Σ' έναν κατάφυτο τοπίο στους πρόποδες του Φιλοπάππου ξεπροβάλλει μια μοναδική έκταση, όπου τα βλέμματα συγκεντρώνει η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη.
Σύμφωνα με την παράδοση, το 1658, την παραμονή της γιορτής του αγίου, ο Τούρκος φρούραρχος της Ακρόπολης, Γιουσούφ, ήθελε να κανονιοβολήσει από τα Προπύλαια της Ακρόπολης την εκκλησία και τους συγκεντρωμένους πιστούς με μια λουμπάρδα, δηλαδή ένα μεγάλο πυροβόλο.
Τα σχέδιά του ματαιώθηκαν όταν την επόμενη μέρα ξέσπασε ξαφνικά καταιγίδα και ένας κεραυνός ανατίναξε την πυριτιδαποθήκη που υπήρχε πάνω στην Ακρόπολη, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί ο ίδιος και η οικογένειά του. Απ' αυτή την απόπειρα ανατίναξης του ναού με λουμπάρδα, ονομάστηκε Λουμπαρδιάρης.
Είναι χτισμένος στη θέση του βόρειου πύργου της πύλης του Διατειχίσματος που έφερε το όνομα «Δίπυλο υπέρ των Πυλών». Πιθανολογείται ότι η οικοδόμηση του ναού έγινε την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μάλιστα, στο εσωτερικό του σώζονται τοιχογραφίες των οποίων η κτητορική επιγραφή τις ανάγει στο 1732.
Ένα δημόσιο έργο υπαίθριου χώρου τεράστιας σημασίας για την ευρύτερη νεωτερική Αθήνα, που για λόγους ανεξήγητους παραμένει αναξιοποίητο εμπορικά, σε αποσύνθεση, τη στιγμή που θα μπορούσε να αποτελέσει τουριστικό πόλο έλξης καθώς και χώρο στάσης και αναψυχής κατά μήκος του περιπάτου στο ιστορικό κέντρο της πόλης.
Το αρχικό κτίσμα έχει υποστεί πολλές αλλαγές στο πέρασμα των αιώνων. Το 1955 αναστηλώθηκε από τον διάσημο αρχιτέκτονα και πολεοδόμο Δημήτρη Πικιώνη.
Τότε αποκαλύφθηκαν αρκετά φθαρμένες μεταβυζαντινές τοιχογραφίες του 1700. Για την αναμόρφωσή του χρησιμοποιήθηκαν κυβόλιθοι, μαρμάρινα στοιχεία από νεοκλασικά κτίρια, μορφοπλαστικές ζώνες από μπετόν καθώς και βυζαντινά και λαϊκά στοιχεία.
Η εκκλησία λειτουργεί καθημερινά συνήθως ως τις 12 το πρωί και αρκετές φορές παραμένει ανοιχτή και τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας, ειδικά όταν τελείται κάποιο μυστήριο.
Σήμερα, ο επισκέπτης, για να φτάσει στο εκκλησάκι, ακολουθεί τον σχεδιασμένο από τον Δ. Πικιώνη πλακόστρωτο δρόμο και διασχίζει ένα κατάφυτο από μεσογειακή βλάστηση περιβάλλον. Δίπλα αντικρίζει το ιστορικό καφενείο του Αγίου Δημητρίου Λουμπαρδιάρη, γνωστό ως «αναπαυτήριο», σύμφωνα με την ονομασία που του είχε δώσει ο σπουδαίος αρχιτέκτονας.
Τα λιθόστρωτα πεζούλια, τα παγκάκια και η μετωπική θέα στον βράχο της Ακρόπολης συνθέτουν το ξύλινο «αναπαυτήριο» που παραμένει κλειστό και ανενεργό. Αξίζει να σημειώσουμε ότι το έργο στου Φιλοπάππου ανακηρύχθηκε το 1996 μνημείο προστατευόμενο από την UNESCO και χαρακτηρίστηκε από το υπουργείο Πολιτισμού «ιστορικό διατηρητέο μνημείο» και «έργο τέχνης».
