Σε συνέντευξη που παραχώρησε στη γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt» ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας προαναγγέλλει την άμεση χαλάρωση των κεφαλαιακών ελέγχων και πιο συγκεκριμένα την αύξηση του ορίου ανάληψης από τράπεζες,.
Πιο συγκεκριμένα, ο κεντρικός τραπεζίτης προαναγγέλλει μεν αύξηση του πλαφόν αναλήψεων, αλλά ξεκαθαρίζει πως η χαλάρωση θα ισχύσει συγκεκριμένα για τις νέες καταθέσεις που θα έρχονται στις ελληνικές τράπεζες.
Όπως είναι λογικό, στόχος είναι να δοθεί κίνητρο για επιστροφή χρημάτων στις ελληνικές τράπεζες. «Θέλουμε να δώσουμε στον κόσμο κίνητρο να πάρει τα χρήματα που έχει στα διαμερίσματά του και να το αποταμιεύσει στις τράπεζες», είπε στην «Handelsblatt» ο κ. Στουρνάρας.
Παρά τη μικρή επιστροφή καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα, ο κεντρικός τραπεζίτης δήλωσε βέβαιος ότι οι ελληνικές τράπεζες δεν χρειάζονται νέα ανακεφαλαιοποίηση.
Σημείωσε δε ότι οι ελληνικές τράπεζες έχουν ένα από τα υψηλότερα επίπεδα κεφαλαιακής επάρκειας σε ολόκληρη την ευρωζώνη.
Τέλος, όσο αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, ο κ. Στουρνάρας σημείωσε ότι στόχος των ελληνικών ιδρυμάτων είναι να μειώσουν την έκθεσή τους κατά 40 δισεκ. ευρώ έως το 2019, δηλαδή στα 60 δισεκ. από τα περίπου 100 δισεκ. ευρώ που είναι σήμερα.
Σταδιακή χαλάρωση στην κίνηση κεφαλαίων έως τα τέλη του 2016 βλέπει ο Fitch
Οι έλεγχοι στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls) θα μπορούσαν να χαλαρώνουν σταδιακά από τα τέλη του 2016, αναφέρει σε ανακοίνωσή του ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Fitch. Οι ελληνικές Αρχές, σημειώνει ο οίκος, είναι πιθανόν να θέλουν να δουν περαιτέρω βελτιώσεις στην καταναλωτική και επενδυτική εμπιστοσύνη, πριν χαλαρώσουν ουσιαστικά τα capital controls.
«Τα capital controls θα μπορούσαν να χαλαρώνουν σταδιακά από τα τέλη του 2016, εάν το πολιτικό και το λειτουργικό περιβάλλον είναι σταθερό και η Ελλάδα συνεχίζει να εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής, κατά την άποψή μας», αναφέρει ο οίκος.
«Κατά την άποψή μας, το οικονομικό και το πολιτικό περιβάλλον παραμένουν εύθραυστα και η εμπιστοσύνη δεν έχει επιστρέψει ακόμη στο χρηματοπιστωτικό σύστημα», σημειώνει ο οίκος.