Ένα διαρκές ανθρωπιστικό έγκλημα κατά παράβαση όλων των κανόνων διεθνούς δικαίου εκτυλίσσεται στα χερσαία και θαλάσσια σύνορα της Ελλάδας, όπως και άλλων χωρών της ευρωπαϊκής μεθορίου. Ένα έγκλημα που κουρελιάζει κάθε χάρτα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, που στοιχίζει μέχρι και ανθρώπινες ζωές, που ουδείς δράστης ή ηθικός αυτουργός παραδέχεται, παρότι πλήθος μαρτυρίες και στοιχεία το επιβεβαιώνουν, και που ελάχιστα θύματα ρισκάρουν να καταγγείλουν επώνυμα.
Ο λόγος για τις βίαιες επαναπροωθήσεις (pushbacks), τις παρεμποδίσεις και τις παράνομες απελάσεις, μια απαράδεκτη, «γκανγκστερική» πρακτική, που με περισσότερη ή λιγότερη ένταση ακολουθείται διαχρονικά από τις Αρχές πολλά χρόνια τώρα, αλλά που από πέρσι τον Μάρτιο ειδικά είναι κατά γενική ομολογία πιο επιθετική, σχεδόν επίσημη πολιτική δηλαδή, δίχως να κρατά πια ούτε τα προσχήματα.
Προσχήματα που είχαν εγκαταλειφθεί ήδη με τη συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας το ’16, υπηρετώντας τη λογική της «Ευρώπης-φρούριο», μια συμφωνία που παραμένει σε ισχύ, παρά τις πολλές αντινομίες της και παρότι οι προσφυγικές ροές μειώνονται διαρκώς, με συνέπεια να είναι σαφώς πιο διαχειρίσιμες.
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ, το Συμβούλιο της Ευρώπης, αλληλέγγυοι, πλήθος οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακόμα και μεγάλα διεθνή μίντια έχουν αναδείξει το θέμα και “κάνουν θόρυβο”.Η διογκούμενη κατακραυγή και οι μηνύσεις που κατατέθηκαν ενώπιόν του απασχόλησαν το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτωνκαι υποχρέωσαν την ΕΕ να αναθέσει σε θεσμικά της όργανα να διερευνήσουν κατά πόσο η Frontex είτε συμμετέχει είτε ανέχεται και συγκαλύπτει τέτοια περιστατικά.
Όσο για την Ελλάδα, πέρα από τη σχετική – και αρκετά αμφιλεγόμενη - έρευνα που δημοσίευσε πρόσφατα ο Συνήγορος του Πολίτη, καμία άλλη ενέργεια δεν έχει δρομολογηθεί παρά τις επίμονες αναφορές και τις εκκλήσεις δεκάδων οργανώσεων.
Ανάμεσά τους το ελληνικό τμήμα της Ύπατης Αρμοστείας, το Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες και η Refugee Support Aegean, εκπρόσωποι των οποίων μίλησαν στη LiFO για όλα αυτά, μεταφέροντας και το αίτημα για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου μηχανισμού εποπτείας και ελέγχου τέτοιων περιστατικών αφενός, προστασίας των δικαιωμάτων των αιτούντων άσυλο αφετέρου, τόσο σε εγχώριο όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο εν όψει και του υπό διαβούλευση Ευρωπαϊκού Συμφώνου Μετανάστευσης.
Το «ευτύχημα», μου λένε, είναι ότι πλέον υπάρχει πολύ περισσότερο αξιοποιήσιμο οπτικοακουστικό υλικό από smartphones (βίντεο, φωτογραφίες κ.λπ.), μια δυνατότητα που παλιότερα ήταν τεχνολογικά πιο περιορισμένη. Δηλαδή, υπάρχει πλέον μια πολύ ισχυρότερη τεκμηρίωση, κάτι που εκθέτει ακόμα περισσότερο όσους απορρίπτουν συλλήβδην αυτές τις μαρτυρίες ως ψευδείς, ανυπόστατες ή και σκόπιμες.
Η πιο πρόσφατη καταγγελία για pushback έγινε στις 28/5 από τη νορβηγική ΜΚΟ Aegean Boat Report (ABR), μία από τις πιο δραστήριες στο πεδίο. Μαζί με την εθελοντική πρωτοβουλία Watch The Med Alarm Phone, παρέχουν ενημερωτικές ιστοσελίδες και τηλεφωνικούς αριθμούς με τους οποίους οι πρόσφυγες που βρίσκονται εν πλω μπορούν να επικοινωνήσουν σε περίπτωση ανάγκης, δίνοντας το στίγμα τους.
Οι άνθρωποι που τρέχουν τις εν λόγω οργανώσεις παρακολουθούν στενά και καταγράφουν τα τεκταινόμενα, ειδοποιούν μάλιστα την ελληνική ακτοφυλακή εάν κάποιο σκάφος κινδυνεύει – πρακτικές που οδήγησαν στη στοχοποίηση αυτών και άλλων αλληλέγγυων.