Στο παρελθόν έχουν έρθει στη δημοσιότητα διάφορα διαβήματα εκ μέρους συντονιστικών επιτροπών του Φιλοπάππου προς τα υπουργεία Πολιτισμού και Τουρισμού, αλλά η πολιτεία εξακολουθεί να αφήνει ανεκμετάλλευτο το «αναπαυτήριο».
Σύμφωνα με τους αρμόδιους φορείς, το παλιό τουριστικό περίπτερο, που πολλοί το θυμούνται ως «Λούμπο», λειτουργεί κατά καιρούς μόνο ως εκθεσιακός χώρος και υπάγεται στην αρμοδιότητα της Εφορείας Αρχαιοτήτων της Πόλης των Αθηνών.
Αρκετοί από τους κατοίκους αφηγούνται αναρίθμητες ιστορίες, τονίζοντας ότι σε αυτό το σημείο πέρασαν τα ωραιότερα χρόνια της παιδικής τους ηλικίας.
«Για περίπου σαράντα χρόνια το καφενείο είχε υποστεί αυτοσχεδιασμούς και επεμβάσεις εκ μέρους των ενοικιαστών κατά τη διάρκεια λειτουργίας του και κανείς δεν φρόντισε να συντηρηθεί από ειδικούς. Είναι γεγονός ότι από το 2005 παραμένει κλειστό. Το υπουργείο Πολιτισμού, που έχει στην ευθύνη του το καφενείο, προτιμά να το αφήνει κλειστό σχεδόν όλο τον χρόνο, ενώ θα μπορούσε να το ανοίξει στην πόλη, στους επισκέπτες της και τους τουρίστες».
Από την άλλη πλευρά, οι υπεύθυνοι τονίζουν ότι υπάρχει ο γειτονικός «Διόνυσος», ενώ προσθέτουν ότι από τη στιγμή που το μνημείο έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο δεν υπάρχει λόγος επαναλειτουργίας, παρά μόνο σε περίπτωση παραχώρησης για εκθεσιακούς λόγους, χωρίς να επηρεάζεται η αισθητική όψη του ιστορικού κτίσματος.
Οι περισσότεροι από τους περιοίκους με τους οποίους συνομιλήσαμε αναφέρθηκαν στη διαμάχη που υπάρχει ανάμεσα σε αυτούς και την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Το επίκεντρο της διαφωνίας παραμένει η περίφραξη του αρχαιολογικού χώρου, ειδικά μετά το περιστατικό της δολοφονίας του 25χρονου Νικόλα Μουστάκα τον περασμένο Αύγουστο και την αύξηση κρουσμάτων βίας.
Επιπλέον, η αντιπαράθεση στέκεται στο γεγονός ότι ορισμένοι κάτοικοι είναι υπέρ της επαναλειτουργίας του ως ενός λιτού καφενείου, χωρίς ιδιαίτερες προσθήκες, και επιρρίπτουν τις ευθύνες στην Αρχαιολογική Υπηρεσία. Βάσει του ότι πρόκειται για τον μοναδικό αρχαιολογικό χώρο στον οποίο η πρόσβαση είναι ελεύθερη όλο το 24ωρο, επιθυμούν να «καγκελώσουν» τον λόφο και να τον εκμεταλλευτούν οικονομικά.
Αναμφίβολα, πρόκειται για ένα εμβληματικό μνημείο της πρωτεύουσας, όπου συνυπάρχουν αρμονικά η φύση με το παρελθόν, δημιουργώντας ένα μοναδικό τοπίο της αθηναϊκής ιστορίας.
Ένα δημόσιο έργο υπαίθριου χώρου τεράστιας σημασίας για την ευρύτερη νεωτερική Αθήνα, που για λόγους ανεξήγητους παραμένει αναξιοποίητο εμπορικά, σε αποσύνθεση, τη στιγμή που θα μπορούσε να αποτελέσει τουριστικό πόλο έλξης καθώς και χώρο στάσης και αναψυχής κατά μήκος του περιπάτου στο ιστορικό κέντρο της πόλης. Άλλωστε, αυτός ήταν και ο λόγος που το σχεδίασε ο κορυφαίος αρχιτέκτονας Δημήτρης Πικιώνης.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO