Μάκης Θεοφυλακτόπουλος, Stiching, B-fest
Έφυγα από την Αθήνα με αυτοκίνητο για τον Πόρο, Σάββατο πρωί χωρίς να ξέρω τι με περιμένει. Δάση της Επιδαύρου, στο «Αγνάντι» παϊδάκια που γίνονται αλησμόνητα μόλις δαγκωθούν, περιβόλια της Τροιζηνίας, λεμονιές, κιτριές και κυπαρίσσια όλο κύρος και να μπροστά μας ο Πόρος: σμαράγδι από δέντρα και θάλασσα, με μια κωνική τουρτίτσα από νησιώτικα σπίτια, και ο πύργος του ρολογιού να μετράει τα κότερα.
Μάκης Θεοφυλακτόπουλος
Γκαλερί Citrone, Πόρος
Σάββατο 05/06/2010
Έφυγα από την Αθήνα με αυτοκίνητο για τον Πόρο, Σάββατο πρωί χωρίς να ξέρω τι με περιμένει. Δάση της Επιδαύρου, στο «Αγνάντι» παϊδάκια που γίνονται αλησμόνητα μόλις δαγκωθούν, περιβόλια της Τροιζηνίας, λεμονιές, κιτριές και κυπαρίσσια όλο κύρος και να μπροστά μας ο Πόρος: σμαράγδι από δέντρα και θάλασσα, με μια κωνική τουρτίτσα από νησιώτικα σπίτια, και ο πύργος του ρολογιού να μετράει τα κότερα. Το βράδυ πέφτει μαζί με τη βροχή που μουσκεύει τα πεύκα. Κοντεύει 9 και βλέπω απέναντι από την γκαλερί Citronne το «σπίτι κοντά στη θάλασσα», το παλιό ξενοδοχείο «Γαλήνη» -τώρα έχει πήλινο ροζ χρώμα- όπου έγραψε ο Σεφέρης τον Οκτώβρη του '46 το ποίημα «Κίχλη», για ένα ναυάγιο. Ο αισθησιακός Σεφέρης και η φύση του Πόρου ταίριαξαν πολύ: «καθρεφτισμένα βουνά», «σκοτεινός κόρφος», «τα κρόσσια του ήλιου», «αγάλματα... μοιράζονται τον πόθο... σαν το ροδάκινο». Μέσα στο καπετανόσπιτο που έγινε Αίθουσα Τέχνης από την Τατιάνα Σπινάρη αστράφτουν τα έργα του Θεοφυλακτόπουλου. Η μαύρη πάστα του λαδιού χωνεύει το λευκό των τοίχων και φεύγεις μέσα από τα έργα για να πας σε μια σπηλιά όπου θ' ακούσεις τον χρησμό: «αγγελικό και μαύρο, φως». Τα άλλα χρώματα, πράσινο, ροζ, μπλε, όταν περνούν σαν σκιά ή σαν κομήτης σε ξαναφέρνουν στη ζωή. Οι ζωγράφοι, ο Χρόνης Μπότσογλου, ο Μίμης Κοκκινίδης, ο Απόστολος Γεωργίου, Ο καθηγητής Σπύρος Πολλάλης, ο βυζαντινολόγος Γιώργος Καλόφωνος, οι αρχιτέκτονες Δημήτρης Διαμαντόπουλος, Μίμης Γρηγόρης, Ανθή Νικηφοράκη, οι τεχνοκριτικοί Φανή-Μαρία Τσιγκάκου, Χάρης Καμπουρίδης, Γιώτα Κωνσταντάτου, οι φωτογράφοι, τα παιδιά, οι πρώην σύζυγοι, οι παραθεριστές μοιάζουν ευτυχισμένοι. Ένας ωραίος ψηλός μού χαμογελάει. Συνειδητοποιώ ότι είναι ο Παύλος Γερουλάνος. Μια φίνα γυναίκα μού φαίνεται πολύ γνωστή φυσιογνωμία και την ταυτίζω όταν μπουκάρει από την πόρτα κι έρχεται δίπλα της ο Γιώργος Παπανδρέου, με τον γνωστό δυναμικό δρασκελισμό. Ο καλλιτέχνης χαίρεται σαν μικρό παιδί χαιρετώντας τον, μια χοντρούλα πλησιάζει τον πρωθυπουργό και του λέει «Πρόεδρε, αφού τιμάς τις αξίες θα σε τιμήσει κι ο τόπος» κι αρχίζει να του απαγγέλλει Σεφέρη:
Άρωμα πεύκου και σιγή
Εύκολα θ' απαλύνουν την πληγή
Που έκαμαν φεύγοντας ο ναύτης
Η σουσουράδα ο κοκωβιός κι ο μυγοχάφτης.