Σύμφωνα με όσα αναφέρονται, βάρκα με 54 άτομα, 37 ενήλικες και 17 παιδιά, έφτασε ξημερώματα εκείνης της ημέρας στην περιοχή της Παναγιούδας Λέσβου. Χωρίστηκαν σε δύο ομάδες και η αστυνομία που ειδοποιήθηκε από κάτοικο εντόπισε αρχικά τη μία και συνέλαβε περίπου 37 άτομα. Κανένα από αυτά, όπως υποστηρίζει η ABR, δεν καταγράφτηκε στα κέντρα υποδοχής, «είναι σαν να εξαφανίστηκαν ως διά μαγείας»! Η δεύτερη ομάδα βγήκε στη δημοσιά και εντοπίστηκε το μεσημέρι. Τα 17 αυτά άτομα, 4 ενήλικες και 13 παιδιά, μεταφέρθηκαν στο στρατόπεδο καραντίνας στο Μαυροβούνι. «Η τύχη των υπόλοιπων 37 ανθρώπων παραμένει άγνωστη, φοβόμαστε όμως ότι απομακρύνθηκαν αναγκαστικά και παράνομα από τη Λέσβο» αναφέρει η ABR, υποστηρίζοντας ότι φωτογραφίες που τραβήχτηκαν μέσα στη βάρκα εν πλω δείχνουν ξεκάθαρα πολύ περισσότερους από 17 επιβάτες.
Η οργάνωση, που διερευνά την υπόθεση, εκδίδει τακτικά αναφορές από το 2018 για τις αφίξεις λέμβων με πρόσφυγες στο Αιγαίο και κάνει λόγο για σωρεία επαναπροωθήσεων με αυξητική τάση. Στην ετήσια έκθεσή της για το ’20 αναφέρει ότι από τα 1.073 πλεούμενα που προσπάθησαν να προσεγγίσουν τα ελληνικά νησιά, τα 324 απωθήθηκαν, κάτι που αντιστοιχεί σε 9.741 ανθρώπους, ενώ για το πρώτο τετράμηνο του ’21 καταγράφονται 129 τέτοια περιστατικά που αφορούν 3.601 ανθρώπους.
Μια άλλη καταγγελία που έλαβε μεγάλη δημοσιότητα αφορά ανάλογο συμβάν που σημειώθηκε πέρσι στη θαλάσσια περιοχή της Λέσβου και το γνωστοποίησε το Watch The Med Alarm Phone. Στις13/6/20 ξημερώματα ειδοποίησε, λέει, την Ελληνική Ακτοφυλακή (όπως και την τουρκική) για την παρουσία σκάφους σε κίνδυνο με 32 μετανάστες/πρόσφυγες, ανάμεσά τους και γυναικόπαιδα. Το σκάφος έπλεε αβοήθητο, χωρίς κουπιά και μηχανή (όπως συχνά καταγγέλλεται ότι συμβαίνει μετά από επεμβάσεις είτε «αγνώστου ταυτότητας» μασκοφόρων ανδρών είτε του ίδιου του Λιμενικού, ώστε να μην μπορέσουν οι επιβαίνοντες να προσεγγίσουν τις ελληνικές ακτές). Νερό και τρόφιμα δεν υπήρχαν, ενώ είχαν σπάσει και τα νερά μιας εγκύου, η οποία αιμορραγούσε.
Καθώς αναφέρεται, όμως, οι Αρχές κινητοποιήθηκαν ύστερα από 15 ολόκληρες ώρες και μόνο αφότου υπήρξε κατακραυγή στο Τwitter και άλλα σόσιαλ μίντια. Με τα πολλά κατέφθασαν κάποια σκάφη του Λιμενικού, τα οποία βιντεοσκοπούσαν τα διαδραματιζόμενα δίχως να επεμβαίνουν –αντίθετα, παρεμπόδιζαν τη βάρκα να πλησιάσει–, όπως έκαναν και αντίστοιχα τουρκικά, κάνοντάς την μπαλάκι. Η διάσωση, τελικά, έγινε το βράδυ της επομένης και αφού η βάρκα είχε προσεγγίσει την ακτή, με τους επιβαίνοντες να κωπηλατούν με τα χέρια τους. Σαν να μην έφταναν αυτά, κάτοικοι της Πέτρας, όπου αποβιβάστηκαν, φέρονται να αποδοκίμασαν τόσο τους πρόσφυγες όσο και τους λιμενικούς που τους περιμάζεψαν!
