Σε μια συνέντευξή της που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «la Repubblica», η επί δύο συνεχόμενες φορές νικήτρια του λογοτεχνικού βραβείου Μπούκερ, για τους δύο πρώτους τόμους της τριλογίας της για τον Τόμας Κρόμγουελ, υπουργό του βασιλιά της Αγγλίας, Ερρίκου 8ου, Χίλαρι Μαντέλ, στα 69 της χρόνια, δήλωσε την επιθυμία της να εγκαταλείψει το Ηνωμένο Βασίλειο και να «να ξαναγίνει Ευρωπαία», ζητώντας την ιρλανδική υπηκοότητα, μακριά από τη χώρα στην οποία ζει, που βγήκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 31 Ιανουαρίου του 2020.
«Ελπίζω να μπορέσω να κάνω σύντομα την αντίθετη διαδρομή από την οικογένειά μου και να ξαναγίνω Ιρλανδή», λέει η Μαντέλ, η οποία είναι ιρλανδικής καταγωγής από τους παππούδες της. Η Μαντέλ είναι η δεύτερη συγγραφέας που εκφράζει αυτή την επιθυμία, μετά τον Τζον Λε Καρέ, σθεναρό πολέμιο του Μπρέξιτ, που πήρε την ιρλανδική υπηκοότητα, λίγο πριν από το θάνατό του, το Δεκέμβριο του 2020.
Το σχέδιό της αναβλήθηκε λόγω του κορωνοϊού αλλά η συγγραφέας, παρόλο που ζει σε ένα ωραίο μέρος δίπλα στη θάλασσα, δεν παύει να ανακαλεί την καταγωγή της και την ιστορία της μετανάστευσης της οικογένειάς της λέγοντας ότι μετά το Μπρέξιτ , «Βλέπουμε το άσχημο πρόσωπο της σύγχρονης Βρετανίας με ανθρώπους στις παραλίες να κακομεταχειρίζονται τους εξαντλημένους πρόσφυγες ακόμα και όταν τρέχουν στην ακτή».
Αυτή είναι μια εικόνα που της δημιουργεί ντροπή όπως ντροπή της δημιουργεί ότι ζει στο έθνος που επέλεξε αυτή την κυβέρνηση και επιτρέπει στον εαυτό του να έχει τέτοιους ηγέτες.
Όσο για τον πρωθυπουργό Μπόρις Τζόνσον λέει: «Τον έχω συναντήσει πολλές φορές, σε διαφορετικά περιβάλλοντα. Συμφωνώ ότι είναι μια πολύπλοκη προσωπικότητα, αλλά είναι πολύ απλό - δεν πρέπει να είναι στη δημόσια ζωή. Και είμαι σίγουρη ότι το γνωρίζει».
Η ίδια περιέγραψε, επίσης, το Ηνωμένο Βασίλειο ως «μια τεχνητή και επισφαλή κατασκευή». «Δεν είναι ιερό και δεν είναι καν παλιό. Παιδί δεν έμαθα τίποτα για την ιστορία των άλλων τμημάτων αυτών των νησιών», δήλωσε, ενώ της φαίνεται ακατανόητο και κάτι που την μπερδεύει η δημοτικότητα της μοναρχίας ως θεσμού.
Δεν θέλει να πιστεύει ότι οι άνθρωποι απολαμβάνουν την ανισότητα ή τους αρέσει να είναι δούλοι, αλλά εκείνη αναπνέει πιο εύκολα σε μια δημοκρατία.
Στο αυτοβιογραφικό της Giving Up the Ghost, του 2003, που τώρα κυκλοφορεί στην Ιταλία και είναι η αφορμή αυτής της συνέντευξης που έδωσε, η Μαντέλ δεν παραλείπει να μιλήσει για την ενδομητρίωση και τις επίπονες θεραπείες που κατέστρεψαν τη ζωή της. «Πολλές περιπτώσεις δεν διαγιγνώσκονται για χρόνια, προκαλώντας τεράστια αγωνία. Χαίρομαι που έπαιξα ένα μικρό ρόλο στην έναρξη της συζήτησης γύρω από αυτή την κατάσταση».
Η συγγραφέας πρόσθεσε ότι όταν ήταν νεαρή γυναίκα δεν ήθελε παιδιά προτού διαγνωστεί με την ασθένεια, σε ηλικία 27 ετών που της αφαίρεσε την επιλογή να κάνει παιδιά. Παρόλο που δεν έχει νιώσει την έλλειψή τους θα ήθελε σήμερα να έχει εγγόνια.
Αναφερόμενη στις διαδικτυακές επιθέσεις κατά της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, βρίσκει ότι ήταν «αδικαιολόγητες και ντροπιαστικές». Η συγγραφέας του Χάρι Πότερ πυροδότησε μια δημόσια διαμάχη όταν σε άρθρο με τίτλο: «Δημιουργία ενός πιο ισότιμου κόσμου μετά την COVID-19 για άτομα με εμμηνόρροια», σχολίασε: «"Άτομα με εμμηνόρροια". Είμαι σίγουρη ότι υπήρχε μια λέξη για αυτούς τους ανθρώπους. Κάποιος να με βοηθήσει...Wumben; Wimpund; Woomud;»
Το σχόλιο της προκάλεσε αμέσως αντίδραση από άτομα που την αποκάλεσαν «τρανσφοβική» και επεσήμαναν ότι δεν είναι μόνο γυναίκες που έχουν εμμηνόρροια.
Αργότερα η Ρόουλινγκ, ο Σάλμαν Ρούσντι και η Μάργκαρετ Άτγουντ και άλλοι έγραψαν μια ανοιχτή επιστολή προειδοποιώντας ότι η εξάπλωση της «λογοκρισίας» οδηγεί σε «μη ανοχή σε αντίθετες απόψεις» και «μια μόδα για δημόσιο εξευτελισμό και εξοστρακισμό». «Είναι βάρβαρο μια μικρή μειοψηφία να αναλάβει τη καθοδήγηση του δημόσιου λόγου και να τρομοκρατεί όσους διαφωνούν μαζί της», είπε η Μαντέλ.