Δεν κατέστη δυνατό να εντοπιστεί από τις αστυνομικές αρχές η σύντροφος του Παύλου Φύσσα, για την οποία είχε διαταχθεί βίαιη προσαγωγή προκειμένου να καταθέσει στη δίκη της Χρυσής Αυγής.
Συγκεκριμένα, με έγγραφο το οποίο αναγνώστηκε στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, η Αστυνομία γνωστοποίησε στο δικαστήριο πως δεν εντόπισε τη σύντροφο του Παύλου Φύσσα.
Η μάρτυρας που είχε στην αγκαλιά της τον Παύλο Φύσσα όταν ξεψύχησε μαχαιρωμένος από τον Γιώργο Ρουπακιά, δεν είχε εμφανιστεί στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και δεν είχε αναζητηθεί, ώστε να δώσει κατάθεση στην δίκη. Είχε αναγνωσθεί ωστόσο η κατάθεση που είχε δώσει λίγες ημέρες μετά την δολοφονία, στην Ανακρίτρια Πειραιά που είχε αναλάβει αρχικά την δολοφονία, πριν σχηματιστεί η μεγάλη δικογραφία για την «εγκληματική οργάνωση Χρυσή Αυγή».
Σύμφωνα με το ΕΡΤ, η μάρτυρας αναζητήθηκε σε σπίτι συγγενικού της προσώπου στην επαρχία, αλλά και στην Αττική, αλλά δεν εντοπίστηκε.
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε την αντίδραση της υπεράσπισης του Νίκου Μιχαλολιάκου, με ένα εκ των συνηγόρων να λέει πως πρόκειται για «θέμα ουσίας» και να προσθέτει «δεν μπορεί το 2023 να κρύβεται ουσιώδης μάρτυρας. Είναι εμπαιγμός. Δέκα χρόνια εμπαιγμός! Η μάρτυρας δεν κλήθηκε καν στις ειδικές ανακρίτριες».
Σημειώνεται πως, πλην της τότε συντρόφου του μουσικού, το δικαστήριο έχει καλέσει για σήμερα άλλους δύο μάρτυρες. Τον φίλο του μουσικού Μιχάλη Ξυπόλητο, παρόντα στην καφετέρια Κοράλλι από όπου ξεκίνησε η θανάσιμη καταδίωξη της παρέας του Φύσσα και τον εξωτερικό φρουρό των φυλακών Δημήτρη Χατζησταμάτη, θαμώνα της καφετέριας, που το επίμαχο βράδυ προσπάθησε να αποτρέψει την ένταση όταν είδε συγκεντρωμένους χρυσαυγίτες έξω από το μαγαζί.
Και οι δύο μάρτυρες είναι σημαντικοί καθώς έχουν περιγράψει κρίσιμες λεπτομέρειες για όσα έγιναν πριν το φονικό χτύπημα στον μουσικό και την «οργανωμένη και συντεταγμένη» , όπως και οι δύο έχουν χαρακτηρίσει, δράση των μελών του "Τάγματος εφόδου" που σε χρόνο εξπρές συγκροτήθηκε εκείνο το βράδυ από μέλη της Τοπικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια.