Πώς οδηγηθήκατε στις Παραλογές; Μέσα από έρευνες πάνω στην παράδοση ή μέσα από μια αναζήτηση νέας θεατρικής έκφρασης;
Άρχισα να διαβάζω τις παραλογές, ενώ έψαχνα για ζοφερές ιστορίες σε διηγήματα του Guy de Maupassant και του Edgar Allan Poe. Παρατήρησα για πρώτη φορά πως ο κόσμος τους είναι πολύ πιο σκοτεινός από ό,τι νόμιζα. Τα δημοτικά τραγούδια ήταν για μένα, όπως και για τους περισσότερους, ένα σχεδόν μουσειακό είδος, το οποίο αφορούσε τους μελετητές και του μέλλοντες γαμπρούς που πρέπει να τα χορέψουν στον γάμο τους. Όταν άρχισα να τα προσέχω περισσότερο, αναθεώρησα εντελώς.
Οδηγώντας σας στη δραματοποίηση;
Αν και η παράσταση δεν είναι ακριβώς μια δραματοποίηση των τραγουδιών αυτών, αφού το κείμενό της βασίζεται τόσο στις ιστορίες τους όσο και σε στίχους του Τάσου Λειβαδίτη, θα έλεγα πως το πιο ενδιαφέρον χαρακτηριστικό τους είναι η μεγάλη σκηνική οικονομία τους. Δεν έχουν τίποτε περιττό, εξελίσσονται με χρονικά άλματα και κενά στην περιγραφή και αφήνουν γυμνές τις πράξεις των προσώπων, αναζητώντας από τον ακροατή ή θεατή να συμμετέχει, αναζητώντας συνεχώς κίνητρα και αιτίες. Περιέχουν, δηλαδή, πολλά από τα χαρακτηριστικά ενός ενδιαφέροντος θεατρικού έργου.
Η μορφή της παράστασης είναι αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς και αυτοσχεδιασμού ή βασίστηκε επάνω σε σενάριο που είχατε επεξεργαστεί;
Υπήρχε ο πολύ αυστηρός καμβάς του κειμένου και η απόλυτη ελευθερία να κινηθούμε όπως θέλουμε εντός του. Ο κόσμος των ιστοριών έπρεπε να δημιουργηθεί με τα πιο απλά υλικά, σαν να βρίσκονταν εκεί από πάντα και οι ήρωες τον ξαναγεννούσαν. Επιπλέον, η παράσταση στηρίζεται στη μεγαλύτερη δυνατή σκηνική σύμβαση, την κατάργηση των φύλων. Όταν 5 γυναίκες έχουν να παίξουν και τους ανδρικούς ρόλους και να μας πείσουν πως βλέπουμε μπροστά μας ένα σπαρμένο χωράφι ή ένα χιονισμένο βουνό, η συλλογική δουλειά και οι ομαδικές προτάσεις είναι μονόδρομος.
Πόσο έχει αλλάξει η μορφή της παράστασής σας από την πρώτη εκδοχή της περιοδείας σας στην περιφέρεια μέχρι σήμερα;
Έχουν έρθει τα πάνω κάτω! Έχει γίνει μια περιοδεία σε εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους μέρη (Ελαιουργείο Ελευσίνας, Στρατώνες «Καποδίστρια» στο Άργος, Ρώσικος Ναύσταθμος στον Πόρο, Κύθηρα, Επιτάλιο Ηλείας), μια παράσταση στο Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη, οι παραστάσεις στο Φεστιβάλ Αθηνών και τώρα στο Bios. Η παράσταση φτιάχτηκε για να αναδημιουργείται ανάλογα με το μέρος και τα σκηνικά και αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του. Έχουμε παίξει στην άμμο, στο γκαράζ της Πειραιώς 260, και σε ερειπωμένα σπίτια μέχρι στους λευκούς τοίχους ενός μουσείου. Μέλημά μας είναι να ζωντανεύουν οι ιστορίες, ανάλογα με τις ανάγκες και τη δυναμική του κάθε χώρου. Πρόκειται, δηλαδή, για μια παράσταση που γεννιέται και πεθαίνει σε κάθε νέο χώρο και δεν μπορεί να επαναληφθεί πουθενά η ίδια. Παράλληλα, έχουν φτιαχτεί τέσσερις εντελώς διαφορετικές εκδοχές της μουσικής.
Ποια ήταν η αντίδραση των ανθρώπων της υπαίθρου;
Στις μικρότερες κοινότητες τα προβλήματα μαθαίνονται ευκολότερα, άρα οι άνθρωποι γίνονται πιο επιφυλακτικοί και κρυψίνοες. Καλυμμένοι, όμως, πίσω από τον μύθο και τη θεατρική σύμβαση, αισθάνονταν πιο ασφαλείς αλλά και ικανοποιημένοι που κάποιος εξέφρασε όσα οι ίδιοι δεν τολμούσαν.
Τελικά, τι νομίζετε ότι κερδίζει το κοινό σας ; Ο λόγος ή η δράση ;
Αυτό που κινητοποιεί τους ανθρώπους είναι πάντα η ειλικρίνεια και η διάθεση για επικοινωνία. Η ιδέα της παράστασης είναι εξαιρετικά απλή και βασίζεται στον συνδυασμό της αφηγηματικής παράδοσης των δημοτικών τραγουδιών και στα λαϊκά θεάματα της μεταγενέστερης αρχαιότητας και των πρώτων χριστιανικών αιώνων, όπου ένας ή δύο υποκριτές παρίσταναν αποσπάσματα παλαιότερων έργων. Στην εκδοχή μας αφαιρέσαμε από τα δρώντα πρόσωπα τον λόγο και τον δώσαμε σε δύο αφηγητές. Οι ήρωες μπορούν να μιλήσουν μόνο όταν βρεθούν μπροστά σε αδιέξοδα και μόνο με στίχους του Τάσου Λειβαδίτη. Όταν δηλαδή φτάσουν σε σημείο που η πραγματικότητα τούς ξεπερνά, γίνονται οι ίδιοι ποιητές της δυσκολίας τους και διεκδικούν έναν χώρο ανθρωπιάς και κατανόησης.
σχόλια