Η πρώτη παρεξήγηση σχετικά με την περίπτωση του Τιμ Μπέρτον ξεκινά από την απόδοση του ονόματός του στα ελληνικά. Η σωστή προφορά είναι «Μπέρτον». Όμως, αφενός ο απαράβατος κανόνας της αθλητικής δημοσιογραφίας που θέλει τον ξένο αθλητή να προφέρεται στα ελληνικά όπως θα τον γράψει ο πρώτος δημοσιογράφος, μόλις εκείνος πατήσει το πόδι του στη χώρα μας, ισχύει και στην κινηματογραφική δημοσιογραφία, αφετέρου δεν θα θέλαμε να σπάσουμε παράδοση ετών με το παρόν άρθρο, έστω και λαθεμένη. Ας μείνουμε παραδοσιακοί σε μερικά πράγματα ‒ πολλοί από εμάς γράφουμε τον Σταλλόνε με δύο λάμδα.
Η δεύτερη και πολύ μεγαλύτερη παρεξήγηση υπερβαίνει τα σύνορά μας και έχει να κάνει με την κατηγοριοποίηση του ως παραμυθά. Τα παραμύθια έχουν σταθεί αστείρευτη πηγή έμπνευσης για το σινεμά του, η ιδιότητα του παραμυθά, όμως, περιλαμβάνει κι εκείνη του αφηγητή. Και ο Μπάρτον, πλην ελαχίστων περιπτώσεων, ουδέποτε υπήρξε αφηγητής.
Ο Μπάρτον είναι κάποιος που θα σε πάρει από το χέρι να σου δείξει τι θαυμαστό σύμπαν έπλασε, παράγει κόσμους ολοκληρωμένους και διακριτούς, αυτό είναι το ατού του. Διαβάζεις, λοιπόν, από την κριτική για τις νέες του ταινίες πως έχουν ανερμάτιστη αφήγηση ή, ακόμα χειρότερα, ότι ο Μπάρτον ξέχασε να αφηγείται και συνειδητοποιείς πως αυτοί που τα γράφουν πιθανότατα έχουν να δουν τις παλιότερες ταινίες του από τον καιρό που φορούσαν κοντά παντελόνια.
Μεγάλο κρίμα, πάντως, αυτός ο αφορισμός για έναν από τους λιγοστούς εναπομείναντες δημιουργούς με χαρακτηριστικό στίγμα, εκείνους που, αν πετύχεις ταινία τους στην TV κάνοντας ζάπινγκ, πιθανότατα μέσα σε δύο λεπτά θα καταλάβεις ότι είναι δική τους.
Με αφορμή την κυκλοφορία του «Dumbo» (2019) στις αίθουσες ακολουθεί όλη η φιλμογραφία του, σε αξιολογική σειρά, με υποκειμενικό χαρακτήρα, ασφαλώς. Περισσότερη σημασία έχουν τα συνοδευτικά κειμενάκια, μέσω των οποίων επιχειρείται μία μίνι σύνοψη των μοτίβων που διατρέχουν το έργο του και των στοιχείων εκείνων που το καθιστούν sui generis.
Aν αφήσετε λίγα δευτερόλεπτα παραπάνω τον κέρσορα επάνω σε κάθε φωτογραφία, εμφανίζεται το συνοδευτικό κείμενο. Κι αν αναρωτιέστε γιατί απουσιάζει ο «Χριστουγεννιάτικος Εφιάλτης», παρά το γεγονός ότι ο τελευταίος είναι 100% Μπάρτον στη φτιαξιά του, τη σκηνοθεσία του υπογράφει ο Χένρι Σέλικ κι έτσι δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στην παρούσα λίστα.