Πολλοί πιστεύουν ότι οι περίφημοι «πολεμιστές του Ριάτσε» έχουν και άλλους «συντρόφους» στο βυθό της Καλαβρίας και ο δήμαρχος της πόλης ανακοίνωσε ότι ξεκινά υποβρύχια ανασκαφή ενώ μια νέα έρευνα ελπίζει να επιβεβαιώσει αν υπάρχουν περισσότερα αρχαία ελληνικά αγάλματα.
Οι πολεμιστές του Ριάτσε είναι δύο μοναδικά, αρχαίας ελληνικής τέχνης μπρούντζινα αγάλματα του αυστηρού ρυθμού τα οποία χρονολογούνται στα μέσα του 5ου αιώνα π.Χ.. Bρέθηκαν στο βυθό της θάλασσας ανοικτά του Ριάτσε και φιλοξενούνται στο Εθνικό Μουσείο της Μεγάλης Ελλάδας στο Ρέτζιο Ντι Καλάμπρια, ενώ έγιναν το σήμα κατατεθέν της πόλης.
Η ανακάλυψή τους έγινε τυχαία, στις 16 Αυγούστου 1972 από τον ερασιτέχνη ψαρά Στεφάνο Μαριοτίνι έκανε κατάδυση 300 μέτρα στα ανοικτά της ακτής, όταν σε βάθος οκτώ μέτρων ανακάλυψε τα δυο μπρούντζινα αγάλματα. Τα αγάλματα ανασύρθηκαν αλλά οι έρευνες που έγιναν το επόμενο καλοκαίρι δε βρήκαν ίχνη κάποιου ναυαγίου.
Τα αγάλματα αν και καλυμμένα με οργανισμούς της θάλασσας, ήταν άριστα διατηρημένα. Μεταφέρθηκαν στη Φλωρεντία και μετά από πέντε χρόνια επιμελημένης συντήρησης και ακτινολογικής εξέτασης όλων των επιφανειών μπήκαν για πρώτη φορά στην έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου της Φλωρεντίας, ενώ στη συνέχεια μεταφέρθηκαν στην τελική τους θέση στο Εθνικό Μουσείο της Μεγάλης Ελλάδας στο Ρέτζιο Ντι Καλάμπρια.
Τα αγάλματα προέρχονται από Αθηναϊκό εργαστήριο του 5ου αιώνα π.Χ., με μέταλλο από το Άργος. Εκτός από χαλκό χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή τους άργυρος για τα δόντια και ελεφαντόδοντο για τις κόρες των οφθαλμών. Παρά τις ομοιότητες που έχουν αποδίδονται σε διαφορετικούς καλλιτέχνες. Ονομάζονται «ηλικιωμένος» και «Έφηβος» έχουν ύψος 2,05 και 1,98 μέτρα αντίστοιχα και ζυγίζουν 400 κιλά το καθένα.
Ο δήμαρχος της πόλης Αντόνιο Τριφόλι φιλοδοξεί να ανακαλύψει και ένα τρίτο άγαλμα και η αναζήτηση είναι μία από τις πολλές πρωτοβουλίες που σχεδιάστηκαν στο Ριάτσε για να σηματοδοτήσουν τη χρυσή επέτειο της ανακάλυψης το επόμενο έτος, με ένα νέο μουσείο και διεθνή συνέδρια. Μέχρι σήμερα, έχουν πραγματοποιηθεί μόνο δύο μικρές ανασκαφές του χώρου και παραμένει ασαφές πώς έφτασαν τα χάλκινα αγάλματα στην ακτή του Ριάτσε. Μία από τις πολλές θεωρίες είναι ότι ένα ρωμαϊκό πλοίο βυθίστηκε ενώ μετέφερε τα αγάλματα από την Ελλάδα.
Σε επίσημες δηλώσεις του το 1972, ο Μαριοτίνι είπε στους αστυνομικούς ότι είχε εντοπίσει "μια ομάδα" χάλκινων, προσθέτοντας ότι το ένα είχε "ανοιχτά χέρια και το ένα πόδι μπροστά από το άλλο" - περιγραφή που δεν αντιστοιχεί στα δύο χάλκινα που εμφανίζονται τώρα στο μουσείο της Καλαβρίας. Επιπλέον, οι επιθεωρήσεις με σόναρ από ερευνητές σε αμερικανικό πλοίο το 2004 δείχνουν ότι θα μπορούσαν να υπάρχουν σημαντικά μεταλλικά αντικείμενα κοντά στον τόπο της αρχικής ανακάλυψης.
Οι υποβρύχιες ανασκαφές προγραμματίζεται να πραγματοποιηθούν πριν από το επόμενο καλοκαίρι σε τρεις φάσεις, διάρκειας τουλάχιστον εννέα εβδομάδων συνολικά. Θα επικεντρωθούν στις τοποθεσίες όπου οι Αμερικανοί ερευνητές εντόπισαν μεταλλικά αντικείμενα, μια εκτεταμένη περιοχή που περιβάλλει τον χώρο μιας ανασκαφής του 1973 από τον αρχαιολόγο Νίνο Λαμπόλια και έναν υποθαλάσσιο μεσαιωνικό αρχαιολογικό χώρο. «Μια θεωρία υποστηρίζει ότι ένα πλοίο που μετέφερε τα χάλκινα βυθίστηκε περίπου το 1500 και όχι στη ρωμαϊκή εποχή, οπότε θέλουμε να ελέγξουμε αν αυτό θα μπορούσε να είναι αλήθεια», υποστηρίζουν οι ερευνητές.
Ωστόσο, δεν είναι ακόμη σαφές πώς η πόλη θα πληρώσει το λογαριασμό για τους φιλόδοξους εορτασμούς της, οι οποίοι εκτιμάται ότι θα κοστίσουν 2,5 εκατομμύρια ευρώ συνολικά. Το Ριάτσε ζήτησε οικονομική υποστήριξη από την περιφερειακή κυβέρνηση της Καλαβρίας, αλλά ενδέχεται να μην λάβει σύντομα απάντηση εξαιτίας των περιφερειακών εκλογών στην περιοχή.
Παρά την αβεβαιότητα, οι αισιόδοξοι ερευνητές του Ριάτσε πιστεύουν ότι ο δήμος θα εξασφαλίσει εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης εάν είναι απαραίτητο. «Έχουμε μεγάλο ενδιαφέρον από ιδιώτες χορηγούς», λένε. «Τα χάλκινα είναι διάσημα σε όλο τον κόσμο και πολλοί άνθρωποι θα ήθελαν να μας βοηθήσουν να βρούμε άλλο ένα».