H επιστροφή του Λεν, η τριλογία του παραθερισμού, Current 93
Eντεκα χρόνια είχε να εμφανιστεί ο Λεν επί σκηνής.
Κούκλες,
Παρασκευή 25/03/2011
Eντεκα χρόνια είχε να εμφανιστεί ο Λεν επί σκηνής. Ο φοβερός Λεν, που από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’90, χάρη στις θρυλικές του μιμήσεις, στη Μύκονο αρχικά κι αργότερα στην Αθήνα, είχε γίνει η επιτομή του drag show, είχε εξαφανιστεί. Πολλοί αναρωτιούνταν πού να ‘ναι εκείνος ο ωραίος και σεμνός Σουηδός που έκανε την Ελλάδα δεύτερη πατρίδα του και ήταν τόσο εκπληκτικός στις μεταμφιέσεις του που νόμιζες ότι όντως έβλεπες αγαπημένες σταρ να ερμηνεύουν τραγούδια τους σε απόσταση αναπνοής.
Η περιβόητη επανεμφάνισή του είχε ανακοινωθεί για την 25η Μαρτίου , ανήμερα της εθνικής εορτής, στις Κούκλες της οδού Ζαν Μωρεάς στη Συγγρού. Βρέθηκα εκεί καλεσμένος της Μαριλού για να δω το μεγάλο του come back κι αναπόφευκτα αναλογίστηκα τα χρόνια που πέρασαν από την πρώτη μου νιότη, όταν στριμωχνόμουν στο City της Μυκόνου, την εποχή που το νησί ήταν ακόμα ένας παράδεισος ξεγνοιασιάς κι απελευθέρωσης και απενοχοποιημένα απολάμβανα τα σόου του Λεν. Οι Κούκλες ήταν κατάμεστες από παιδιά που λογικά δεν τον είχαν ξαναδεί και από πάρα πολλά ζευγάρια εντελώς «καθωσπρέπει», μια και το μαγαζί έχει γίνει πολύ της μόδας κι έτσι κόσμος και ντουνιάς συρρέει να δει τα εξαιρετικά στημένα σόου. Την παράσταση άνοιξε ο ίδιος, φορώντας ένα εντυπωσιακό κατα- κόκκινο gown ως Νταϊάνα Ρος και «τραγουδώντας» το «Upside Down»!
Χρειάστηκαν μερικά λεπτά μέχρι να βρει την παλιά του ευχέρεια στο πλέι-μπακ, αλλά σύντομα ήταν ξανά ο παλιός καλός Λεν. Αργότερα, ως Λάιζα Μινέλι ερμήνευσε το διάσημο τραγούδι- γλωσσοδέτη της, στο οποίο αστειεύεται με το Liza, μεταμφιέστηκε σε Τίνα Τέρνερ κι έκλεισε τη βραδιά με τον τρόπο που ανέκαθεν έκλεινε τις παραστάσεις του, με το «I ‘ve gotta be me» του Σάμι Ντέιβις Τζούνιορ, αποκαθηλώνοντας την Ντίβα και αποκαλύπτοντας τον ευαίσθητο άντρα κάτω από τα στρας, το μακιγιάζ και τα γυναικεία ρούχα. Με το κοινό από κάτω να τον αποθεώνει, αποχώρησε εμφανώς συγκινημένος. Το δίωρο πρόγραμμα, βέβαια, γέμισε με όλα τα ταλαντούχα κορίτσια του κανονικού προγράμματος: την εκπληκτική Εύα Κουμαριανού, την πανύψηλη κι αυτοσαρκαζόμενη Ρία, τη σέξι Τάνια, τη Μάνια που λατρεύει τη Βίσση, την Άννα ως Μονρόε, την Εβίτα ως Μιγκέλ Μποζέ στα Ψηλά Τακούνια, τον ξεκαρδιστικό Νικόλα ως Άντζελα και τον χορευτή Σεργκέι. Ήταν μια ξεχωριστή έξοδος σε έναν μικρόκοσμο παράξενης θαλπωρής και αυτάρεσκης απόδρασης.
