Αποκαρδιωτικά για τις συνθήκες εργασίας στην Αττική είναι τα ευρήματα έρευνας της Περιφέρειας Αττικής.
Σύμφωνα με δημοσκόπηση της εταιρείας MARC με θέμα «Συνθήκες διαβίωσης και εργασίας στο Λεκανοπέδιο της Αττικής» που παρήγγειλε η Περιφέρεια Αττικής σε συνεργασία με το Εργατοϋπαλληλικό Κέντρο Αθήνας (ΕΚΑ), ποσοστό 57% όσων προσλήφθηκαν τους τελευταίους 12 μήνες εργάζονται με καθεστώς μερικής απασχόλησης, επτά στους δέκα μισθωτούς του ιδιωτικού τομέα δήλωσαν ότι εργάζονται με πλήρες ωράριο, ενώ 30% εργάζονται με μερική απασχόληση (λιγότερες ώρες ή ημέρες) με το ποσοστό αυτής στις γυναίκες και τους νέους (18-34 ετών) να ξεπερνά το 40% (γυναίκες 41,1%, νέοι 41,5%).
Στόχος της έρευνας ήταν η συστηματική συλλογή πρωτογενών πληροφοριών σχετικά με την καταγραφή της υπάρχουσας κατάστασης στους τομείς της εργασίας, των συνθηκών διαβίωσης και της συνδικαλιστικής απήχησης τόσο στον πληθυσμό των εργαζομένων όσο και των ανέργων στην Αττική ενώ τον εξεταζόμενο πληθυσμό αποτέλεσαν οι μισθωτοί εργαζόμενοι, απασχολούμενοι στον ιδιωτικό και ευρύτερο δημόσιο τομέα, καθώς και άνεργοι, 18 -65 ετών, στην περιοχή της Αττικής.
Το μέγεθος δείγματος ανήλθε σε 1.501 άτομα εκ των οποίων 1001 ήταν εργαζόμενοι και 500 άνεργοι. Η έρευνα διεξήχθη από 22 Νοεμβρίου 2017 έως 15 Δεκεμβρίου 2017.
Από τη δημοσκόπηση προκύπτει ετεροαπασχόληση. Ειδικότερα, ένας στους τρεις εργαζόμενους (32%) αναφέρει πως το αντικείμενο της εργασίας του δεν ανταποκρίνεται στην ειδίκευση ή στο αντικείμενο των σπουδών του.
Το δε μέγεθος της ετεροαπασχόλησης εμφανίζει αυξητική τάση ενώ μεγέθη που αφορούν την περιστασιακή απασχόληση, το καθεστώς της μερικής απασχόλησης, την ετεροαπασχόληση, την ανασφάλιστη εργασία και γενικότερα το σύνολο των παραγόντων που συνθέτουν τις ελαστικές μορφές εργασίας, αναφέρονται σε όσους κατά την διάρκεια της έρευνας είχαν εργασία και δεν συνυπολογίζουν όσους την ίδια περίοδο δεν είχαν απασχόληση.
Στην έρευνα δεν έχει υπολογιστεί το ποσοστό των ανέργων που δηλώνουν πως έχει τύχει να υποαπασχοληθούν σποραδικά (έκαναν πού και πού μεροκάματα) κατά τη διάρκεια της ανεργίας τους και συνεπώς τα προαναφερόμενα μεγέθη θα πρέπει να θεωρηθούν σχετικώς υποτιμημένα.
Πλήρη ασφαλιστική κάλυψη δήλωσαν πως έχουν 82,7% των εργαζομένων. Ποσοστό 10,3% ανέφεραν πως είναι μεν ασφαλισμένοι/ες αλλά για λιγότερες ώρες, ενώ 6,1% δήλωσαν πως εργάζονται χωρίς ασφάλιση. Αυτασφάλιση δήλωσαν 0,8%.
Ένας στους τέσσερις εργαζόμενους κάτω των 35 ετών (25,3%) δεν έχει πλήρη ασφάλιση. Ποσοστό 16% αναφέρουν πως έχουν ασφαλιστεί για λιγότερες ώρες και 9,3% εργάζονται ανασφάλιστοι.
Τα κρούσματα της παραβίασης των ασφαλιστικών δικαιωμάτων εμφανίζονται εντονότερα στις μικρότερες επιχειρήσεις και ιδιαίτερα στις προσλήψεις των τελευταίων ετών της κρίσης. Το ¼ όσων προσλήφθηκαν την τελευταία τριετία στερούνται πλήρους ασφαλιστικής κάλυψης.
Όσοι εργάζονται με καθεστώς μερικής απασχόλησης στερούνται της ασφάλισης που αντιστοιχεί στις ώρες εργασίας τους ή δεν έχουν καμία ασφάλιση σε ποσοστό 38%.
Επίσης, 25% των προσλήψεων τα τελευταία χρόνια δεν έχουν πλήρη ασφάλιση. Σε όλα αυτά δεν υπολογίζονται οι άνεργοι ή οι περιστασιακά εργαζόμενοι.
Σύμφωνα με την έρευνα, ο μέσος όρος των καθαρών μηνιαίων αποδοχών ανέρχεται στα 806 ευρώ, ενώ τις χαμηλότερες αποδοχές έχουν οι γυναίκες και οι νέοι. Ένας στους πέντε εργαζόμενους πληρώνεται με μισθό κάτω των 500 ευρώ.
Οι εργαζόμενοι κάτω των 35 ετών πληρώνονται με μισθό κάτω των 500 ευρώ σε ποσοστό 31,5%, ενώ όσοι προσλήφθηκαν τους τελευταίους 12 μήνες δηλώνουν πως έχουν μισθό κάτω των 500 ευρώ σε ποσοστό 42,1% γεγονός που καταδεικνύει τη σαφή και συνεχή τάση μείωσης των αποδοχών.
Ποσοστό 35% των εργαζομένων δήλωσαν πως για τις τυχόν υπερωρίες εκτός του συμφωνημένου ωραρίου, δεν πληρώνονται επιπλέον. Το φαινόμενο των απλήρωτων υπερωριών είναι συχνότερο στις γυναίκες (37% έναντι 33,7% των ανδρών).
Μόνον 57% των εργαζομένων δηλώνουν πως λαμβάνουν τον μισθό τους χωρίς καθυστέρηση, ενώ 42,5% των εργαζομένων αναφέρουν προβλήματα στην καταβολή του μισθού τους.
Ειδικότερα, 33% δήλωσαν πως λαμβάνουν τον μισθό τους συνήθως με καθυστέρηση και 9,3% πως η καταβολή του μισθού τους καθυστερεί πάντα. Οι καθυστερήσεις στην καταβολή των δεδουλευμένων παρατηρείται σχετικά περισσότερο στις γυναίκες εργαζόμενες (45,3%) έναντι (39,6%) των ανδρών, ενώ ο συνηθέστερος χρόνος καθυστέρησης είναι ο ένας μήνας.
σχόλια