Συνάντησα τον «Τζίμι Χέντριξ της ελληνικής λύρας», μεσημέρι σε μια καφετέρια του Χολαργού, με εκκωφαντική μουσική. Ασκητική φυσιογνωμία, αυστηρή, που μετατράπηκε σε χείμαρρο· ένας χαλαρός, απολαυστικός συνομιλητής, με διάθεση να διηγηθεί ιστορίες και να μιλήσει για όλα. Την προηγούμενη μέρα στο τηλέφωνο μου είχε δηλώσει «θα σου μιλήσω γιατί έτσι μου λέει το ένστικτό μου»...
Έρχεται νέος κόσμος, Ψαραντώνη, στις συναυλίες σου;
Κυρίως νέος κόσμος έρχεται. Νεαροί και νεαρές.
Σε αγαπάνε οι νέοι άνθρωποι. Γιατί νομίζεις ότι σε ξεχωρίζουν;
Δεν ξέρω παιδί μου, έρχεται μόνο του.
Τι θα ήθελες να πεις στους νέους ανθρώπους για σένα;
Ότι είμαι 100 χρονών -τόσα γράψε- και ότι παίζω από μικρό παιδί μουσική. Τη λύρα. Κι ότι μου αρέσει να παίζω στα βουνά, στα ζώα και στα πουλιά.
Δεν σου αρέσει να παίζεις στους ανθρώπους;
Πώς δεν μου αρέσει! Για τους ανθρώπους παίζω. Παίζω τη μουσική που μας έμαθαν οι θεοί. Ξέρεις ποιος έπαιξε πρώτος το δοξάρι στον κόσμο; Ο Δίας. Η ιστορία είναι αληθινή, έγινε πριν χιλιάδες χρόνια. Χιλιάδες χρόνια παίζουν τη λύρα στην Κρήτη, όχι εκατοντάδες. Μετά πήγε στην Ινδία και στους άλλους λαούς. Παντού έφτασε. Εκατέβαινε που λες ένας ξένος από τον Ψηλορείτη στον κάμπο που έβοσκαν τα πρόβατα και τον εθωρεί ο πρώτος βοσκός, ο καλύτερος τραγουδιστής και ο καλύτερος μουσικός. Τον ρωτάει «ξένε, πού πας; Είσαι κουρασμένος, σκεφτικός». Του λέει ο Δίας -γιατί ο Δίας ήταν- «το μέρος μπροστά μου έχει ακόμα πολύ δρόμο». «Έλα τότε στο μιτάτο (μιτάτο είναι το σπίτι του βοσκού) να σου δώσω να πιεις, να ξεκουραστείς. Κι εγώ θα σου τραγουδήσω». Και μπαίνουν μέσα στο μιτάτο και ο βοσκός τα είχε όλα: κρύο νερό, φρέσκο γάλα, τυρί, και τον φιλεύει. Σε λίγο τού λέει ο ξένος «εγώ αδελφέ μου είμαι ο Δίας». Σαστίζει ο βοσκός. «Δεν μπορώ τότε να σου τραγουδήσω» του λέει «η δύναμη που βλέπω στο πρόσωπό σου είναι μεγαλύτερη κι απ' αυτή που μπορεί να βάλει ο νους μου». «Θα σου φτιάξω ένα όργανο» του λέει ο Δίας «να το παίζεις και να σε ακούνε τα ζώα, τα πουλιά και οι άνθρωποι». Και βγάζει από τη βούρια ένα καβούκι χελώνας, βάζει κέρατα της αίγας από πάνω, κόκαλα από κάτω, βάζει τις χορδές και φτιάχνει το δοξάρι από την τρίχα του τράγου. Του παραδίνει τη λύρα στα χέρια του και του δείχνει πώς να παίζει με το δοξάρι. Ο βοσκός δεν είχε ξανακούσει πιο ωραίο ήχο στη ζωή του. Απ' τις δονήσεις των χορδών τού 'ρθε να τραγουδήσει. Και τραγούδησε. Ο Δίας έφυγε να πάει στον προορισμό του. Ο φτωχός βοσκός συνέχισε να δονεί τις χορδές και να τραγουδεί, και έμαθε να παίζει και γύριζε την Κρήτη και έβγαινε ο κόσμος και άκουγε. Κι από κει πήγε σε άλλους λαούς. Τη μουσική παιδί μου την έστειλαν οι θεοί.
