Το τζαμί κατασκευάστηκε το 1759 από τον Οθωμανό διοικητή της Αθήνας, Μουσταφά Αγά Τζισταράκη. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Τζισταράκης χρησιμοποίησε έναν από τους κίονες του Ναού του Ολυμπίου Διός για να φτιάξει ασβέστη για την κατασκευή του κτιρίου, αλλά είναι πιο πιθανό να χρησιμοποίησε έναν από τους κίονες της βιβλιοθήκης του Αδριανού που βρίσκεται δίπλα.
Στο Χρονικό του Ανθίμου αναφέρεται ότι προήλθε από «μίαν κολόναν απ' εκείνας του Αδριανού», την οποία και ανατίναξαν. Αυτή η πράξη οδήγησε στην καθαίρεσή του από τους Τούρκους, καθώς θεωρήθηκε ιεροσυλία η οποία απελευθέρωσε κατάρες: μια επιδημία πανώλης τον επόμενο χρόνο αποδόθηκε σε αυτό το γεγονός.
Το τζαμί ήταν επίσης γνωστό ως Τζαμί του Κάτω Σιντριβανιού ή Τζαμί του Κάτω Παζαριού εξαιτίας της εγγύτητάς του στην αρχαία Αγορά. Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, το κτίριο χρησιμοποιήθηκε σαν αίθουσα συνεδριάσεων για την τοπική δημογεροντία. Μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδας χρησιμοποιήθηκε ποικιλοτρόπως: εκεί διεξάχθηκε χορός προς τιμήν του βασιλιά Όθωνα το Μάρτιο του 1834 και μετά χρησιμοποιήθηκε ως στρατώνας, φυλακή και αποθήκη.
Το 1915 ανακατασκευάστηκε εν μέρει υπό την επίβλεψη του αρχιτέκτονα Αναστάσιου Ορλάνδου και χρησιμοποιήθηκε για να στεγάσει το «Μουσείον Ελληνικών Χειροτεχνημάτων» από το 1918 μέχρι το 1973. Το 1966 έγιναν μετατροπές στο τζαμί ώστε να προσευχηθεί ο εξόριστος βασιλιάς της Σαουδικής Αραβίας Σαούντ.
Το 1973 η μόνιμη έκθεση και τα γραφεία του Μουσείου Ελληνικής Τέχνης μεταφέρθηκαν στην οδό Κυδαθηναίων 17, ενώ στο τζαμί παρέμεινε συλλογή κεραμικών τα οποία είχε δωρίσει ο Β. Κυριαζόπουλος. Το κτίριο υπέστη ζημιές στον σεισμό του 1981 και άνοιξε πάλι για το κοινό το 1991.
Στοιχεία από την Βικιπαίδεια
σχόλια