«Ο πόλεμος στην Ουκρανία αναγκάζει την ελληνική κυβέρνηση να αλλάξει τακτική», γράφει η Handelsblatt σε ανταπόκριση από την Αθήνα με τίτλο «Η Ελλάδα ανακαλύπτει τον ορυκτό της πλούτο».
«Το 2021 η Ελλάδα κάλυψε το 50% των αναγκών της σε φυσικό αέριο και το 36% των αναγκών της σε πετρέλαιο από την Ρωσία. Τώρα όμως η κυβέρνηση επιδιώκει την ενεργειακή διαφοροποίηση και επιταχύνει την εκμετάλλευση των ελληνικών κοιτασμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου», γράφει η οικονομική εφημερίδα.
Το 2014 κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης η Αθήνα ξεκίνησε να χορηγεί άδειες εξόρυξης σε διεθνείς εταιρίες για θαλάσσιες περιοχές του Ιονίου, αλλά και νοτιοδυτικά της Κρήτης. Τώρα όμως η ελληνική κυβέρνηση κατεβάζει ταχύτητα. Οι γεωτρήσεις ενδέχεται να ξεκινήσουν σύμφωνα με ειδικούς το 2025 ή το 2026. Μέχρι την εξόρυξη ωστόσο δεν αποκλείεται να περάσουν ακόμα τουλάχιστον 5 ή 6 χρόνια. Σύμφωνα ωστόσο με κυβερνητικούς κύκλους αν διαπιστωθούν καθυστερήσεις στη διαδικασία εξόρυξης η Αθήνα ενδέχεται να πάρει πίσω τις άδειες και να τις δώσει σε άλλους ενδιαφερόμενους.
Η επιτάχυνση της διαδικασίας εντοπισμού αποθεμάτων υδρογονανθράκων, καθώς και η διεύρυνση της υποδομής φυσικού αερίου δεν σημαίνουν ωστόσο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα γυρίσει την πλάτη στους στόχους που έχει θέσει για την προστασία του κλίματος, επιμένουν κυβερνητικοί κύκλοι που επικαλείται η εφημερίδα. Μέχρι το 2025 η Ελλάδα επιδιώκει τον τερματισμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη και μέχρι το 2030 την κάλυψη του 65% των αναγκών σε ρεύμα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
ΗΠΑ: Η Ανατολική Μεσόγειος θα διαδραματίσει ένα αυξανόμενα σημαντικό ρόλο στον νέο ενεργειακό χάρτη της Ευρώπης
Τη νέα βαρύτητα που αποκτά η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου υπό το φως της εισβολής στην Ουκρανία και της επίσπευσης του στόχου για την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από την Ρωσία υπογραμμίζει και το Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Απαντώντας σε ερώτηση της ΕΡΤ για το εάν τα νέα γεωπολιτικά δεδομένα έχουν οδηγήσει στην επανεξέταση της θέσης για τον αγωγό East Med, εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ εξήγησε ότι οι ΗΠΑ συνεχίζουν να συνεργάζονται με τους εταίρους τους για την προώθηση έργων μεταφοράς υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και ηλεκτρικής διασύνδεσης, τα οποία θα ενισχύσουν την ενεργειακή διαφοροποίηση της Ευρώπης.
«Βρισκόμαστε σε απόλυτη συνεργασία με την Ευρώπη και άλλους εταίρους στην Ανατολική Μεσόγειο για την επίτευξη του στόχου μας, που είναι η διατήρηση της πίεσης στον Πούτιν και ταυτόχρονα η συνέχιση της διαφοροποίησης των πηγών ενέργειας από τη Ρωσία. Η περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου θα διαδραματίσει έναν αυξανόμενα σημαντικό ρόλο, καθώς διευρύνει την δυνατότητα εισαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) και προσφέρεται για την κατασκευή υποδομών, όπως διασυνδέσεις ηλεκτρικής ενέργειας, που επιτρέπουν αυξημένη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας», σημείωσε ο Αμερικανός εκπρόσωπος.