Εσύ πώς έμαθες να παίζεις;
Άκουγα τους άλλους, τον Νίκο, και μάθαινα. Στο δημοτικό σχολειό.
Ήταν πιο μεγάλος ο Νίκος;
Ήταν. Τέσσερα χρόνια με πέρναγε. Δάσκαλός μου. Ήταν πολύ σημαντικός ο Νίκος. Οι σημαντικοί άνθρωποι μένουνε, δεν τους ξεχνάει κανένας. Μπορούν να κάμουν έναν Νίκο; Δεν μπορούν. Μόνο με το περπάτημά του και την κορμοστασιά του τα 'λεγε όλα... Στην κηδεία του όλη η Ελλάδα στεκόταν όρθια. Δεν ξεχνιέται αυτό. Δάσκαλοί μου ήταν κι όλοι αυτοί που άκουγα κι έγιναν πράξη όσα έφταναν στ' αυτιά μου.
Έμαθες να διαβάζεις μουσική, νότες;
Ναι, ξέρω. Και τι μ' αυτό; Οι νότες, τα ονόματα, το λα το μι και το φα -ντορεμιφασολάδα που έλεγε κι η μάνα μου... Άστο παιδί μου, αυτά είναι κόλλυβα. Η μουσική είναι στην καρδιά, δεν είναι κουκκίδες. Γεννιέται ο καλλιτέχνης, δε μαθεύεται. Δεν υπάρχει σχολείο που να σε μαθαίνει μουσική.
Κι όλα αυτά τα σχολεία που υπάρχουν, Ψαραντώνη, τι σε μαθαίνουν;
Νότες σε μαθαίνουν. Η μουσική είναι συναίσθημα παιδί μου, δεν γράφεται στο χαρτί να τη μάθει ο άλλος. Ούτε πουλιέται ούτε αγοράζεται. Μουσικολόγος μπορεί να γίνει όποιος θέλει, μόνο λόγια και ξενομανία· μελετάνε τα ευρωπαϊκά και δεν λένε ποιος έδωσε τη μουσική, ότι από δω ξεκίνησαν όλα.
Γιατί δεν μας το λένε;
Γιατί δεν θέλουν να ξέρουμε. Εγώ που πάω στα ξένα φεστιβάλ και αντιπροσωπεύω αυτή τη χώρα και παίρνω τα καλύτερα λόγια, θέλω να κάνω γνωστή την ιστορία μας. Μου λένε για κινέζικη μουσική και για μαύρη, τα ίδια παίζουν όλοι. Η γλώσσα της μουσικής τα λέει όλα. Άμα έχεις καλή καρδιά οι νομαρχίες του ουρανού ψάχνονται. Δεν μας τα λένε γιατί τα βιβλία που τα γράφουν υπάρχουν σε ξένες βιβλιοθήκες. Οι Δραβίδες είχανε μουσική και θέατρο. Μόνο αυτοί απ' τους αρχαίους. Και στόλο είχαν. Τα πρώτα όργανα ήταν η λύρα, οι αυλοί και τα τύμπανα. Και ο Δίας ήταν υπαρκτός, και ο Απόλλωνας. Και ο Μίνωας και ο Καζαντζάκης και ο Κορνάρος και ο Όμηρος. Υπαρκτοί ήταν όλοι. Άνθρωποι μεγάλοι που μιλούσαν με το θεό και τη φύση.
