Την δεκαετία του ’90, στην Πάτρα, θυμάμαι κάποια απογεύματα που ο ήχος του ντεφιού έβγαζε τον κόσμο στα μπαλκόνια. Ήταν η στιγμή που περνούσε ο "αρκουδιάρης" και θα ανάγκαζε την αρκούδα να χορεύει στους ρυθμούς του ντεφιού. Την περιέφερε, κρατώντας την με μια χοντρή αλυσίδα και κάθε φορά που οι άνθρωποι που παρακολουθούσαν, αυξάνονταν όλο και περισσότερο, τα ακροβατικά πολλαπλασιάζονταν. Ποτέ μου δεν κατάλαβα γιατί οι κάτοικοι των διαμερισμάτων, επέλεγαν να τιμήσουν όλο αυτό το θέαμα, πετώντας κέρματα από τα μπαλκόνια τους, που έσπευδε να μαζέψει ο "αρκουδιάρης".
Εξαιτίας της σημαντικής συμβολής της περιβαλλοντικής οργάνωσης «Αρκτούρος», το 1997 μπήκε τέλος στο φαινόμενο της «αρκούδας- χορεύτριας» ενώ απαγορεύτηκαν τα τσίρκο με ζώα στην Ελλάδα. Για αυτό, από το 1993, λειτουργεί το ειδικό καταφύγιο για πρώην αιχμάλωτες αρκούδες στο ορεινό χωριό της Φλώρινας, το Νυμφαίο. Φτάνοντας, αντικρίζεις μπροστά σου ένα από τα ομορφότερα χωριά της Ελλάδας, το οποίο βρίσκεται σε υψόμετρο 1.350 μέτρων. Αφού ακολουθήσεις τις πινακίδες που γράφουν «Αρκτούρος», σε περίπου 800 μέτρα από το κέντρο του χωριού απλώνεται -σε μια έκταση 50 στρεμμάτων- το Περιβαλλοντικό Κέντρο του Αρκτούρου. Πρόκειται για τις τελευταίες μέρες που το καταφύγιο παραμένει ακόμη ανοικτό αφού από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο οι αρκούδες πέφτουν σε χειμέριο λήθαργο. Οι ξεναγήσεις διαρκούν 25 λεπτά και πραγματοποιούνται κάθε μια ώρα ενώ με το ίδιο εισιτήριο μπορεί κάποιος να επισκεφθεί το καταφύγιο του Λύκου καθώς και το κέντρο ενημέρωσης που βρίσκεται μέσα στο κτίριο της ιστορικής Νικείου Σχολής.
Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα άγρια ζώα χρειάζονται το σεβασμό μας και ότι δεν είναι κατοικίδια. Κατά την διάρκεια των επισκέψεων πρέπει να διατηρείται η ησυχία ώστε να μην ενοχλούνται τα ζώα από τους ανθρώπινους θορύβους ώστε να μπορέσουν να κινούνται ελεύθερα και να μπορεί ο καθένας να τα δει από κοντά.
Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο «ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ» είναι μία μη κυβερνητική και μη κερδοσκοπική περιβαλλοντική οργάνωση που ιδρύθηκε το 1992 κι έχει ως στόχο την προστασία της άγριας πανίδας και του φυσικού περιβάλλοντος στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αφορμή της ίδρυσής του ήταν η ανάγκη εύρεσης άμεσης λύσης στο διαρκώς αυξανόμενο πρόβλημα της αιχμαλωσίας αρκούδων αλλά και των λύκων. Από την ίδρυσή του ο «ΑΡΚΤΟΥΡΟΣ» προχώρησε σε ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο δράσεων και ενεργειών, επικεντρώνοντας τις προσπάθειές του στην αντιμετώπιση του φαινομένου της παράνομης αιχμαλωσίας άγριων ζώων. Με συνεχείς και δυναμικές παρεμβάσεις κατάφερε να επιτύχει την εξάλειψη του φαινόμενου της αρκούδας «χορεύτριας» στην Ελλάδα ενώ ένας επιπλέον σημαντικός στόχος αποτελεί η εξάλειψη της παράνομης αιχμαλωσίας στην ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων.