Το Ελληνικό Παρατηρητήριο Συμφωνιών του Ελσίνκι (ΕΠΣΕ) κατέθεσε στις 14/4/20 μήνυση για την υπόθεση αυτή στο Ναυτοδικείο Πειραιά η οποία όμως, όπως και άλλες αντίστοιχες κατέληξαν στο αρχείο ως αβάσιμες. Σύμφωνα με τον εκπρόσωπό του Παναγιώτη Δημητρά, το ΕΠΣΕ έχει καταγράψει μέχρι στιγμής 147 περιστατικά παράνομης, βίαιης, ρατσιστικής επαναπροώθησης ή απέλασης μόνο την περίοδο Μαρτίου – Δεκεμβρίου 2020, με θύματα πάνω από 7000 πρόσφυγες. Η μηνυτήρια αναφορά που συνέταξε αποστάλθηκε στις 12/5 από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου σε 15 Εισαγγελίες Πρωτοδικών της επικράτειας για τη διερεύνησή τους. ΕΠΣΕ,Front-Lex και Progress Lawyers Network προσέφυγαν τον Μάιο στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) κατά τηςFrontex εκπροσωπώντας μια γυναίκα πρόσφυγα κι έναν ασυνόδευτο ανήλικο που οι ελληνικές αρχές επαναπροώθησανστην Τουρκία –τρεις φορές τον τελευταίο χρόνο τη γυναίκα και δύο τον ανήλικο.
Προσφυγή εναντίον του ελληνικού κράτους κατέθεσε, επιπλέον, τον Απρίλιο στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) και το Νομικό Κέντρο Λέσβου με αφορμή υπόθεση βίαιης επαναπροώθησης που συνέβη τον Οκτώβριο του ‘20 στο Λιβυκό πέλαγος. Σύμφωνα με αυτή, μικρό αλιευτικό σκάφος που μετέφερε κάπου 200 πρόσφυγες από την Τουρκία, ανάμεσά τους 40 παιδιά,συνάντησε κακοκαιρία ανοικτά της Κρήτης και ζήτησε βοήθεια από τις ελληνικές αρχές. Αρχικά εμφανίστηκαν δύο περιπολικά του λιμενικού που ακινητοποίησαν το σκάφος και ακολούθως δύο ταχύπλοα με μασκοφόρους οι οποίοι αφού κατέσχεσαν κινητά, χρήματα και διαβατήρια επιβίβασαν βίαια τους πρόσφυγες – κάποιοι δήλωσαν ότι ξυλοκοπήθηκαν κιόλας - σε μικρότερες λέμβους τις οποίες εγκατέλειψαν στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Ο Guardian που αναδημοσίευσε την είδηση χαρακτήρισε το συμβάν “σοκαριστικό” ενώ η οργάνωση μίλησε για “συγκλονιστικό επίπεδο βίας”.
Το τουλάχιστον ντροπιαστικό για τα υψηλόφρονα ήθη και τις αξίες του ευρωπαϊκού πολιτισμού ζήτημα των επαναπροωθήσεων έχουν προβάλει επανειλημμένα και άλλα μεγάλα διεθνή μέσα («New York Times», «Der Spiegel», «Deutsche Welle», «Le Monde», «Al Jazeera» κ.ά.), όπως και κάποια πιο ευαίσθητα εγχώρια. Εννοείται ότι καμία ελληνική κυβέρνηση, υπηρεσία ή Aρχή δεν έχει παραδεχτεί ότι μετέρχεται τέτοιες μεθόδους αποτροπής, καθώς οι επαναπροωθήσεις απαγορεύονται ρητά από τη Σύμβαση της Γενεύης και μια επίσημη υιοθέτησή τους θα εξέθετε τη χώρα διεθνώς, επισύροντας και νομικές συνέπειες.
Όποτε, μάλιστα, οι εκάστοτε αρμόδιοι στριμωχτούν, ζητάνε και τα ρέστα. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ερωτώμενος για τις επαναπροωθήσεις σε συνέντευξη που είχε δώσει στο CNN, δήλωσε κατηγορηματικά ότι «όχι, δεν συμβαίνει τίποτα τέτοιο… είμαστε θύματα μιας εκτεταμένης εκστρατείας παραπληροφόρησης».
Τον περασμένο Οκτώβριο, πάντως, 29 οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων ζήτησαν με ανοιχτή επιστολή τους από την ελληνική Βουλή κατεπείγουσα έρευνα γι' αυτό το «τίποτα». Το οποίο μεταφράζεται σε μαζικές απελάσεις και επαναπροωθήσεις σε Έβρο και Αιγαίο, συχνά με τη χρήση βίας, «οι οποίες γίνονται από τα ελληνικά σώματα επιβολής του νόμου ή μη ταυτοποιημένους μασκοφόρους που φαίνεται να ενεργούν σε συνεργασία με τις ελληνικές συνοριακές δυνάμεις».
Η επιστολή αναφέρει εγκατάλειψη ανθρώπων στη θάλασσα σε φουσκωτά χωρίς μηχανή, αναχαιτίσεις και αχρηστεύσεις πλεούμενων ή ρυμούλκησή τους πίσω στα τουρκικά χωρικά ύδατα. Οι καταγγελίες αυτές απασχόλησαν και τον Συνήγορο του Πολίτη, ο οποίος στις 28 Απριλίου δημοσιοποίησε την ενδιάμεση έκθεσή του για παράνομες επαναπροωθήσεις αλλοδαπών στον Έβρο, που αφορούσαν καταρχάς τουρκικής υπηκοότητας φυγάδες μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα κατά του Ερντογάν.
Η εν λόγω έκθεση που γνωστοποιήθηκε στον υπουργό Προ.Πο. και στον Αρχηγό της ΕΛ.ΑΣ. καταγράφει συνοπτικά την πορεία της έρευνας, που αυτεπαγγέλτως ξεκίνησε ο ΣτΠ τον Ιούνιο του 2017 και έφτασε μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020, και προβαίνει σε προτάσεις για τη θωράκιση της νομιμότητας, την ενίσχυση της διαφάνειας και τον πλήρη σεβασμό στις αρχές του κράτους δικαίου.
Παραδέχεται, εντούτοις, ότι δεν διαθέτει από τη νομοθεσία τα «απαραίτητα θεσμικά εργαλεία και τα μέσα για να διερευνήσει αποτελεσματικά και με πληρότητα τα ίδια τα πραγματικά περιστατικά», ενώ δεν φάνηκε να ανησυχεί με τις αρνητικές (και ατεκμηρίωτες) απαντήσεις-καρμπόν που έλαβε από την Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης, την Υπηρεσία Ασύλου και την ΕΛ.ΑΣ.
Αναφορικά με το ανατολικό Αιγαίο, που αποτελεί πλέον το κύριο προσφυγικό-μεταναστευτικό πέρασμα, η Refugee Support Aegean έχει αναρτήσει στην ιστοσελίδα της (rsaegean.org) ένα πολύ κατατοπιστικό χρονοδιάγραμμα που αφορά τόσο τις κυριότερες αναφορές επαναπροωθήσεων και άλλων παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όσο και (σε άλλη ενότητα) τις αρνητικές, εξυπακούεται, απαντήσεις των ελληνικών Αρχών σε αυτές τις καταγγελίες για το διάστημα από τον Μάρτιο του 2020 μέχρι σήμερα – αν διαβάσεις μία, είναι σαν να τις έχεις διαβάσει όλες.
Στα περιστατικά αυτά, εκτός από τα ελληνικά σώματα ασφαλείας, φέρεται να εμπλέκεται και η Frontex, για την οποία είναι σε εξέλιξη έρευνα της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF).Οι αντιδράσεις σε αυτές τις παράνομες κρατικές πρακτικές μετατρέπονται πλέον σε τσουνάμι. Την έντονη ανησυχία της για την αυξανόμενη συχνότητα των περιστατικών άτυπων απελάσεων και αναγκαστικών επιστροφών προσφύγων και αιτούντων άσυλο στην Ευρώπη έχει εκφράσει και η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR).
Η βοηθός Ύπατη Αρμοστής σε θέματα Προστασίας, Τζίλιαν Τριγκς, έχει επισημάνει ότι ο οργανισμός «λαμβάνει μεγάλο όγκο αναφορών ότι ορισμένα ευρωπαϊκά κράτη περιορίζουν την πρόσβαση στο άσυλο, επιστρέφουν ανθρώπους, αφού έχουν φτάσει στο έδαφος ή στα χωρικά τους ύδατα, και κάνουν χρήση βίας εναντίον τους στα σύνορα».
Δεν κατονομάζει συγκεκριμένες χώρες αλλά χαρακτηρίζει ευθέως παράνομες τις άτυπες επιστροφές ή επαναπροωθήσεις, καλώντας τόσο την Ε.Ε. όσο και την Ελλάδα να ερευνήσουν τις «πολλαπλές καταγγελίες» και να λάβουν μέτρα: «Η Σύμβαση της Γενεύης του 1951 για το Kαθεστώς των Προσφύγων, η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και το Δίκαιο της Ε.Ε. υπαγορεύουν στα κράτη την προστασία του δικαιώματος των ανθρώπων να ζητούν άσυλο ακόμα και εάν έχουν εισέλθει παράτυπα... το να ζητά κανείς άσυλο είναι θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα».
Όπως μάλιστα σημειώνει, «οι αριθμοί των αφίξεων στην Ε.Ε. ακολουθούν φθίνουσα τάση τα τελευταία χρόνια, ακόμα και πριν από την επέλαση του Covid. Ο αριθμός των ανθρώπων που έφτασαν μέσω θάλασσας και ξηράς (95.000 άτομα) μειώθηκε κατά 23% συγκριτικά με το 2019 (123.700 άτομα) και κατά 33% αναφορικά με το 2018 (141.500 άτομα). Με τόσο λίγες αφίξεις δεν δικαιολογείται το θέμα του ασύλου να εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο πολιτικοποίησης και διχασμού».
