Στα 351,70 ευρώ/MWh διαμορφώνεται η μέση χονδρική τιμή για την ενέργεια στη χώρα σύμφωνα με τα στοιχεία της ΡΑΕ.
Συγκεκριμένα, η Τιμή Εκκαθάρισης Αγοράς (ΤΕΑ) της Αγοράς Επόμενης Ημέρας τον Ιούνιο είχε διαμορφωθεί στα 240,49 ευρώ/MWh.
Η υψηλότερη τιμή στη διάρκεια του 24ώρου διαμορφώθηκε στα 401,65 ευρώ/MWh, ενώ το χαμηλό του 24ωρου διαμορφώθηκε στα 269,79 ευρώ/MWh ενώ η συνολική ζήτηση διαμορφώθηκε στις 409,44 GWh.
Σημειώνεται δε, ότι βασική αιτία της αύξησης της τιμής σε επίπεδο ΕΕ είναι ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ανάγκη για ενεργειακή επάρκεια και ο περιορισμός του πολύ υψηλού πληθωρισμού ενέργειας, που δημιουργεί νέες πιέσεις στην αύξηση της προσφοράς ορυκτών καυσίμων.
Ωστόσο, με την ΕΕ να παραμένει δεσμευμένη στην ανάγκη για πράσινη ενέργεια και απεμπλοκή από τα ορυκτά καύσιμα, με στόχο τις μηδενικές εκπομπές ρύπων έως το 2050, αναμένεται περαιτέρω συρρίκνωση της παραγωγικής δυναμικότητας σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Παράλληλα, αναμένεται ενίσχυση της ζήτησης και του ανταγωνισμού για βασικά εμπορεύματα απαραίτητα για την παραγωγή εναλλακτικών μορφών ενέργειας.
Όλοι αυτοί οι παράγοντες οδηγούν στην άνοδο των διεθνών τιμών ενέργειας μεσοπρόθεσμα.
Βασικός στόχος του νέου Μηχανισμού της ΕΕ είναι η μέση χονδρική τιμή στο β’ εξάμηνο να μην ξεπεράσει τα τα 225 ευρώ. Ωστόσο, εάν δεν αντιμετωπιστεί επαρκώς η κρίση στην ενέργεια, με πρωταγωνιστή το φυσικό αέριο, ενδέχεται το κόστος να ξεπεράσει τα 150 ευρώ το μήνα.
Από την πλευρά της η ΤτΕ επικεντρώνεται στην σημερινή της έκθεση στην από κοινού αγορά φυσικού αερίου μέσω της EU Energy Purchase Platform, η οποία θα διασφαλίσει χαμηλότερες τιμές για τα κράτη-μέλη και επάρκεια προμηθειών.
Ο νέος μηχανισμός αυτός, θα περιορίσει τις αποκλίσεις στις τιμές αν και βραχυπρόθεσμα αναμένεται να στηριχθεί η πολιτική της ενίσχυσης των νοικοκυριών και επιχειρήσεων με μέτρα στήριξης.
Σύμφωνα με την ανάλυση της ΤτΕ, το 2023 ο ρυθμός ανάπτυξης αναμένεται να επιταχυνθεί στο 4,1%, ενώ και για το 2024 εκτιμάται σχετικά υψηλός, στο 3,6%, υπό την προϋπόθεση ότι η γεωπολιτική κρίση θα αποκλιμακωθεί έως το τέλος του 2022 και ότι οι τιμές της ενέργειας θα μειωθούν.
Στο βασικό σενάριο, η καταναλωτική δαπάνη αναμένεται ότι θα συνεχίσει να αυξάνεται το 2022, αλλά με αρκετά ηπιότερο ρυθμό σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, εξαιτίας του χαμηλότερου πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος και της αυξημένης αβεβαιότητας.
Τα επόμενα χρόνια, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, η καταναλωτική δαπάνη θα καταγράψει ελαφρά υψηλότερους ρυθμούς ανόδου, ενισχυόμενη από την αναμενόμενη αύξηση της απασχόλησης, καθώς και από τη μείωση της υψηλής αποταμίευσης των τελευταίων ετών, η οποία οφείλεται κυρίως στην αναβολή πραγματοποίησης δαπανών κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Επίσης, ο πληθωρισμός, βάσει του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή, αναμένεται να διαμορφωθεί σε 7,6% το 2022, κυρίως λόγω της ανοδικής πορείας των ενεργειακών αγαθών, αλλά και των ανατιμήσεων στα είδη διατροφής, ενώ θα αποκλιμακωθεί το 2023 και περαιτέρω το 2024.
Ο πυρήνας του πληθωρισμού θα είναι και αυτός υψηλός το 2022 και, παρότι θα αποκλιμακωθεί το 2023 και το 2024, θα παραμείνει σχετικά υψηλός, υπερβαίνοντας μάλιστα το γενικό δείκτη, λόγω της σταδιακής ενσωμάτωσης των έντονων πληθωριστικών πιέσεων του 2022 στον πυρήνα.