Οι δυο κόρες του καλλιτέχνη χαριεντίζονται με τον πρωθυπουργό, η Λάρα Γερουλάνου κλέβει καρδιές και μετά οι δρόμοι μας χωρίζουν. Τα φώτα χαμηλώνουν στη λευκή αίθουσα της Citronne, τραπέζια στρώνονται, στο φως των κεριών σαράντα πέντε καλεσμένοι τρων και πίνουν, οι σκιές των έργων μάς παραστέκονται σαν αγαπημένοι απόντες. Γιώργος και Άντα, Παύλος και Λάρα γεύονται ψητή συναγρίδα από τα χρυσά χέρια της Φώτως στην ταβέρνα «Primassera» του Τάσου Παγώνη, λίγο πιο κάτω. Και μετά, στην ταράτσα του ξενοδοχείου Sirène, κάθονται ως τις τρεις σε μια γωνιά και μιλάνε ανάμεσα σε ξενύχτηδες που προσπαθούν να γλεντήσουν ακούγοντας ωραία κι άσχημα λαϊκά. «Μια του κλέφτη... δυο του κλέφτη...», «Πάρ' τους το κεφάλι, Γιώργο», σκέφτομαι, «όταν θα γυρίσεις, πάρ' τους το κεφάλι». Στις 9:30 το πρωί ο υπουργός Πολιτισμού κάνει crowl στα βαθιά νερά απέναντι στο Λεμονοδάσος. Θα επιστρέψουν, όπως ήρθαν, με το πλοίο της γραμμής back to work.
Γυρίζοντας στην πόλη μας ένιωθα σαν έργο του Μάκη Θεοφυλακτόπουλου από τη σκοπιά του Πλάτωνα: μια ολοκάθαρη ψυχή φυλακισμένη σε σκουρόχρωμη ύλη. Και να μην ξέρει η ψυχή αυτή τι την περιμένει.
T.T.
Stiching
Beton 7, Παρασκευή 4 Ιουνίου
Θυμήθηκα μια άλλη εποχή, πάνω από μια δεκαετία πριν, που ο Πέρης Μιχαηλίδης πρωτοστάτησε για να δημιουργηθεί ένας χώρος θεατρικός που έμελλε να γίνει κέντρο πειραματισμού για πολλές θεατρικές ομάδες αλλά και για επιτυχημένους ηθοποιούς που ήθελαν να τολμήσουν έργα που θεωρητικά δεν περνούσαν στο πλατύ κοινό: ο «Φούρνος» στη Μαυρομιχάλη. Εκεί είδα και τις πρώτες του σκηνοθετικές απόπειρες με παραστάσεις που έγραψαν τη δική τους μικρή ή μεγάλη ιστορία. Τώρα πάλι, παρών σε μια νέα «πιάτσα» κάτω στον Βοτανικό, παράπλευρα της Ιεράς Οδού, κρυμμένη πίσω από την Αγ. Μαρκέλλα, στον πολυχώρο που δημιούργησε ο εικαστικός Μιχάλης Αργυρού, το Beton7, γκαλερί, μπαρ και θέατρο μαζί. Μπήκα και βγήκα σε δρομάκια, ανακαλύπτοντας μια πλευρά της Αθήνας άγνωστη σε μένα, νέες γειτονιές προς εκμετάλλευση από τη γενιά της πρωτοπορίας και της καλοπέρασης. Γιατί, βέβαια, μην αυταπατάστε, μοδάτοι, ανέμελοι κι ωραίοι ήταν το κοινό της πρεμιέρας του Stiching του Άντονυ Νίλσον, ή έτσι έμοιαζαν. Και βέβαια ήταν το ιδανικό κοινό για ένα έργο που παίζεται από έναν άντρα και μια γυναίκα, όχι στην πρώτη νιότη, με βιώματα κόπωσης και κορεσμού. Διατεθειμένοι να παίξουν ένα παιχνίδι βίας και σεξουαλικής απόγνωσης για να καλύψουν μυστικά αποτυχίας και ανείπωτης συντριβής που τους σιγοκαίνε. Όπως, άλλωστε, και μια ολόκληρη γενιά βουλιμίας και απληστίας που χαρακτήριζε την εποχή που μόλις εξανεμίστηκε. Το Stiching, σε απόδοση στα ελληνικά από τη μεταφράστρια Κλαίρη Χριστοπούλου, μοιάζει ακόμα πιο αυθεντικό και διαχρονικό στις αιώνιες αγωνίες του ανθρώπινου είδους, πέρα από εποχές και κοινωνικά trend. Στο υπόγειο θεατράκι της οδού Πύδνας 7, με τους Αθηνά Αλεξοπούλου και Γιάννη Χατζηγιάννη.