Eξάλλου, σύμφωνα με τη Mireille Girard, εκπρόσωπο της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ στην Ελλάδα, από τον Ιανουάριο του ‘20 μέχρι φέτος τον Μάρτιο κατέγραψε 300 περιπτώσεις αναφερόμενων ανεπιθύμητων ενεργειών και διαβίβασε πληροφορίες που κατάφερε να επαληθεύσει στις ελληνικές Αρχές, ώστε να διεξάγουν επίσημες έρευνες.
«Ζητάμε τη σύσταση ανεξάρτητων εθνικών μηχανισμών επιτήρησης από τα ευρωπαϊκά κράτη για τη διασφάλιση της πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου, πρόταση που υπάρχει και στο προσχέδιο του υπό συζήτηση Ευρωπαϊκού Συμφώνου Μετανάστευσης. Διότι ναι μεν κάθε κράτος δικαιούται να διασφαλίζει τα σύνορά του, ταυτόχρονα όμως οφείλει να σέβεται τα δικαιώματα των ανθρώπων που αναζητούν διεθνή προστασία», υπογραμμίζει.
Το θέμα, βέβαια, δεν είναι μόνο ελληνικό. Η πρωτοβουλία Prab (Protecting Rights at Borders) έχει καταγράψει τον τελευταίο καιρό 2.162 υποθέσεις παράνομων επαναπροωθήσεων σε Ιταλία, Ελλάδα, Σερβία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βόρεια Μακεδονία και Ουγγαρία, που πραγματοποιήθηκαν «βάσει διμερών συμφωνιών μεταξύ των χωρών». Ρεπορτάζ της «Guardian» αποκάλυπτε ότι τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. έδιωξαν παράνομα τουλάχιστον 40.000 αιτούντες άσυλο στη διάρκεια της πανδημίας, με μεθόδους που συνδέονται με τον θάνατο περισσότερων από 2.000 ανθρώπων.
Κατά την Prab, «πάνω από το 1/3 των επαναπροωθήσεων συνοδευόταν από παραβιάσεις δικαιωμάτων εκ μέρους των Αρχών (άρνηση πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου, σωματική κακοποίηση, επίθεση, κλοπή, εκβιασμός και καταστροφή προσωπικών εγγράφων). Μιλώντας για την Ελλάδα, επιτόπιες εκθέσεις και τα δεδομένα από βασικούς πληροφοριοδότες δείχνουν ότι «4.000 άτομα ενδέχεται να έχουν υποστεί επιστροφές κατά τους πρώτους τρεις μήνες του 2021».
Η έκθεση αυτή δημοσιεύτηκε τον Μάιο, ενόσω το Συμβούλιο της Ευρώπης καλούσε την Αθήνα να τερματίσει τις επαναπροωθήσεις προσφύγων, με την επίτροπο Μιγιάτοβιτς να εκφράζει «βαθιά ανησυχία». Ήδη από τον Μάρτιο και μετά την έκθεση-καταπέλτη του Συμβουλίου της Ευρώπης για τις συνθήκες διαβίωσης στα προσφυγικά camps, τις συστηματικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις επαναπροωθήσεις, το Ευρωκοινοβούλιο ερευνά το κατά πόσο η Frontex προβαίνει ή συνεργάζεται με τις τοπικές Αρχές σε τέτοιες ενέργειες, ή τις συγκαλύπτει.
Η επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων της Ε.Ε., Ίλβα Γιόχανσον, κάλεσε τη Frontex να ξεκαθαρίσει τη θέση της, ενώ ασκούνται πιέσεις στον Φαμπρίς Λετζέρι, διευθυντή της υπηρεσίας, να παραιτηθεί ύστερα και από τα ενοχοποιητικά στοιχεία που προέκυψαν στην αλληλογραφία του με κοινοτικούς θεσμούς και συνοριακές Αρχές. Ήταν η σοβαρότερη μέχρι τώρα κρίση στις σχέσεις Κομισιόν-Frontex και άλλο ένα μελανό σημάδι στη μεταναστευτική της πολιτική.
Παρά ταύτα, η κ. Γιόχανσον, ευρισκόμενη τον Μάιο στο Διεθνές Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, δήλωνε «περήφανη» για το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου, υπενθυμίζοντας ότι η ευρωτουρκική συμφωνία για το προσφυγικό παραμένει σε ισχύ. Όπερ σημαίνει ότι κάποιοι στα υψηλά «ευρωκλιμάκια» τη βρίσκουν επιτυχημένη, παρότι μοιάζει να μπάζει από παντού.
Υπάρχουν, επιπλέον, καταγγελίες από την ευρωομάδα της αριστεράς που συμμετέχει στην Ομάδα Εργασίας του Ευρωκοινοβουλίου για τον Έλεγχο της Frontex (FSWG) ότι κομβικοί μάρτυρες εμποδίστηκαν να καταθέσουν – η Επιτροπή συστάθηκε τον Μάρτιο και το πόρισμα αναμένεται μέσα στο καλοκαίρι. Τον περασμένο μήνα, πάλι, η Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ευρωκοινοβουλίου κάλεσε τις ελληνικές Αρχές να διερευνήσουν τις καταγγελίες για επαναπροωθήσεις, κακομεταχείριση προσφύγων και παρεμπόδιση του έργου ελληνικών και ξένων ΜΚΟ.