Χρήστος Παρίδης
Η τριλογία του παραθερισμού
Εθνικό Θέατρο, Κεντρική Σκηνή Τετάρτη 23/03/2011
Ακόμα μία μεγάλη καλλιτεχνική και εισπρακτική επιτυχία του Εθνικού Θεάτρου φέτος είναι η Τριλογία του παραθερισμού, που βασίζεται σε διασκευή τριών έργων του σπουδαίου Βενετσιάνου δραματουργού του 18ου αιώνα, Κάρλο Γκολντόνι, ο οποίος άφησε τη δικηγορία για να καταπιαστεί με το θέατρο σε εποχές που η commedia dell’ arte βρισκόταν σε παρακμή και χρειαζόταν επειγόντως νέες ιδέες ώστε να μετακομίσει οριστικά από τις πλατείες στα αστικά θέατρα. Δεν ήταν ο μόνος που κλήθηκε να αναλάβει δράση με την πένα του, αλλά αποδείχθηκε ο σημαντικότερος εκείνης της γενναιόδωρης και χαρισάμενης περιόδου, ασκώντας, παρ’ όλα αυτά, έντονη κριτική στα ήθη και κυρίως στη συνήθεια των νεόπλουτων για ατέρμονους παραθερισμούς, στη μανία τους για επίδειξη, για ξιπασιές και ελαφρότητες, τη στιγμή που ούτε ακριβώς πλούσιοι ήταν, ούτε αριστοκράτες με προνόμια. Περιουσίες εξανεμίζονταν από κενόδοξους αστούς της ακμάζουσας Βενετίας που συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλον σε τραπεζώματα, ρούχα, στη δυνατότητα να φιλοξενούν ρεμπεσκέδες ξεπεσμένους αριστοκράτες που δεν εργάζονταν ποτέ, δεν είχαν πόρους, αλλά ήταν διατεθειμένοι να τους χρηματοδοτούν για να πάρουν λίγο από την αίγλη τους! Καθώς τέτοιου είδους χαρακτηριστικά έχει κάθε εποχή μεγάλης παρακμής, το έργο αποκτά μια ιδιάζουσα επικαιρότητα, τόσο αναφορικά με τη δική μας πραγματικότητα όσο και, γενικότερα, με τη δυτική κοινωνία της αφθονίας. Μια χαρακτηριστική ατάκα του κεντρικού ήρωα που κοσμεί το εξώφυλλο του προγράμματος της παράστασης λέει: «Είσαι στα καλά σου; Να ξεχάσουμε ντους παραθερισμούς; Θα παραθερίσουμε και φέτος όπως κάθε χρόνο, και μάλιστα με κάθε πολυτέλεια» - τη στιγμή που βουλιάζει στα χρέη κι εξοπλίζει το νοικοκυριό του βερεσέ! Ε, οποιαδήποτε ομοιότητα με σημερινές καταστάσεις είναι εντελώς τυχαία!
Ο Μαστοράκης είχε μεγάλα κέφια όταν έστηνε την παράστασή του. Έδωσε έμφαση στην απύθμενη ελαφρομυαλιά των ηρώων του έργου, και καθώς ένα σημαντικό μέρος της αγωνίας τους αφορά τη μόδα, ντύνει τους ηθοποιούς του με εξωφρενικά και «καρναβαλίστικα» ρούχα. Τα κοστούμια που υπογράφει ο ίδιος μοιάζουν σαν να έβαλε το χέρι του μέσα σε μια γυάλα ζαχαροπλαστείου και να έβγαλε χούφτες καραμέλες σε ζελατίνες διαφόρων αποχρώσεων του μπλε, του κίτρινου και του πορτοκαλί. Οι ηθοποιοί, όταν δεν αντιστέκονται στην κωμωδία κι αφήνονται στους ρυθμούς της, είναι υπέροχοι, αν και υπερέχουν οι πιο έμπειροι και κυρίως αυτοί που δεν θεωρούν το γέλιο ένοχη υπόθεση.
