Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕλΕΔΑ) σε ανακοίνωσή της για τις επιχειρήσεις της Αστυνομίας στα Εξάρχεια κρούει τον κώδωνα του κινδύνου.
Η ΕλΕΔΑ κρίνει ως εξαιρετικά προβληματικό και αντίθετο με το αίτημα για σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, τον τρόπο με τον οποίο η αστυνομία ενήργησε κατά την πρόσφατη εκκένωση των τεσσάρων καταλήψεων στέγης στην Αθήνα.
«Εξάλλου η ανυπαρξία ευρημάτων που συνήθως ο κυρίαρχος λόγος συνδέει με τις καταλήψεις (ναρκωτικά, όπλα), υπογραμμίζει ότι αυτή η επίδειξη δύναμης ήταν μάλλον άσκοπη» αναφέρεται στην ανακοίνωση.
«Ταυτόχρονα, ακόμα πιο προβληματικός είναι ο δημόσιος λόγος που εκπέμφθηκε για ακόμη μία φορά από εκπροσώπους του αστυνομικού συνδικαλισμού και αντανακλά – φοβόμαστε – μία σοβαρή παθογένεια, την έλλειψη δημοκρατικής κουλτούρας σε έκταση μη ευκαταφρόνητη στο σώμα».
Αναλυτικά η ανακοίνωση
«Την περασμένη εβδομάδα η Ελληνική Αστυνομία εκκένωσε τέσσερις καταλήψεις στέγης. Η επιχείρηση έλαβε χώρα ξημερώματα, με εφόδους των αστυνομικών δυνάμεων στα κτίρια και 143 προσαγωγές προσφύγων και μεταναστών, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία ήταν γυναίκες και παιδιά.
Γνωστός συνδικαλιστής της Αστυνομίας παρομοίωσε την επιχείρηση με μια «ηλεκτρική σκούπα» και αποκάλεσε τους πρόσφυγες και τους αλληλέγγυους με αυτούς «σκουπίδια» και «σκόνη», δήλωση που ορθώς οδήγησε στην αποπομπή του από το ΔΣ της ΠΟΑΣΥ με απόφαση των συναδέλφων του. Αυτά είναι τα γεγονότα. Αυτά συνέβησαν στο τέλος καλοκαιριού του έτους 2019 στο κέντρο της Αθήνας.
Η Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕλΕΔΑ) θεωρεί εξαιρετικά προβληματικό και αντίθετο με το αίτημα για σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας τον τρόπο με τον οποίο η αστυνομία ενήργησε (έφοδος τα ξημερώματα χωρίς καμία διαβούλευση ή προειδοποίηση, μαζικές προσαγωγές ακόμη και βρεφών). Εξάλλου η ανυπαρξία ευρημάτων που συνήθως ο κυρίαρχος λόγος συνδέει με τις καταλήψεις (ναρκωτικά, όπλα), υπογραμμίζει ότι αυτή η επίδειξη δύναμης ήταν μάλλον άσκοπη.
Ταυτόχρονα, ακόμα πιο προβληματικός είναι ο δημόσιος λόγος που εκπέμφθηκε για ακόμη μία φορά από εκπροσώπους του αστυνομικού συνδικαλισμού και αντανακλά – φοβόμαστε – μία σοβαρή παθογένεια, την έλλειψη δημοκρατικής κουλτούρας σε έκταση μη ευκαταφρόνητη στο σώμα. Η άσκηση ποινικού και πειθαρχικού ελέγχου για τις δηλώσεις αυτές είναι οπωσδήποτε μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη. Ωστόσο, το παρελθόν μας καθιστά επιφυλακτικούς σε σχέση με την άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου και για αυτό θα παρακολουθήσουμε την συνέχεια αυτής της υπόθεσης.
Η ΕλΕΔΑ, με αφορμή και την αύξηση των ροών που παρατηρείται τελευταία στα νησιά και τις απόπειρες ελάφρυνσής τους με τη μεταφορά αιτούντων άσυλο στην ενδοχώρα, τονίζει ότι τίθεται εκ νέου το ζήτημα της έλλειψης επαρκών λύσεων γύρω από τη στέγαση και την εν γένει ένταξη των προσφυγικών πληθυσμών.