Υπογραμμίζοντας τον ρόλο που χώρες όπως η Ελλάδα, η Αίγυπτος και η Κύπρος καλούνται να παίξουν σε αυτόν τον νέο ενεργειακό χάρτη που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται, σχολίασε: «βλέπουμε την Αίγυπτο να παίζει σημαντικό ρόλο στην υγροποίηση και τη μεταφορά ισραηλινού και αιγυπτιακού αερίου ως LNG στην Ευρώπη. Παραμένουμε προσηλωμένοι σε έργα που θα διασυνδέσουν την καθαρή ενέργεια της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής με την Ευρώπη. Εστιάζουμε στις διασυνδέσεις ηλεκτρικής ενέργειας, όπως οι προγραμματισμένες διασυνδέσεις από την Αίγυπτο και την Ελλάδα, και το έργο EuroAsia, το οποίο θα συνδέει τα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας του Ισραήλ, της Κύπρου και της Ευρώπης. Αυτοί οι αγωγοί διασύνδεσης όχι μόνο θα συνδέουν ζωτικής σημασίας αγορές ενέργειας αλλά θα διευκολύνουν και τη μετάβαση της περιοχής στην καθαρή ενέργεια».
Η ηλιακή και η αιολική ενέργεια συνεισέφεραν το 10% του ηλεκτρικού ρεύματος παγκοσμίως το 2021
Αύμφωνα με μελέτη που δημοσιοποιείται σήμερα από το κέντρο μελετών Ember, οι ηλιακές και οι αιολικές υποδομές συνεισέφεραν μαζί πάνω από το 10% της ενέργειας που παρήχθη παγκοσμίως το 2021.
Πλέον στο επίπεδο αυτό έφθασαν πέρυσι 50 χώρες, ανάμεσά τους, για πρώτη φορά, η Κίνα και η Ιαπωνία, σύμφωνα με την τρίτη Επισκόπηση της Παγκόσμιας Ηλεκτροπαραγωγής (Global Electricity Review), που συγκεντρώνει δεδομένα του 2021 για 75 χώρες, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 93% της παγκόσμιας ζήτησης.
Η Ολλανδία, η Αυστραλία και το Βιετνάμ παρουσιάζουν την ταχύτερη μεταστροφή, με το μερίδιο των φωτοβολταϊκών και των αιολικών υποδομών να αυξάνεται κατά δέκα μονάδες τα τελευταία δύο χρόνια. Δέκα χώρες εξασφαλίζουν πάνω από το ένα τέταρτο του ενεργειακού τους μείγματος από αυτές τις δύο πηγές. Ψηλότερα βρίσκονται η Δανία (52%), το Λουξεμβούργο (43%) και η Ουρουγουάη (47%).
Συνολικά, το 38% του ηλεκτρικού ρεύματος που καταναλώθηκε το 2021 προήλθε από πηγές που δεν εκπέμπουν διοξείδιο του άνθρακα, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών. Η βασική πηγή ανανεώσιμης ενέργειας παραμένουν τα υδροηλεκτρικά φράγματα.
Όμως από τον άνθρακα προήλθε το 36%. Το Ember υπογραμμίζει ότι αυτή η πηγή ενέργειας καταγράφει αξιοσημείωτη άνοδο, παρότι είναι η πιο επιζήμια για το περιβάλλον, λόγω της έκρηξης της ζήτησης για ηλεκτρισμό αφού η πανδημία του νέου κορωνοϊού πέρασε σε δεύτερο πλάνο.
Πράγματι η παραγωγή των ηλεκτροπαραγωγικών σταθμών που λειτουργούν με την καύση άνθρακα γνώρισε το 2021 ετήσια άνοδο (+9%) άνευ προηγουμένου «τουλάχιστον από το 1985», καταγράφοντας παραγωγή-ρεκόρ 10.042 TWh.
Αν σε αυτή προστεθεί η αύξηση (+1%) του αερίου, οι εκπομπές CO2 που οφείλονταν στον τομέα της παραγωγής ηλεκτρισμού έφθασαν στην κορύφωσή τους πέρυσι, ξεπερνώντας κατά 3% το ρεκόρ του 2018. Αυξήθηκαν κατά 7% σε ετήσια βάση στα 778 εκατ. τόνους.
Για να μειωθεί η άνοδος της θερμοκρασίας της Γης στον 1,5° Κελσίου σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, θεωρείται ότι ο τομέας της ηλεκτροπαραγωγής πρέπει να επεκταθεί σε νέα πεδία χρήσης (μεταφορές, θέρμανση κ.λπ.) και να πάψει εντελώς να εκπέμπει διοξείδιο του άνθρακα.
Ο τομέας της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας κατέγραψε αύξηση 17% το 2021 και αναμένεται να συνεχίζει να μεγεθύνεται με ετήσιο ρυθμό γύρω στο 20% ως το 2030, πάντα σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Ember.
Με πληροφορίες από Deutsche Welle, AFP, ΕΡΤ, Handelsblatt, ΑΠΕ-ΜΠΕ