Αυτόφωρο είναι το έγκλημα που γίνεται αντιληπτό τη στιγμή που διαπράττεται ή πολύ σύντομα από την ώρα που τελείται και συνεπάγεται την καταδίωξη του δράστη.
Το αυτόφωρο είναι ένας νομικός όρος που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει ένα έγκλημα που γίνεται αντιληπτό από τις αρχές κατά την τέλεση του, ή το θύμα το καταγγέλλει άμεσα ή σε εύλογο χρονικό διάστημα. Στην τελευταία περίπτωση, οι ανακριτικές αρχές αποφασίζουν κατά πόσο θα ακολουθηθεί αυτόφωρη διαδικασία ή όχι για τον φερόμενο δράστη.
Πρακτικά, το αυτόφωρο σημαίνει ότι η προανάκριση και η προσαγωγή του δράστη ενώπιον δικαστικών αρχών γίνεται χωρίς καθυστέρηση και χωρίς να απαιτείται εισαγγελική παραγγελία. Όταν ο φερόμενος ως δράστης προσαχθεί ενώπιον του αυτόφωρου δικαστηρίου έχει δικαίωμα να ζητήσει τριήμερη αναβολή για να προετοιμάσει την υπεράσπισή του.
Σύμφωνα με το αρ. 242 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας:
«Αυτόφωρο είναι το έγκλημα την ώρα που γίνεται ή το έγκλημα που έγινε πρόσφατα. Η πράξη θεωρείται ότι έγινε πρόσφατα ιδίως όταν αμέσως ύστερα από αυτήν ο δράστης καταδιώκεται από τη δημόσια δύναμη ή από τον παθόντα ή με δημόσια κραυγή, όπως και όταν συλλαμβάνεται οπουδήποτε να έχει αντικείμενα ή ίχνη από τα οποία συμπεραίνεται ότι διέπραξε το έγκλημα σε πολύ πρόσφατο χρόνο.
- Ποτέ δεν θεωρείται ότι συντρέχει μια από τις παραπάνω περιπτώσεις, αν πέρασε όλη η επόμενη μέρα από την τέλεση της πράξης.
- Τα εγκλήματα που τελούνται δια του τύπου θεωρούνται πάντοτε αυτόφωρα.
- Τα εγκλήματα που τελούνται από ανηλίκους δεν δικάζονται ως αυτόφωρα».
Πότε «λήγει» το αυτόφωρο
Η επικρατέστερη νομική άποψη για το ανώτατο χρονικό όριο του αυτοφώρου, είναι έως τα μεσάνυχτα της επόμενης ημέρας του εγκλήματος. Δηλαδή, εάν το έγκλημα τελεστεί την Τετάρτη (έστω και την 23:50′), το αυτόφωρο λήγει τα μεσάνυχτα της Πέμπτης. Συνεπώς το αυτόφωρο διαρκεί το πολύ δύο εικοσιτετράωρα.
Τέλος, η διαδικασία του αυτοφώρου εφαρμόζεται στα πλημμελήματα, καθώς στα κακουργήματα διενεργείται πάντοτε ανάκριση.