσεις, λειτουργεί μέχρι κοινωνικό πλυντήριο. Φαγητό, πόσιμο νερό και ρουχισμός βρίσκονται, δεκάδες οργανώσεις εθελοντών και ο δήμος μοιράζουν καθημερινά εφόδια που συγκεντρώνουν από ΜΚΟ και φορείς μέχρι απλοί πολίτες, λειτουργούν επίσης συσσίτια και κοινωνικές κουζίνες, όπως ο Άλλος Άνθρωπος, που σήμερα μόνο μοίρασε 400 μερίδες φαγητό – χέρια και εξοπλισμός χρειάζονται καταρχάς. Οι μεγάλες οικογένειες είναι οι τυχερότερες στη δυστυχία τους.
Η χρόνια αμέλεια –βασικά, κατάμουτρη κοροϊδία– δημοτικών και περιφερειακών Αρχών καθώς και των αρμόδιων υπουργείων όσον αφορά τα απαραίτητα αντιπλημμυρικά έργα που έχουν επανειλημμένως εξαγγελθεί δεκαετίες τώρα, αλλά ουδέποτε ολοκληρωθεί, παρά τα σεβαστά κονδύλια που κατά καιρούς σπαταλήθηκαν, η κλιματική αλλαγή που προκαλεί συχνότερα ακραία καιρικά φαινόμενα, η χρόνια οικολογική υποβάθμιση της περιοχής, η συστηματική άναρχη και αυθαίρετη δόμηση όχι μόνο απλών πολιτών αλλά και επιχειρήσεων και δημόσιων φορέων που η Πολιτεία, όπως παντού άλλωστε στη χώρα αυτή, συνηθίζει αργά ή γρήγορα να επιβραβεύει, νομιμοποιώντας την, ήταν το εκρηκτικό μείγμα που διαμόρφωσε την τωρινή δυστοπική εικόνα. Μιλάμε δε για μια περιοχή που κατά τραγική ειρωνεία αφενός είχε επιλεγεί ως βασική φοιτητική άσκηση για το θέμα των πλημμυρών, ούσα «χαρακτηριστική περίπτωση όπου η ανθρώπινη παρέμβαση και η άγνοια ή η αδιαφορία είναι εγκληματικού χαρακτήρα», σύμφωνα με τον ομότιμο καθηγητή Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Δημήτρη Παπανικολάου, αφετέρου λεγόταν στους κλασικούς χρόνους «Ειδυλλία»!
Πολλές διαφορετικές γνώμες θα ακούσεις σχετικά με το ποια Αρχή είναι –σε συνδυασμό με το πρωτοφανές, όπως συμφωνούν και οι γηραιότεροι, φυσικό φαινόμενο– κυρίως υπεύθυνη για την καταστροφή, οι περισσότεροι κάτοικοι με τους οποίους συνομίλησα ωστόσο συμφωνούν σε ένα πράγμα: αρχικά ότι, αν συνέβαινε μία ώρα αργότερα, θα μιλούσαμε για εκατοντάδες νεκρούς, κυρίως σχολιαρόπαιδα, αφετέρου ότι ουδείς έχει το ακαταλόγιστο: «Όλοι φταίνε, παιδί μου, οι υπουργοί, οι περιφερειάρχες και οι δήμαρχοι όλων των τελευταίων ετών, οι υπάλληλοι που “λαδώνονται” για να νομιμοποιήσουν αυθαιρεσίες και προπαντός εμείς οι ίδιοι που τους ψηφίζουμε και τους ξαναψηφίζουμε κι ας μη βλέπουμε προκοπή!» καθώς μου λέει η Αιμιλία Καμπέρη που τη γλίτωσε τελευταία στιγμή. Προλάβανε τα παιδιά της να τη βγάλουν από το παράθυρο προτού πνιγεί, ενώ είχε κινδυνεύσει και στην πλημμύρα του ’15. «Από τη δεκαετία του ’50 τα τρώμε σιγά-σιγά τα ρέματα και τα χτίζουμε, ήρθε όμως βλέπεις ο καιρός που θυμηθήκανε για τα καλά τον δρόμο τους και τον γυρέψανε πίσω…» μου λέει με νόημα. «Να, δείτε εδώ… Δεν απέμεινε τίποτα, μόνο τα ντουβάρια!» μας λέει η 75χρονη Ευαγγελία Πάλλη που παλεύει με τα παιδιά της να καθαρίσει όπως μπορεί το κατεστραμμένο σπίτι της. Κι εκείνη τη σώσανε βγάζοντάς την από το παράθυρο. «Ήμουνα τυχερή που ακούσανε τις φωνές μου. Τόσες ψυχές χαθήκανε» μονολογεί. Μας λέει για τον φούρναρη που είδε δευτερόλεπτα πριν σκάσει το «τσουνάμι» να παρκάρει λίγο παραπάνω, έξω από το μαγαζί του –ήτανε ευτυχώς γρήγορος, αμάξι και φούρνος «εξαφανίστηκαν»– αλλά και για το σκυλάκι της που είδε, ανήμπορη να κάνει κάτι, να πνίγεται.