«Το φαινόμενο των επαναπροωθήσεων δεν είναι καινούργιο, όμως από τον Μάρτιο του ‘20 παρουσιάζει έξαρση και εφαρμόζεται πια ως συστηματική πολιτική από τις ελληνικές Αρχές. Πρόκειται για μια πρακτική που ισχύει γενικότερα στα Βαλκάνια από το ’16, οπότε υπογράφτηκε η συμφωνία Ε.Ε.-Τουρκίας για το προσφυγικό» λέει ο Βασίλης Παπαδόπουλος, πρόεδρος του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες (ΕΣΠ).
«Το Συμβούλιο δεν έχει αναφορές για ενεργητική συμμετοχή δυνάμεων της Frontex, φαίνεται όμως πως υπάρχει ανοχή και συγκάλυψη» συνεχίζει. «Οι εν λόγω αναφορές αφορούν τόσο τον Έβρο όσο και τα νησιά. Στη Λέσβο υπάρχει, μεταξύ άλλων, μια σοβαρή καταγγελία για επαναπροώθηση προσφύγων που τους πήραν μέσα από δομή φιλοξενίας – πρόκειται για την «υπόθεση Μεγάλων Θέρμων», όπου 13 Αφγανοί πρόσφυγες ισχυρίστηκαν ότι λίγο μετά την άφιξή τους εκεί τους οδήγησαν με τη βία στο λιμάνι και τους υποχρέωσαν να επιβιβαστούν σε φουσκωτή λέμβο, η οποία εγκαταλείφθηκε μεσοπέλαγα, για να τη βρει το τουρκικό λιμενικό.
«Ανησυχητική είναι για εμάς και η στάση της Ε.Ε., η οποία πρόσφατα συνεχάρη την ελληνική κυβέρνηση για την αποτελεσματική προστασία των συνόρων, που επέφερε μείωση των προσφυγικών ροών, κάτι που σημαίνει ότι η Ε.Ε. ανέχεται και επικροτεί αυτή την πολιτική. Όμως δεν πρόκειται μόνο για νομικές παραβιάσεις, εδώ έχουμε πρακτικές που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο ανθρώπινες ζωές» υπογραμμίζει.
Και οι περιπτώσεις διάσωσης προσφύγων από το ελληνικό Λιμενικό; «Ναι, σαφώς υπάρχουν κι αυτές, όμως αυτό θα έπρεπε να είναι η κανονικότητα, κάτι που προφανώς δεν συμβαίνει – σε κάθε υπηρεσία, άλλωστε, υπάρχουν οι καλοί και οι κακοί, οι περισσότερο και οι λιγότερο ευσυνείδητοι!».
Δυστυχώς, λέει, δεν υπάρχει κανένας έλεγχος πέρα από τη διαδικασία που τρέχει στο Ευρωκοινοβούλιο ούτε κάποια αντίδραση από επίσημους ελληνικούς ή ευρωπαϊκούς θεσμικούς φορείς στις καταγγελίες, πέραν κάποιων δηλώσεων της αρμόδιας επιτρόπου και της έρευνας που ξεκίνησε ο Συνήγορος του Πολίτη το '17 ύστερα και από καταγγελίες του ΕΣΠ για επαναπροωθήσεις στον Έβρο, «μια έρευνα που είχε όμως πολλές ελλείψεις». Συν, βεβαίως, η μηνυτήρια αναφορά του ΕΠΣΕ που απέστειλε τον Μάιο ο Άρειος Πάγος σε 15 Εισαγγελίες Πρωτοδικών.
Οι ίδιοι οι πρόσφυγες διστάζουν ευλόγως να προβούν σε επώνυμες καταγγελίες για επαναπροώθηση. Ελάχιστες τέτοιες υπάρχουν κι αυτές συνήθως με μικρά ή συμβατικά ονόματα. Μια τέτοια μαρτυρία ήταν αυτή μιας Παλαιστίνιας μητέρας με τρία ανήλικα παιδιά που, όπως δήλωσε στην ίδια εφημερίδα, ήταν οι μόνοι που δεν επαναπροωθήθηκαν από μια βάρκα με συνολικά 31 πρόσφυγες που έφτασε τον Απρίλιο στον Μαραθόκαμπο της Σάμου.
Μια τετραμελής οικογένεια Αφγανών προσφύγων που αφίχθηκε την ίδια εποχή στη Λέσβο στάθηκε, κατά την «Guardian», λιγότερο τυχερή – μασκοφόροι τούς επιβίβασαν με τη βία σε ένα βαν, τους οδήγησαν πίσω στην ακτή και τους επιβίβασαν σε μια λέμβο που εγκαταλείφθηκε στην ανοιχτή θάλασσα.
