Η Αποκριά και τα Κούλουμα είναι γιορτές που γιορτάζονται σε όλη την Ελλάδα και είναι ευκαιρία για ξεφάντωμα, χορό και γλέντι. Τις ημέρες της Αποκριάς ο κόσμος μεταμφιέζεται και διασκεδάζει. Αυτό το έθιμο έχει παραμείνει από τις αρχαιότερες διονυσιακές γιορτές των Ελλήνων, όπου οι άνθρωποι μεταμφιέζονταν, χόρευαν, τραγουδούσαν πίνοντας κρασί, και το κέφι έφτανε στο αποκορύφωμα προς τιμή του Διόνυσου.
Την Αποκριά ακολουθούν τα Κούλουμα, ονομασία που χαρακτηρίζει τον υπαίθριο πανηγυρισμό της Καθαράς Δευτέρας. Δεν έχει εξακριβωθεί η αρχαία προέλευση της εορτής αυτής, με την οποία ξεκινά η περίοδος της Σαρακοστής.
Η γιορτή αυτή είναι πανελλήνια και κατ' άλλους έχει αθηναϊκή καταγωγή, ενώ κατ' άλλους βυζαντινή. Στην Κωνσταντινούπολη εορταζόταν έντονα από πλήθος κόσμου που συνέρρεε σε έναν από τους επτά λόφους της πόλης και συγκεκριμένα σ' εκείνον του ελληνικού οικισμού των «Ταταούλων».
Κατά μερικούς η λέξη «κούλουμα» προήλθε από τον αναγραμματισμό της λατινικής λέξης cumulus που σημαίνει σωρός, αφθονία ή επίλογος, υποδηλώνοντας έτσι το πολύ φαγοπότι με πολύ χορό, ή το τέλος της εορταστικής περιόδου της αποκριάς.
Στην Αθήνα, πολλές δεκαετίες προ του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, τα Κούλουμα εορτάζονταν στις πλαγιές του λόφου του Φιλοπάππου, όπου οι Αθηναίοι έτρωγαν κι έπιναν καθισμένοι στους βράχους από το μεσημέρι μέχρι τη δύση του ήλιου. Οι περισσότεροι χόρευαν υπό τους ήχους πλανόδιων μουσικών, κατά παρέες, είτε δημοτικούς είτε λαϊκούς χορούς υπό τους ήχους λατέρνας.
Το σούρουπο όλοι οι Ρουμελιώτες γαλατάδες της Αθήνας έστηναν λαμπρό χορό –κυρίως τσάμικο– γύρω από τους στύλους του Ολυμπίου Διός, παρουσία των βασιλέων και πλήθους κόσμου.
Σήμερα, τα Κούλουμα εορτάζονται σχεδόν σε όλες τις πόλεις της Ελλάδας με το χαρακτηριστικό έθιμο του πετάγματος του χαρταετού.
Για την ετυμολογία του ονόματος που παραμένει άγνωστη, όπως και η αρχή του εορτασμού, υπάρχουν πολλές απόψεις. Κατά μερικούς προήλθε από τον αναγραμματισμό της λατινικής λέξης cumulus που σημαίνει σωρός, αφθονία ή επίλογος, υποδηλώνοντας έτσι το πολύ φαγοπότι με πολύ χορό ή το τέλος της εορταστικής περιόδου της αποκριάς.
Ειδικότερα όμως ο Α. Καμπούρογλου σημειώνει ότι ο όρος είναι καθαρά αθηναϊκός και προέρχεται από τις κολόνες του ναού του Ολυμπίου Διός που τις αποκαλούσαν στη νεότερη ιστορία οι Αθηναίοι columna, κόλουμνα, κούλoυμνα, κούλουμα, χωρίς όμως αυτό να προσδιορίζει την αρχή της εορτής που πιθανολογείται κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας. Ο ίδιος όμως προσθέτει στις σημειώσεις του ότι ο λόφος επί του οποίου βρίσκεται το Θησείο ονομαζόταν στην αρχή της εποχής του Όθωνα «τριάντα δυο κολόνες».