Το φαινόμενο της «αρκούδας - χορεύτριας» ήταν διαδεδομένο στην Ελλάδα και ειδικά στην ύπαιθρο. Οι αρκούδες συλλαμβάνονταν από μικρές, αφού πρώτα σκότωναν τη μητέρα τους, που δεν θα επέτρεπε αλλιώς σε κανέναν να πλησιάσει τα μικρά της, και περνούσαν από μία βάναυση διαδικασία «εκπαίδευσης». Αφού τρυπούσαν την μύτη του ζώου για να περαστεί ο χαλκάς και έσπαγαν τους κυνόδοντες με μεταλλικά εργαλεία, το ζώο αναγκαζόταν να πατάει σε πυρακτωμένες λαμαρίνες υπό τον ήχο του ντεφιού. Στην προσπάθειά του να αποφύγει το κάψιμο, το αρκουδάκι, αναγκαζόταν να σηκώνεται ολόκληρο στηριζόμενο στα πισινά του πόδια και βημάτιζε γοργά. Όλη αυτή η «εκπαίδευση» συνεχιζόταν για μεγάλο χρονικό διάστημα ώσπου να δημιουργηθεί στην πραγματικότητα ένα ζώο που να έχει αναπτύξει εξαρτημένα αντανακλαστικά. Παράλληλα, για να επιτευχθεί όλη αυτή η συμπεριφορά το ζώο ταϊζόταν ελάχιστα ώστε να επιβραβεύεται μπροστά στο κοινό με αποφάγια.
Το χιόνι έχει αρχίσει να πέφτει, η ώρα της ξενάγησης πλησιάζει και αφού ο ξεναγός δώσει κάποιες οδηγίες που αφορούν την διάρκεια που θα παραμείνουμε στο χώρο, ξεκινάμε την πορεία προς το μονοπάτι ώστε να δούμε από κοντά αυτά τα αξιοθαύμαστα θηλαστικά. Μια από τις οδηγίες του ξεναγού είναι ότι πρέπει να επικρατεί απόλυτη ησυχία, διότι οι ήχοι ενοχλούν τις αρκούδες με αποτέλεσμα πολλές φορές να απομακρύνονται. Όμως, για κακή μας τύχη έχει καταφθάσει ένα γκρουπ φυσιολατρικού συλλόγου όπου η ησυχία για αυτούς ήταν μια λέξη εντελώς άγνωστη. Αφού έπαιζαν ή χτυπούσαν τα κινητά τους διαρκώς και συζητούσαν συνεχώς, σπάζοντας την απόλυτη ησυχία του φυσικού δάσους οξιάς, ανάγκασαν τον ξεναγό να τους υπενθυμίσει ευγενικά ότι μπαίνοντας, καλό είναι να θυμηθούν ότι είναι φυσιολατρικός σύλλογος. Λίγα λεπτά αργότερα, περπατώντας στο μονοπάτι στα πρώτα είκοσι μέτρα υπάρχει ένα κιόσκι ώστε ο ξεναγός να αναφέρει κάποιες πληροφορίες για τις δράσεις και τις ενέργειες του «Αρκτούρου» αλλά και να τονίσει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της ζωής των αρκούδων.
Ολοκληρώνοντας την περιήγηση στο χώρο που μπορείς να πλησιάσεις τις αρκούδες, συναντώ τον ξεναγό Βασίλη Φουρκιώτη. Ο Βασίλης είναι κοινωνιολόγος και τα τελευταία πέντε χρόνια εργάζεται στο καταφύγιο της αρκούδας. Στο μεσοδιάστημα των ξεναγήσεων βοηθά και στο παρακείμενο ξύλινο οίκημα του ‘Αρκτούρου’, είτε κόβοντας εισιτήρια, είτε εξυπηρετώντας όσους επιθυμούν να αγοράσουν αναμνηστικά αντικείμενα. «Ερχόμουν πολλά χρόνια ως εθελοντής», θα μου πει και θα προσθέσει «ο περισσότερος κόσμος έρχεται με την λογική ότι επισκεπτόμαστε το καταφύγιο για να χαϊδέψουμε ζώα. Αλλά είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζουμε ότι τα άγρια ζώα χρειάζονται το σεβασμό μας και ότι δεν είναι κατοικίδια. Κατά την διάρκεια των επισκέψεων πρέπει να διατηρείται η ησυχία ώστε να μην ενοχλούνται τα ζώα από τους ανθρώπινους θορύβους ώστε να μπορέσουν να κινούνται ελεύθερα και να μπορεί ο καθένας να τα δει από κοντά. Κατά καιρούς έχουμε ακούσει διάφορα σχόλια, παρατηρούμε συμπεριφορές ενώ έχουν υπάρξει και άτομα που διατύπωσαν τις αντιρρήσεις τους, λέγοντας ότι με αυτό τον τρόπο σταμάτησαν να έχουν δουλειά οι αρκουδιάρηδες. Βέβαια, η ζωή στο καταφύγιο σου δίνει την δυνατότητα να έρθεις σε επαφή με ανθρώπους που δεν θα συναντούσες ποτέ. Έχω καταφέρει να μιλήσω με όλες τις μεγάλες προσωπικότητες που ήθελα να γνωρίσω, ακούς απορίες, σχόλια ή αντιρρήσεις και υπάρχει πολύ έντονο το στοιχείο της διαδραστικότητας». «Προσπαθούμε να μετατρέψουμε την απλή περιέργεια σε ενεργό ενδιαφέρον», λέει ο οικοξεναγός Γιώργος Μουστάκης και συμπληρώνει «σκοπός μας είναι να δημιουργήσουμε μια κοινή αντίληψη ώστε ο κόσμος που έρχεται όχι μόνο να θαυμάσει, αλλά να διερωτηθεί και να μάθει για την ζωή των άγριων ζώων».