Ένα άλλο περιστατικό που κατέγραψε η ABR και έλαβε διεθνή δημοσιότητα αφορούσε ολιγωρία και εγκληματική εγκατάλειψη από την ελληνική ακτοφυλακή ναυαγών προσφύγων που είχαν καταφέρει να βγουν στο ακρωτήριο Πράσο της Σάμου πέρσι τον Νοέμβριο.
Αυτή η πρακτική, που συχνά εφαρμόζεται όταν πρόκειται να ακολουθήσει επαναπροώθηση, φέρεται να είχε συνέπεια τον πνιγμό ενός 6χρονου αγοριού και μιας εγκύου. Ο Αφγανός πατέρας του άτυχου παιδιού, που είναι αναγνωρισμένος πρόσφυγας και σήμερα βρίσκεται στην Αθήνα, κατέθεσε μήνυση στην ελληνική Ακτοφυλακή, μέσω του Σαμιώτη δικηγόρου του Δημήτρη Χούλη, για παράλειψη οφειλόμενης βοήθειας. Είναι η πρώτη υπόθεση αυτού του είδους στην Ευρώπη στην οποία οι ελληνικές Αρχές απάντησαν «αντιμηνύοντας» τον 25χρονο Αφγανό για έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο που προκάλεσε τον θάνατό του!
Στη Σάμο καταγγέλθηκε πρόσφατα (16/5) άλλη μια παράνομη επαναπροώθηση, με ελληνικό ναυαγοσωστικό να φέρεται ότι εγκατέλειψε στα ανοιχτά λέμβο με 32 άτομα που είχαν αποβιβαστεί νωρίτερα στο νησί. Τους περισυνέλεξε η τουρκική ακτοφυλακή που ανάρτησε και σχετικό βίντεο στην ιστοσελίδα της.
Ο κ. Χούλης έχει, μου λέει, απειληθεί από τις Αρχές με σχηματισμό δικογραφίας εναντίον του εξαιτίας του αυξημένου ενδιαφέροντός του για το προσφυγικό και τις «ύποπτες» βόλτες με το αυτοκίνητό του στο Ηραίον και άλλα σημεία όπου συνήθως προσορμίζονται βάρκες με πρόσφυγες.
Το «ευτύχημα», μου λένε, είναι ότι πλέον υπάρχει πολύ περισσότερο αξιοποιήσιμο οπτικοακουστικό υλικό από smartphones (βίντεο, φωτογραφίες κ.λπ.), μια δυνατότητα που παλιότερα ήταν τεχνολογικά πιο περιορισμένη. Δηλαδή υπάρχει πλέον μια πολύ ισχυρότερη τεκμηρίωση, κάτι που εκθέτει ακόμα περισσότερο όσους απορρίπτουν συλλήβδην αυτές τις μαρτυρίες ως ψευδείς, ανυπόστατες ή και σκόπιμες.
«Η υπόθεση με τις επαναπροωθήσεις είναι πολύ παλιά, συμβαίνει τουλάχιστον από το 2001 που ασχολούμαι με το αντικείμενο, απλώς δεν είχε πάρει τέτοια έκταση. Το ’15 με τη μεγάλη προσφυγική κρίση υπήρξε ύφεση, οι αποτροπές στο Αιγαίο προσωρινά σταμάτησαν, γιατί θα θρηνούσαμε πολλά θύματα και το πολιτικό κόστος θα ήταν μεγάλο.
Αφότου όμως ανέλαβε η παρούσα κυβέρνηση, αλλάξαμε πίστα κυριολεκτικά: οι αποτροπές και οι επαναπροωθήσεις εντάθηκαν και συστηματοποιήθηκαν, χαρακτηριστικό είναι δε ότι, ενώ παλιότερα χρησιμοποιούνταν ο όρος “ασφαλής αποτροπή”, ό,τι κι αν σήμαινε αυτό, πλέον γίνεται λόγος για ενεργή αποτροπή, ένας σαφώς πιο επιθετικός όρος» λέει η Νατάσα Στραχίνη, νομική σύμβουλος της Refugee Support Aegean. «Φυσικά, κανείς Έλληνας αρμόδιος δεν το παραδέχεται, όσο για την έρευνα της επιτροπής που συνέστησε η Κομισιόν για τις ευθύνες της Frontex, η αλήθεια είναι ότι δεν περιμένουμε και πολλά».
Γεγονός είναι, όπως μας λέει, ότι πλέον οι επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο δεν περιορίζονται στη θάλασσα. «Έχουμε πλέον πολλές περιπτώσεις όπου η βάρκα έχει φτάσει ήδη σε κάποιο νησί, οι άνθρωποι που βρίσκονταν μέσα σε αυτήν έχουν αποβιβαστεί, αλλά τους συλλαμβάνουν, τους βάζουν σε λέμβους και τους εγκαταλείπουν μεσοπέλαγα...