Το γεγονός ότι οι καταλήψεις στέγης προσέφεραν μια βραχυπρόθεσμη, αλλά, σε αρκετές περιπτώσεις, αξιοπρεπέστερη μορφή στεγαστικής διαβίωσης, συγκριτικά με τους καταυλισμούς, οφείλει να προβληματίσει την ελληνική πολιτεία για πολλούς λόγους. Ο κυριότερος από αυτούς είναι η ανάδειξη των αντιφάσεων και του αδιέξοδου χαρακτήρα της προσφυγικής πολιτικής του ελληνικού κράτους. Όταν αλληλέγγυες ομάδες καταφέρνουν να διασφαλίσουν, με ισχνά μέσα και πόρους, στέγη και είδη πρώτης ανάγκης για αιτούντες άσυλο και πρόσφυγες, τότε γεννώνται πολλά ερωτήματα για το αν η αναποτελεσματικότητα της κρατικής κοινωνικής πολιτικής αποτελεί επιτελική αδυναμία ή πολιτική επιλογή.
Παράλληλα, οι καταλήψεις στέγασης προσφύγων υποδηλώνουν μια ακόμη όψη της ύπαρξης στεγαστικού προβλήματος στην Ελλάδα. Σε μια συγκυρία όπου τα φαινόμενα στεγαστικής επισφάλειας στην ελληνική κοινωνία οξύνονται, εκφράζεται βαθύτατος προβληματισμός για τη δυνατότητα πρόσβασης των προσφύγων σε αξιοπρεπείς στεγαστικές λύσεις. Οι πρόσφυγες δηλαδή αποτελούν μια ακόμα πληθυσμιακή κατηγορία που εγκλωβίζεται στις διαχρονικά υπολειμματικές πολιτικές στέγασης ευάλωτων ομάδων στη χώρα μας.
Η εξάντληση σε στεγαστικές πρακτικές έκτακτης ανάγκης και η έλλειψη κρατικών δομών κοινωνικής κατοικίας – και πολιτικών πρόληψης της απώλειας στέγης εν γένει – οφείλει να επισημανθεί ως μια θεμελιώδης όψη που έχει συνέπεια την ανάπτυξη άτυπων στεγαστικών πρακτικών, όπως οι καταλήψεις.
Η ΕλΕΔΑ οφείλει να τονίσει ότι δεν θεωρεί την πρακτική των καταλήψεων κενών κτιρίων ως βιώσιμη λύση του στεγαστικού ζητήματος. Οι καταλήψεις στέγης δεν μπορούν να λύσουν οριστικά το πρόβλημα, όπως επίσης δεν μπορεί να το λύσει καμία πρωτοβουλία άτυπης κοινωνικής αλληλεγγύης. Οι πρωτοβουλίες αυτές όμως αναδεικνύουν την αναγκαιότητα ενεργοποίησης των επίσημων κοινωνικών πολιτικών, βασισμένες στα κοινωνικά δικαιώματα, πιέζοντας τους δημόσιους θεσμούς για την κάλυψη ζωτικής σημασίας κοινωνικών αναγκών, όπως οι στεγαστικές ανάγκες.
Η εκκένωση των κτιρίων και οι μαζικές προσαγωγές προσφύγων από τις καταλήψεις στέγης με τον τρόπο που έγιναν, σε καμία περίπτωση επίσης δεν αποτελούν λύση στο πρόβλημα, ενώ αντιθέτως κινδυνεύουν να ταυτίσουν το αίσθημα ασφάλειας των πολιτών με την αποχώρηση των προσφύγων και μεταναστών από τον αστικό ιστό. Αν, παρά τις περί του αντιθέτου δηλώσεις, αυτό είναι το μήνυμα που εκπέμπεται από τις πράξεις του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, έπειτα από τη μεταφορά σε αυτό των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής, τότε επιστρέφει διαστρεβλωμένα για άλλη μία φορά το δόγμα «νόμος και τάξη».
Η ΕλΕΔΑ τονίζει ότι θα πρέπει να βρεθεί μία αξιοπρεπής και βιώσιμη λύση για το θέμα όχι μόνο της στέγασης των προσφύγων αλλά και της κοινωνικής τους ένταξης που αποτελεί ίσως και το δυσκολότερο κομμάτι. Και για να επιτευχθεί αυτό ο σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα είναι σίγουρα το πρώτο βήμα».