Τόσο εκείνη όσο και ο μεγάλος της γιος θυμούνται ακόμα το ρέμα που περνούσε μπροστά από το σπίτι τους, εκεί όπου σήμερα βρίσκεται η πλημμυρισμένη οδός Κοροπούλη. «Εδώ είχανε μεν φτιάξει αποκάτω αγωγό, πολύ μικρό όμως για να κρατάει τόσα νερά. Όσο για τα αντιπλημμυρικά έργα… πνίγηκαν στην κακοδιαχείριση, τις ελλείψεις και τις κακοτεχνίες! Ψάξε και θα δεις. Και να πεις ότι δεν μας είχε προειδοποιήσει η φύση… τόσες φορές το έκανε» θα πει συνεχίζοντας το φτυάρισμα. «Λένε ότι θα δώσουν κάτι αποζημιώσεις-ψίχουλα. Τι να πρωτοκαλύψουν και, καταρχάς, θα τις πάρουμε; Εδώ κάποιοι περιμένουμε ακόμα να αποζημιωθούμε για τις πλημμύρες του ’99!» μας λέει ο Θεοχάρης Μπούνος, που είναι επίσης βέβαιος ότι τα θύματα δεν έχουν ακόμα εντοπιστεί όλα. Για το σπίτι που φτιάξανε με τα ίδια τους τα χέρια και χτυπήθηκε δεύτερη φορά καθώς και τα δύο επαγγελματικά αυτοκίνητα που χάσανε στα νερά σε αυτήν, όπως και στην προηγούμενη μεγάλη πλημμύρα του ’15, έχει να λέει η αλβανικής καταγωγής οικογένεια Μπόνο – τα χρωστάνε ακόμα κιόλας, πιο σπουδαίο όμως θεωρούν ότι γλίτωσαν και βασικά το ότι τη μάνα τη φυγάδευσαν έγκαιρα πατέρας και γιοι από την τσιμεντένια σκάλα που οδηγεί στον δεύτερο όροφο, σκάλα που μόλις πέρσι είχαν φτιάξει. Ο μικρότερος γιος, ο 21χρονος Θωμάς, λέει πως ξυπνά με εφιάλτες και ότι σκέφτεται, τελειώνοντας το στρατιωτικό, να μεταναστεύσει στον Καναδά, γιατί δεν θέλει να το ξαναζήσει αυτό. Οι δικοί του τον μαλώνουν «πού θα πας!», όμως από το βλέμμα του δεν έχει σβήσει ο τρόμος. Λίγο παρακάτω συναντάμε μια άλλη ηλικιωμένη, την Ελένη Βιολέτη – το υπόγειό της και ό,τι υπήρχε αποθηκευμένο εκεί έχει καταστραφεί, ο λέβητας επίσης, οι πυροσβέστες ήρθαν, άντλησαν τα πολλά νερά και τώρα παλεύουν οικογενειακώς να βάλουν κάποια τάξη στο χάος. Δακρύζει. «Όλα χαμένα… Και πώς θα πάρω μεθαύριο τη σύνταξη, που δεν έχω ταυτότητα πια;».
Η περιφέρεια φταίει… Πού πήγαν τα χρήματα που θα διέθετε από πέρσι η Περιφέρεια για αντιπλημμυρικά έργα; Ή μήπως καθάρισε κανείς τα φρεάτια;
Η οικογένεια του Μιχάλη Μάινα, στον ίδιο δρόμο, είναι από αυτές που κινδύνευσαν περισσότερο, καθώς το «τσουνάμι» χτύπησε το σπίτι από δύο μεριές, σπάζοντας τις πόρτες. Έχασε την πεθερά του – δεν την πρόλαβαν και πνίγηκε στο κρεβάτι της στο ισόγειο. Οι υπόλοιποι σκαρφάλωσαν στα ντουλάπια της κουζίνας αρχικά, έπειτα πατέρας και γιος κατάφεραν να βγάλουν την έγκυο αδερφή –που γέννησε την επομένη σε κλινική, ήταν και στις μέρες της, η ζωή βλέπεις διεκδικεί και στον χειρότερο χαμό το μερτικό της–, ο κ. Μιχάλης βρέθηκε να κρατιέται από σκοινί που του ρίξανε από τον πρώτο όροφο. Έμεινε κρεμασμένος πολλή ώρα ο μισός μέσα στο παγωμένα λασπόνερα, ευτυχώς, λέει, που δεν έπαθε υποθερμία, όπως δύο άλλες γυναίκες στη γειτονιά που κατέληξαν στην Εντατική. Η αυλή του μια λασπουριά, ένας ολόκληρος πέτρινος τοίχος κατεδαφισμένος και οι απώλειες συμπεριλαμβάνουν τέσσερα οχήματα, τα δύο της σχολής οδηγών που διατηρεί.
Συνεχίζουμε και, εκτός από τα τρανταχτά σημάδια της συμφοράς –πλημμυρισμένα κτίρια, γκρεμισμένοι τοίχοι, αναποδογυρισμένα αμάξια, σωροί μπάζα και έπιπλα– στο μακάβριο σκηνικό, ενδιαφέρον έχουν επίσης αντικείμενα όπως κούκλες, παιχνίδια, γκάτζετ, μικροσυσκευές, εργαλεία, φωτογραφίες κ.λπ. που είναι διάσπαρτα παντού, σαν τα στοιχεία της φύσης να υποχρέωσαν πλήθος προσωπικούς κόσμους να εκτεθούν ανάκατοι. Περίεργο και το αίσθημα να μπαίνεις σαν κύριος σε ανοιχτά και άδεια ή με κατεστραμμένη οικοσκευή σπίτια και μαγαζιά – θα θύμιζε ταινία επιστημονικής φαντασίας ή θρίλερ αν δεν ήταν τόσο ανατριχιαστικά ρεαλιστικό, π.χ. το τουμπανιασμένο πτώμα ενός μεγαλόσωμου σκύλου. Περνώντας έξω από το μικροβιολογικό εργαστήριο του Βασίλη Μπράχου, ο ιδιοκτήτης του μας… περιλούζει κατά λάθος με τα νερά που προσπαθεί να βγάλει έξω με τη σκούπα. Απολογείται, δεν παρεξηγούμε, φυσικά, και μας ξεναγεί στο ερείπιο που ήταν κάποτε ο επαγγελματικός του χώρος. Μηχανήματα και έπιπλα κατεστραμμένα, αρχεία επίσης, 120.000 ευρώ κοστίζουν μόνο οι αναλυτές, χώρια το νοίκι που τρέχει. «Ευτυχώς, τη γλίτωσε το σχολείο απέναντι. Μια ώρα να αργούσε το κακό, θα κλαίγαμε πολλά παιδιά» θα πει. «Θα σηκώσω τα μανίκια και θα ξαναρχίσω απ’ την αρχή, τι άλλο να κάνω; Τουλάχιστον δεν κινδύνευσα άμεσα ούτε εγώ ούτε κανείς άλλος εδώ, αφού το εργαστήριο ήταν κλειστό» συμπληρώνει. Τεράστια ήταν η ζημιά τόσο στο κατάστημα ρούχων της Αμαλίας Δημοβασίλη, που έχασε όλο της το εμπόρευμα, όσο και στο φαρμακείο του Ιωάννη Πέππα, που υπολογίζει τη χασούρα σε πάνω από 90.000 ευρώ. «Η περιφέρεια φταίει… Πού πήγαν τα χρήματα που θα διέθετε από πέρσι η Περιφέρεια για αντιπλημμυρικά έργα; Ή μήπως καθάρισε κανείς τα φρεάτια;» καταγγέλλει όταν τελικά δέχεται κάτι να πει – γιατί κοντά στους πρόθυμους να εκθέσουν το δράμα τους ανθρώπους υπήρξαν βέβαια κι άλλοι, που είτε δεν έβρισκαν λόγο να το κάνουν –«Τι να σας πω; Αρκετό πόνο έχω…»– είτε ήταν αρκετά απασχολημένοι με τις επισκευές.
Είδαμε και τη δήμαρχο να μιλά στα κανάλια, την περιφερειάρχη, βουλευτές και λοιπούς αρμόδιους αλλά και των πάντων εκ του ασφαλούς τιμητές. Για γέλια και για κλάματα μαζί οι περισσότεροι, φιγούρα, αμνησία και μετάθεση ευθυνών.
Ακούσαμε κι άλλα, επώνυμα και ανώνυμα. Για μεγάλες επιχειρήσεις που φτιάξανε παράνομα εγκαταστάσεις κολλητά ή και πάνω στο ρέμα, για το εργοτάξιο του δήμου αλλά και για το αμαξοστάσιο που είναι επίσης, μου λένε, «αντικανονικά» χτισμένα, για τη «βιομηχανία» των αυθαιρέτων, τις εξαγγελίες που ουδέποτε υλοποιήθηκαν, τα εκατομμύρια που φαγώθηκαν, τις διαχρονικές ευθύνες των κυβερνήσεων, τη συνενοχή όσων, ενώ γνώριζαν, σιωπούσαν, έπρατταν ή συνέπρατταν για ίδιους λόγους. Για το ανύπαρκτο Κτηματολόγιο που συμπληρώνει το αλαλούμ. «Ποιος φταίει; Όλοι! Και το κράτος και η αυτοδιοίκηση και εμείς οι ίδιοι οι πολίτες σε πολλές περιπτώσεις» θα πουν πολλοί. Είδαμε και τη δήμαρχο να μιλά στα κανάλια, την περιφερειάρχη, βουλευτές και λοιπούς αρμόδιους αλλά και των πάντων εκ του ασφαλούς τιμητές. Για γέλια και για κλάματα μαζί οι περισσότεροι, φιγούρα, αμνησία και μετάθεση ευθυνών. Όμως σουρουπώνει, ψυχραίνει και είναι ώρα να φεύγουμε. Αναρωτιόμαστε αν όσοι μείνανε άστεγοι έχουν κάπου να πάνε, αν για τους άλλους επαρκούν τα διαθέσιμα καταλύματα. Οι ανάγκες πολλές, οι ευθύνες περισσότερες, το δράμα να σου ροκανίζει το είναι και η συνειδητοποίηση ότι αρκετές ακόμα περιοχές στην Ελλάδα κινδυνεύουν άμεσα από τέτοιες υπερ-πλημμύρες και κατολισθήσεις τουλάχιστον δυσοίωνη. Εκείνο για το οποίο σίγουρα μπορεί να αισιοδοξεί κανείς είναι η άμεση ανταπόκριση της κοινωνίας των πολιτών στην καταστροφή, αντανακλαστικό που σίγουρα όξυνε η προσφυγική κρίση. Είναι πολλές δεκάδες οι αλληλέγγυες αποστολές από σωματεία, φορείς, ομάδες, οργανώσεις, ιδιώτες, ΜΚΟ, αντιεξουσιαστές, ο Ρουβίκωνας αλλά και η πακιστανική κοινότητα έστειλε εθελοντές εργάτες, ενίοτε πιο απαραίτητους και από το ψωμί! Κοντά σε αυτούς σπεύσανε, βέβαια, οι χρυσαυγίτες, κυνηγώντας με το ντουφέκι να βοηθήσουν τους «μόνο Έλληνες» και οι διάφορες κυρίες Μαριάννες, όμως σημασία έχει ότι δεν δίνανε αυτοί τον τόνο – επιπλέον, οι τοπικές κοινωνίες διαθέτουν ισχυρότερους δεσμούς και η αλληλεγγύη στα δύσκολα είναι πιο δεδομένη. Αυτή μένει να μετουσιωθεί σε γνώση και προπαντός συνείδηση ώστε αυτή η συμφορά να είναι η τελευταία εξαιτίας της οποίας θρηνούμε ανθρώπινες απώλειες, οι μόνες που είναι πραγματικά αναντικατάστατες.
ΟΙ ΑΡΙΘΜΟΙ:
Είκοσι ένας οι μέχρι τώρα νεκροί της τραγωδίας, δεκάδες οι τραυματίες, ένας ακόμα τουλάχιστον άνθρωπος αγνοείται.
Τα ξημερώματα της 15ης Νοεμβρίου στο όρος Πατέρας έπεσε μέσα σε 3 ώρες το 1/5 της βροχής που πέφτει ετησίως (400 εκ.).
Υπάρχουν συγκεκριμένες καταγγελίες για μη αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων και πόρων ύψους 11 εκατ. για αντιπλημμυρικά έργα στην περιοχή ήδη από τον Ιανουάριο του ’16 αλλά και για παλιότερες περιόδους. Καταγγελίες για οικονομικές ατασθαλίες είχαν υπάρξει και με το ανολοκλήρωτο ακόμα αποχετευτικό έργο που ξεκίνησε προ τριετίας.
Πάνω από 2.000 νοικοκυριά κι επιχειρήσεις υπολογίζεται ότι έχουν καταστραφεί μόνο στη Μάνδρα. Τεχνικά κλιμάκια του υπουργείου Υποδομών κάνανε μέχρι χτες αυτοψίες σε 925 κτίρια, από τα οποία 733 χρήζουν αποζημίωσης που ξεκινά από 20 ως 60 ευρώ ανά τ.μ. για επισκευές και φτάνει τα 500-1.000 για ανακατασκευή επαγγελματικού χώρου και κατοικίας αντίστοιχα. Η αποζημίωση για μέχρι 150 τ.μ. αποτελείται από 60% δωρεάν κρατική αρωγή και 40% άτοκο δάνειο. Όλα τα πληγέντα νοικοκυριά θα λάβουν επιπλέον έκτακτη ενίσχυση 5.000 ευρώ (8.000 ευρώ οι επιχειρήσεις).