Εσύ πιστεύεις στο Θεό;
Ο θεός είναι η φύση, η αρμονία. Η αρμονία μόνο είναι αυτή που στολίζει τόσο όμορφα το σύμπαν, καμία άλλη δύναμη. Η φύση δίνει παλμό στα πράγματα. Όλα είναι με παλμό, παιδί μου. Ο αέρας είναι με παλμό, αλλιώς δεν μεταφέρεται· η θάλασσα έχει κανονικό παλμό. Κι εμείς όταν δεν έχουμε αρμονία πεθαίνουμε.
Μετά από τόσα χρόνια ιστορίας τι έγινε και καταντήσαμε στη σημερινή μουσική, τι φταίει;
Είναι αυτό που σου είπα προ ολίγου. Έχουμε μουσική, υπάρχει, δε χάνεται· αυτή αντιστέκεται. Είναι παρούσα η μουσική του λαού, η τέχνη.
Δεν φαίνεται όμως...
Πώς δεν φαίνεται! Νά, δες την Ακρόπολη, χάνεται αυτό; Με κάλεσαν στο εξωτερικό να παίξω ανάμεσα σε όλους τους λαούς, οι συναυλίες μου γεμίζουν. Όταν βλέπεις την Ακρόπολη δεν σταματάς για να σκεφτείς; Σε κάνει να σκέφτεσαι έτσι κάτι σημερινό; Μπορούν να κάνουν την τέχνη των αρχαίων τώρα; Τι έχει μείνει στο χρόνο; Η ιστορία, το τραγούδι που λέει αλήθειες, η τέχνη. Ό,τι είναι αληθινό μένει παιδί μου.
Και ο Δίας;
Άκου να δεις, ο Δίας υπήρξε. Οι Κουρήτες. Ο μύθος λέει πως μετά το θάνατο του Δία ο Ορφέας, ο Απόλλωνας και οι θεάνθρωποι συνέχισαν το έργο του. Ημίθεοι είναι όσοι κάνουν τέχνη. Κι ο μύθος είναι παραμύθια που γράφει η ανθρωπότητα μετά τη θρησκεία, ιστορίες του λαού που μένουνε. Θέλεις να σου πω μια ιστορία; Μια φορά όταν ήμουν 13 χρονών κάλεσαν το Νίκο να πάει να παίξει λύρα στην Κνωσό -είχε έρθει ένας υπουργός απ' την Ιαπωνία- και με πήρε μαζί του. Θα χόρευαν κάτι παιδιά με στολές τοπικές και μετά θα τον ξεναγούσαν στ' αρχαία. Ο υπουργός ήταν μεγάλος αρχιτέκτονας. Δεν είχα ξαναπάει στην Κνωσό· όταν φτάσαμε εκεί χάζεψα. Δεν θα το ξεχάσω ποτέ, το θυμάμαι σαν τώρα. Είδα τον υπουργό να θολώνουν τα μάτια του και να δακρύζει. Μετά έμαθα ότι είχε πει «δεν μου άξιζε να πατήσω αυτό το μέρος». Ξέρεις τι του είχαν δείξει; Ένα κομματάκι τέχνης τόσο δα, μια μικρή σφήκα. Τώρα τι βγάζουν; Τις βρομιές... Γεννάει ζωή η τέχνη, κάνει καρπό, έχει οργανισμό. Όλη την τέχνη και τον πολιτισμό τα πήραν από δω, και όσοι καταλαβαίνουν τα εκτιμούν. Αν δεν τη σέβεσαι την τέχνη σε τιμωρεί. Σε τιμωρεί ο θεός της.