Χρήστος Παρίδης
B-Fest (Reloaded)
ΑΣΚΤ 26-30/5
Επέστρεψαν άραγε οι σημασίες, όπως διατράνωνε το φετινό λογότυπο του B-Fest? "Αντεπιτέθηκε" η ελευθερία για μήπως την πρόλαβε η βαρβαρότητα; Θα δείξει. Γεγονός είναι ότι και το φετινό, 2ο Αντιεξουσιαστικό Φεστιβάλ της εφημερίδας Βαβυλωνία εξέπληξε ευχάριστα. Και απέδειξε πως τουλάχιστον η αμφισβήτηση στη χώρα αυτή καλά κρατεί!
Αντίθετα βέβαια από το πανηγυρικό περσινό B-Fest, που ενέπνευσαν τα "Δεκεμβριανά" του 2008, το φετινό πραγματοποιήθηκε στη σκιά των γεγονότων της Marfin. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον είχε η έντονη καταδίκη της τυφλής, μηδενιστικής βίας από τη συντριπτική πλειοψηφία των συμμετεχόντων σε κουβέντες και συνελεύσεις. Πόσο μάλλον που προέρχεται από ένα χώρο που παραδοσιακά ενθουσιαζόταν με τις "ακραίες" μορφές δράσης. Πράγμα που δεν οφειλόταν μόνο στο ότι οι πιο militant "φράξιες" σνόμπαραν το Φεστιβάλ αλλά επιπλέον στο ότι η τάση αυτή αποκτά τελευταία μια πρωτοφανή - και αισιόδοξη - μαζικότητα. Κάποιος κόμπος φαίνεται πως έφτασε στο χτένι...
Ο χώρος ιδανικός, η ατμόσφαιρα "χύμα" και χαλαρή. Αξιόλογοι διανοητές (Ντέιβιντ Γκρέμπερ, Ρίτσαρντ Στάλμαν, Μάικλ Χαρτ, Άκης Γαβριηλίδης, Φώτης Τερζάκης), οι ομιλίες των οποίων αναμεταδίδονταν και ψηφιακά - ευτυχώς γιατί την μπέμπελη έβγαζες μέσα στις αίθουσες τέτοιες ώρες -, "ψαγμένες" προβολές (Κυνόδοντας, Στρέλλα, Ψυχή στο Στόμα, Soul Kitchen, Moon, Lebanon, Berlin Calling, Guerilla κ.ά.), θεατρικά (Μπουλούκι, Σημείο Μηδέν), κόμικ (Λέανδρος, Σχισμένος), εργαστήρια (τέχνη, σεξουαλικότητα, οικολογία, Διαδίκτυο), πλούσιες μουσικές σε τρεις σκηνές (από Πουλικάκο, Υπόγεια Ρεύματα, Ρόδες και Ρεμπέτικη Κομπανία μέχρι Palyrria, Berlin Brides και Electric Universe) αλλά και ψηφιακή αναμετάδοση ομιλιών. Κοντολογίς θεματικές, θεάματα, οργάνωση και facilities που θα ζήλευαν όχι μόνο πολιτικά αλλά και επώνυμα καλλιτεχνικά Φεστιβάλ. Όλα αυτά μάλιστα δωρεάν και δίχως καμια προπαγανδιστική διάθεση. Μόνο τυχαίο λοιπόν δεν ήταν που ένα εναλλακτικό event δίχως σπόνσορες, διαφήμιση και με σχεδόν ανύπαρκτη προβολή στα "επίσημα" ΜΜΕ μάζεψε τόσες χιλιάδες κόσμο, μετατρέποντας για ένα πενθήμερο την ΑΣΚΤ σε λημέρι όλων των ανήμερων "φυλών" αυτής της πόλης, ανεξάρτητα από ιδεολογικές, κοινωνικές και πολιτιστικές ταυτότητες. Εμπρός λοιπόν για περισσότερες "ρωγμές ελευθερίας στο δημόσιο χώρο", όπως καλούσε το μεγάλο πανό που ήταν ωστόσο αναρτημένο δεξιά - και όχι αριστερά, ως πιθανόν θα όφειλε - της εισόδου!
Θ.Α.
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0