Στην συζήτηση μας μαθαίνω ότι οι αρκούδες που φιλοξενούνται στο Περιβαλλοντικό Κέντρο του ΑΡΚΤΟΥΡΟΥ, έχοντας χάσει νωρίς τη μητέρα τους, δεν πρόλαβαν να διδαχθούν τους βασικούς μηχανισμούς επιβίωσης με αποτέλεσμα να είναι αδύνατο να επανενταχθούν και να επιβιώσουν στο φυσικό τους περιβάλλον. Μετά την εισαγωγή και την περίθαλψή τους στον Κτηνιατρικό Σταθμό, μεταφέρονται στο καταφύγιο της αρκούδας, όπου θα ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους, πάντα με την ανθρώπινη φροντίδα και μέριμνα.
«Την περίοδο αυτή, στο Καταφύγιο φιλοξενούνται 15 αρκούδες, ενώ μέχρι την Άνοιξη θα έχουν αυξηθεί σε 19. Οι αρκούδες που ζουν στο καταφύγιο είναι στειρωμένες και παρόλο που έρχονται σε σεξουαλική επαφή, δεν μπορούν να τεκνοποιήσουν. Αυτό συμβαίνει επειδή οι υπάρχουσες αρκούδες μεγάλωσαν δίπλα στον άνθρωπο, με αποτέλεσμα να μην έχουν μάθει να ζουν ανεξάρτητες και να αυτοεξυπηρετούνται. Έτσι, δεν έχουν την δυνατότητα να μεταδώσουν τις γνώσεις επιβίωσης στα παιδιά τους, άρα, η γέννηση νέων αρκουδιών θα είχε ως αποτέλεσμα την συνέχιση της παραμονής των αρκούδων στο καταφύγιο, κάτι που είναι εντελώς αντίθετο με τις αρχές του «Αρκτούρου», εξηγεί ο Βασίλης Φουρκιώτης.
Ο Πάτρικ, ο Γιώργος, η Αλεξάνδρα, η Σάσα είναι μερικές από τις αρκούδες που φιλοξενούνται στο καταφύγιο και μπορεί όποιος επιθυμεί να τις υιοθετήσει, βοηθώντας με αυτό τον τρόπο στην προστασία και στην σίτιση τους. Όλες οι αρκούδες κουβαλούν την δική τους ιστορία, όπως ο Κυριάκος «ο οποίος βρέθηκε μαζί με τον αδελφό του Μανώλη σε ηλικία 4-5 μηνών από έναν κτηνοτρόφο που τα έσωσε από τους σκύλους του κοπαδιού του οι οποίοι τα κυνήγησαν και τους επιτέθηκαν. Αφού λοιπόν φιλοξενήθηκαν στη στάνη του κτηνοτρόφου για μερικούς μήνες η επανένταξή τους στο φυσικό τους περιβάλλον στάθηκε αδύνατη μετά την παρατεταμένη συμβίωσή τους με ανθρώπους και την απόλυτη εξοικείωση και εξάρτησή τους από την ανθρώπινη φροντίδα. Το όνομά του προήλθε από τον κτηνοτρόφο που το βρήκε και σήμερα είναι 8 περίπου ετών. Παραμένει δεμένος με τον Μανώλη και συνήθως κρύβεται πίσω από αυτόν όταν φοβάται. Του αρέσει να σκαρφαλώνει στα δέντρα, να παίζει στο νερό και τρελαίνεται για ψωμί και μέλι».