Σε καλούν στα μεγάλα φεστιβάλ του εξωτερικού, οι ξένοι σε εκτιμούν· εδώ, το κράτος τι κάνει για σένα;
Τίποτα. Πηγαίνω στα καλύτερα φεστιβάλ και παίζω και οι ξένοι με σέβονται. Πήγα στη Συνάντηση των Πέντε Ηπείρων στην Ελβετία το 1999, και ο παρουσιαστής έλεγε ένα σωρό λόγια. Δεν ήξερα τι έλεγε, αλλά μου άρεσε ν' ακούω. Ξέρεις τι έλεγε; «Αυτή είναι η τέχνη της αρχαίας Ελλάδας, η κραυγή των θεών. Από κει ξεκίνησαν όλα». Μιλούσε για τη θεία μουσική. Άκου να δεις. Εδώ, αν μπορείς να κάνεις κάτι το κάνεις μόνος σου, δεν περιμένεις από κανέναν. Το Ηρώδειο το ζήτησα πολλές φορές αλλά δεν μου το δίνουν, δεν χωράω φαίνεται. Τα CD μου πάνε σε όλες τις χώρες του κόσμου. Αυτά που ακούς στο ραδιόφωνο ξέρεις πού καταλήγουν; Στη χωματερή. Βγάζουν πολλά, τα μοιράζουν και μετά επιστρέφουν τις παραγγελίες και καταλήγουν στα σκουπίδια. Το δικό μου το CD είναι πρώτο σε πωλήσεις στα αεροδρόμια.
Οι ξένοι πώς σε δέχονται;
Ακούνε προσεκτικά. Μπορεί να μην καταλαβαίνουν τη γλώσσα, αλλά πιάνουν την ουσία. H μουσική είναι παγκόσμια.
Γιατί παίζεις με κλειστά μάτια, Ψαραντώνη, τι σκέφτεσαι όταν είσαι πάνω στη σκηνή;
Έχω κάποια τοπία και πάω. Γιατί μπορεί να 'σαι εδώ, αλλά ο νους σου σε πάει όπου θες. Κι ανάλογα πού με πάει βγαίνει και το κομμάτι. Ποτέ δεν παίζω το κομμάτι ίδιο, ποτέ. Κάθε φορά το κεντάω διαφορετικά.
Τα νέα παιδιά έρχονται στις συναυλίες σου. Υπάρχουν παιδιά που ασχολούνται με τη λύρα;
Εκατοντάδες παιδιά. Κι όχι μόνο στην Κρήτη. Κι εδώ, και στην Πελοπόννησο - το παιδί που παίζει λαούτο στο συγκρότημά μου είναι από την Πελοπόννησο. Δε γίνεται να επιβιώσουμε χωρίς παράδοση, ο λαός δεν έχει πόδια να σταθεί. Μια φορά πήγα σ' ένα χωριό στα Σφακιά να μάθω μερικά ριζίτικα τραγούδια για ένα CD που ήθελα να κάμω, και γνώρισα ένα γέρο 97 χρονών που έλεγε τραγούδια χιλιάδων χρόνων: «Ζηλεύω το σταυραετό όπου πετά στα νέφη / και παίζει με τσι αστραπές και με το αστροπελέκι / στο βράχο χτίζει τη φωλιά...». Τρόμαξα. Δεν ήταν δικά μου να τα πω, ένας πολιτισμός σαν κι αυτόν θέλει σεβασμό. «Μπάρμπα, πες τα εσύ τα τραγούδια» του λέω. «Είμαι γέρος» μου απάντησε «μα να τα λες να τα μάθει ο κόσμος, γιατί είναι αμόρφωτος». Εκεί πάνω ο γέρος, που είχε τα βουνά δασκάλους, τους έβλεπε όλους τους άλλους αμόρφωτους. «Δεν ξέρουν τίποτα αυτοί» μου λέει...
Είναι αλήθεια ότι δεν μπαίνεις ποτέ σε αεροπλάνο;
Α, ποιος στο είπε; Λάθος. Σε τόσα μέρη πάω, γίνεται να μην μπω; Μα και να πέσει τι με νοιάζει; Δικό μου είναι;
σχόλια