Το τρίτο μέρος, στο οποίο «αποκαθίστανται» η τάξη και η λογική και τα ερωτικά παιχνίδια της εξοχής αντικαθίστανται από τη σύνεση που λέει ότι το χρή- μα και η κοινωνική αποδοχή υπερέχουν του πάθους, ο σκηνοθέτης αποφάσισε να το παρουσιάσει σαν ολονυκτία ελληνοπρεπούς πένθους. Κάθονται όλοι σε καρέκλες ντυμένοι στα μαύρα, ξεφυσούν φουμάροντας τσιγάρο σαν να αναλογίζονται τη ματαιότητα της ζωής, κι ενώ θα μπορούσε να εκληφθεί κι αυτή η πράξη ως κωμωδία, μάλλον συμβαίνει το αντίθετο. Έτσι, το φινάλε τείνει προς την τραγική συντριβή ενός ανολοκλήρωτου έρωτα και δύο εκ του ασφαλούς γάμων, ώστε να μπορέσουν να συνεχιστούν οι παραθερισμοί εσαεί! Ευχάριστη παράσταση, αν και κάποια πράγματα μένουν ασαφή. Αλλά, τι σημασία έχει; Να πάει χαμένο τόσο κέφι;
Χρήστος Παρίδης
Current 93
Gagarin 205,Πέμπτη 24/03/2011
Κατά τις εννιάμισι το βράδυ της Πέμπτης, το Gagarin γέμισε με παλιοσειρές gothάδες, indie νεαρούς, ανοιχτόμυαλους μουσικά μακρυμάλληδες και κάθε καρυδιάς καρύδι. Λίγα λεπτά πριν τις 10, ο Andrew Liles αναλαμβάνει πόστο πίσω από τα μηχανήματά του, προσφέροντας ένα noise ηχητικό σύνολο, το οποίο έκλεισε με το «Rivers of Babylon» των Boney M, στέλνοντας το ειρωνικό μειδίαμα της μπάντας προς τους ντε-και-καλά-θλιμμένους Γότθους (και όχι μόνο) που ανέκαθεν τους λάτρευαν. Και τότε τα υπόλοιπα μέλη εμφανίζονται με την πιανίστρια Baby Dee και τον ημίθεο ιθύνοντα νου, David Tibet, να αποσπούν τη μερίδα του λέοντος των χειροκροτημάτων.
Η είσοδος με το «Invocation of almost» από το προηγούμενο άλμπουμ άφησε να εννοηθεί ότι η παρελθοντολαγνεία δεν θα αποτελέσει μέρος του μενού. Το setlist, επομένως, βασίστηκε στη μετά το 2006 περίοδο, με έναν David Tibet να ουρλιάζει ηδυπαθώς «Who will deliver me from myself?» στο «Black ships ate the sky», να χοροπηδάει με έναν τρόπο που θα έκανε κάθε μιμητή να φαντάζει γελοίος, άλλοτε να βρυχάται σαν δαίμονας απλώνοντας τα χέρια του για να κατασπαράξει το κοινό και άλλοτε να βγάζει έναν πληγωμένο θρήνο που ακούσια σού έφερνε δάκρυα στα μάτια.
Οι υπόλοιποι έδιναν και από ένα προσωπικό ρεσιτάλ. Η Baby Dee λυσσομανούσε στα πλήκτρα και τα νεότερα μέλη στέκονταν περήφανα στο ύψος των περιστάσεων: ο Alex Neilson και ο Eliot Bates έδιναν ανατολίτικη χροιά με τα drums ο ένας και το λαούτο ο άλλος, και οι δύο κιθαρίστες, James Blackshaw και Keith Wood, συμπλήρωναν με μελωδίες και εφέ την επταμελή μπάντα.
Encore μετά από μιάμιση ώρα με δύο κομμάτια του παρελθόντος, το απολλώνεια δομημένο, υπνωτιστικό «Niemandswasser» του 2000 και το «Oh, Coal Black Smith», ένα φρενιασμένο κλείσιμο με μια διονυσιακή εκτέλεση του ύμνου τους, όπου μπάντα και κοινό έδωσαν ένα δυναμικότατο κρεσέντο σε μια μεσμερική συναυλία.
Φοίβος Κρομμύδας
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0