Στον Έβρο η πρακτική αυτή δεν σταμάτησε ουσιαστικά ποτέ, για τα νησιά όμως είναι καινοφανής. Υπάρχουν επίσης μαρτυρίες για “απαγωγές” ακόμα και μέσα από κέντρα υποδοχής, όπως η υπόθεση με τους 13 πρόσφυγες στο στρατόπεδο καραντίνας στα Μεγάλα Θέρμα της Λέσβου τον Φεβρουάριο. Ακόμα και στη Θεσσαλονίκη είχαμε αναφορά για ένα βανάκι που κυκλοφορεί στην πόλη, αναζητώντας νεοφερμένους πρόσφυγες» – ας σημειωθεί ότι έχουν δημοσιοποιηθεί αρκετές καταγγελίες για αστυνομικές «επιδρομές» που κατέληξαν σε παράνομες επαναπροωθήσεις στο παρακείμενο καμπ των Διαβατών.
Αυτό που λείπει, όπως επισημαίνει κι εκείνη, είναι ένας ανεξάρτητος οργανισμός εποπτείας. «Ο ΣτΠ έχει μεν έναν γενικότερο ρόλο, χρειάζεται όμως κάτι πιο συγκεκριμένο… θα μας ενδιέφερε ως δικηγόρους να βρούμε κάποια τέτοια επώνυμα περιστατικά, ώστε να προχωρήσουμε σε αγωγές κατά παντός υπευθύνου, απευθυνόμενοι ακόμα και σε ευρωπαϊκά όργανα, όμως τα περισσότερα θύματα αποτρεπτικών ενεργειών θέλουν να προσπαθήσουν ξανά –ορισμένοι το έχουν επιχειρήσει επανειλημμένα–, οπότε δυσκολεύονται να μιλήσουν επώνυμα, εφόσον αυτό μπορεί να επηρεάσει την αίτηση ασύλου τους, συν ότι το καθεστώς διαμονής τους στην Τουρκία είναι εξαιρετικά αβέβαιο.
Δεν λείπουν, μάλιστα, περιπτώσεις ευθειών απειλών για απέλαση σε όποιον πρόσφυγα τολμήσει να μιλήσει γι’ αυτά. Ενώ, λοιπόν, υπάρχουν αρκετές καταγραφές περιστατικών, δεν διαθέτουμε αρκετούς επώνυμους μάρτυρες ώστε να προβούμε στις απαραίτητες νομικές ενέργειες. Ταυτόχρονα, αντιμετωπίζουμε την πιθανότητα να κατηγορήσουν εμάς οι Αρχές ότι κάνουμε από υπόθαλψη και διακίνηση μέχρι κατασκοπεία, όπως συνέβη πέρσι με κάποιες ΜΚΟ – δεν δόθηκε ποτέ συνέχεια σε αυτό διότι ήταν βέβαια αβάσιμο, όμως η απειλή παραμένει. Ακόμα κι αν χρειαστεί να συντρέξουμε μια έγκυο πρόσφυγα π.χ., θα πρέπει να δώσουμε εξηγήσεις, αν μας δουν!».
Με δεδομένο ότι αυτές οι παράνομες πρακτικές ακολουθούνται επί σειρά ετών και ανεξαρτήτως κυβέρνησης –μόνο η ένταση διαφέρει», αναρωτιέται κανείς αν υπάρχει μια τύπου διακομματική συμφωνία ή κάποιος μηχανισμός στα σώματα ασφαλείας και τα αρμόδια υπουργεία που δρα ανεξάρτητα. Οι συνομιλητές μου δεν μπορούν να επιβεβαιώσουν κάτι τέτοιο, είναι όμως μια εντύπωση που υπάρχει διάχυτη.
«Γεγονός είναι ότι τα σώματα ασφαλείας έχουν πια... απασφαλίσει. Από πέρσι τον Μάρτιο και με πρόσχημα τα γεγονότα τότε στον Έβρο και την εργαλειοποίηση των προσφύγων από τον Ερντογάν, δεν τηρούν ούτε τα προσχήματα» λέει η κ. Στραχίνη, που μιλά επίσης για ευρωπαϊκή υποκρισία, καθώς «τόσο οι θεσμοί όσο και η Frontex δεν γίνεται να μη γνωρίζουν τι συμβαίνει. Ακόμα κι αν δεν ενθαρρύνουν τέτοιες πρακτικές, σίγουρα τις ανέχονται, περιοριζόμενοι να καλούν την Ελλάδα να σεβαστεί τα ανθρώπινα δικαιώματα. Υπάρχουν, φυσικά, και στην Ευρώπη φωνές που λένε ότι η κατάσταση αυτή πρέπει να αλλάξει, να δημιουργηθούν μηχανισμοί εποπτείας κ.λπ., όμως οι διαδικασίες είναι πολύ αργόσυρτες».