Στην κέντρο ενημέρωσης μπορεί ο καθένας να βρει πληροφορίες για τις συνήθειες και τον τρόπο ζωής των αρκούδων. Η αρκούδα είναι ένα παμφάγο ζώο με προτίμηση στις φυτικές τροφές. Διαθέτει μεγάλους κυνόδοντες, μικρούς και πλατείς τραπεζίτες ώστε να βοηθιέται στο μάσημα της ζωικής και φυτικής τροφής. Η αναπαραγωγική δραστηριότητα της καφέ αρκούδας ξεκινά περίπου στα μέσα Μαΐου ενώ μπορεί να διαρκέσει έως και τα μέσα Ιουλίου. Είναι χαρακτηριστικό ότι το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα τα αρσενικά μπορεί να διανύσουν έως και 100 χιλιόμετρα προκειμένου να αναζητήσουν γόνιμα θηλυκά. Επίσης, την περίοδο του ζευγαρώματος το αρσενικό ακολουθεί το θηλυκό για δύο εβδομάδες και ζευγαρώνει πολλές φορές μαζί του, πράξη που διαρκεί από 2 έως 40 λεπτά. Η συνολική περίοδος γονιμότητας δεν ξεπερνά τα 15 με 20 χρόνια. Τα αρκουδάκια γεννιούνται τυφλά, χωρίς τρίχωμα και ζυγίζουν περίπου 400 γραμμάρια. Χωρίς την ζεστασιά του μητρικού σώματος τα μικρά δεν μπορούν να ζήσουν μόνα τους για πάνω από 20 λεπτά για αυτό και τα θηλυκά αναλαμβάνουν πλήρως την ανατροφή των μικρών. Τα στάδια εκπαίδευσης περιλαμβάνουν την αναγνώριση και την αναζήτηση τροφής , τον εντοπισμό των κινδύνων καθώς και τους τρόπους επιβίωσης.
Από τις 8 Ιανουαρίου όπου το Καταφύγιο θα παραμείνει κλειστό οι αρκούδες πέφτουν σταδιακά σε χειμέρια νάρκη. Πρόκειται για μια κατάσταση στην οποία ο μεταβολισμός του ζώου επιβραδύνεται ώστε να αντιμετωπιστεί η έλλειψη τροφής. Το συγκεκριμένο διάστημα η θερμοκρασία του σώματος μιας αρκούδας ελαττώνεται κατά 1 με 3 βαθμούς ενώ οι καρδιακοί παλμοί μειώνονται κατά ¼. Οι αρκούδες που πέφτουν σε λήθαργο και όχι σε χειμερία νάρκη μπορούν να ξυπνήσουν πολύ εύκολα, όταν ενοχληθούν, κάτι που μπορεί να είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο αφού είναι πολύ δύσκολο να βρουν τροφή τον χειμώνα. Στην Ελλάδα ο λήθαργος κρατά περίπου δύο με τρεις μήνες και είναι χαρακτηριστικό ότι το χρονικό διάστημα του λήθαργου η αρκούδα δεν καταναλώνει τροφή και νερό ενώ δεν αποβάλει ούτε ούρα ούτε κόπρανα.
«Η αρκούδα δεν έχει φυσικούς εχθρούς και ο μόνος κίνδυνος για αυτήν είναι μόνο ο άνθρωπος», έγραφε σε μια από τις ενημερωτικές πινακίδες και παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής, συγκράτησα μια φράση του Γιάννη Ρίτσου που ήταν κρεμασμένη στο τοίχο, από την ‘Σονάτα του Σεληνόφωτος’: «κ᾿ η αρκούδα κουρασμένη πορεύεται μες στη σοφία της μοναξιάς της, μην ξέροντας για που και γιατί -έχει βαρύνει, δεν μπορεί πια να χορεύει στα πισινά της πόδια δεν μπορεί να φοράει τη δαντελένια σκουφίτσα της, να διασκεδάζει τα παιδιά, τους αργόσχολους, τους απαιτητικούς».
σχόλια