—Γιατί το δυστύχημα στα Τέμπτη στοιχειώνει ακόμα την οδική μας κουλτούρα;
Το γεγονός ότι ένας από τους επιζήσαντες έθεσε τέλος στη ζωή του, αποδεικνύει το πλέγμα των λανθασμένων χειρισμών σε μία από τις πιο τραγικές υποθέσεις θανατηφόρων τροχαίων στη χώρα. Πρακτικά, τα θύματα δεν δικαιώθηκαν ποτέ, η υπόθεση έμεινε για καιρό στην επικαιρότητα, όμως, για όλους τους λάθος λόγους και απ’ ό,τι πιστοποιούν μαρτυρίες και γεγονότα μέχρι και το χθεσινό, ποτέ δεν υπήρξε ορθή διαχείριση του τραύματος των ανήλικων θυμάτων που επέζησαν του δυστυχήματος.
—Τι εννοούμε όταν λέμε δεν δικαιώθηκαν ποτέ τα θύματα και οι συγγενείς τους;
Κατ’ αρχάς για να ξεκινήσει η ακροαματική διαδικασία χρειάστηκε να περάσουν 5 ολόκληρα χρόνια. Το θέμα έφυγε από την επικαιρότητα και όταν επανήλθε, τίποτα δεν ήταν το ίδιο. Με το πέρας της διαδικασίας, που διήρκεσε 7 χρόνια (!) ο οδηγός του σχολικού λεωφορείου αθωώθηκε, ο οδηγός της νταλίκας καταδικάστηκε σε 15 χρόνια κάθειρξης, ενώ οι ιδιοκτήτες του οχήματος και του εργοστασίου νοβοπάν καταδικάστηκαν από 4 έως 14 χρόνια. Η εταιρεία κατέβαλε –τότε- 8,5 εκ. ευρώ στις οικογένειες των 21 θυμάτων...
Όμως, η αδικαιολόγητη καθυστέρηση δεν ήταν το μόνο που είχαν να αντιμετωπίσουν οι οικογένειες των παιδιών που χάθηκαν με τόσο τραγικό τρόπο.
—Υπήρχε κίνδυνος παραγραφής εξαιτίας των αναβολών ή κάτι περισσότερο;
Αν ανατρέξει κανείς στα πρακτικά της εποχής, αλλά και στις δηλώσεις δικηγόρων που εκπροσωπούσαν τις οικογένειες των ανήλικων θυμάτων, οι γονείς πέρα από το πένθος τους είχαν να αντιμετωπίσουν τόσο τις αναβολές όσο και τον κίνδυνο παραγραφής αδικημάτων που οδήγησαν τελικά στο τροχαίο, αλλά και να τρέχουν για να εντοπίσουν στοιχεία, να ανησυχούν για τις πραγματογνωμοσύνες και για γραφειοκρατία που κλήθηκαν ξαφνικά –και εν μέσω οδύνης- να αντιμετωπίσουν. Για παράδειγμα, στην υπόθεση πλαστού εγγράφου που αφορούσε την κυκλοφορία και τον πραγματικό αριθμό του οχήματος, χρειάστηκε να δοθεί μάχη και να γίνουν έρευνες που έφτασαν μέχρι τη Γερμανία από τους γονείς που προσπαθούσαν να αποδείξουν ότι το λεωφορείο ΚΤΕΛ στο οποίο επέβαιναν εκείνη τη μέρα τα παιδιά τους, έπρεπε να έχει αποσυρθεί από τους δρόμους πριν από χρόνια.
—Ποιο το μερίδιο ευθύνης του Τύπου σε όλη αυτή την ιστορία;
Μεγάλο. Βρισκόμαστε στο 2003. Από τους χειρισμούς της υπόθεσης Γκινάκη –άλλη θλιβερή σελίδα στην ιστορία των ελληνικών ΜΜΕ- μας χωρίζουν μόνο 5 χρόνια τότε, όμως, αναφορικά με τη διαχείριση, τη διακριτικότητα και τον τρόπο κάλυψης του θανατηφόρου τροχαίου, δεν μαθαίνουμε τίποτα. Μπορεί η διαδικτυακή ενημέρωση να βρίσκεται ακόμη στα σπάργανα και social media να μην υπάρχουν, τουλάχιστον όχι στην έκταση που τα γνωρίζουμε τώρα, όμως, οι εικόνες και οι ανταποκρίσεις που καταφθάνουν τότε από τα Τέμπη πλημμυρίζουν τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και τους πρώτους μαραθώνιους δελτίων ειδήσεων, ανακυκλώνοντας τον κύκλο του αίματος που είχε ανοίξει στην κοιλάδα.
—Πώς αντέδρασαν δημοσιογράφοι και ΜΜΕ της εποχής;
Απλώς ας αναφερθεί ότι ο τότε δήμαρχος είχε απευθύνει έκκληση τόσο προς το ΕΣΡ, όσο και προς τις δημοσιογραφικές ενώσεις της χώρας να σεβαστούν τον απέραντο πόνο των οικογενειών που περίμεναν τα παιδιά τους να επιστρέψουν από χαρά και βρέθηκαν αντιμέτωπες με το αβάσταχτο. Παρ’ όλα αυτά τις μέρες που θα ακολουθούσαν τα πρωτοσέλιδα μεγάλων αθηναϊκών εφημερίδων θα προτιμούσαν τίτλους όπως «Γιατί, Θεέ μου», «Θρήνος για τα 21 αγγελούδια», «Είναι άδικο...» και ούτω καθεξής. Είναι η εποχή του άκρατου συναισθηματισμού της ελληνικής δημοσιογραφίας που μοιάζει να μην αντιλαμβάνεται το πραγματικό ζητούμενο: την ανάγκη να δοθούν απαντήσεις γι’ αυτό το θανατηφόρο τροχαίο και όχι να πειστεί ο αναγνώστης μέσω σπαραξικάρδιων τίτλων, να αγοράσει το φύλλο. Έτσι κι αλλιώς, το άκουσμα της είδησης των 21 νεκρών παιδιών ήταν αρκετό για να λυγίσουν και οι πιο μετριοπαθείς.
Την ίδια στιγμή και ενώ συνέβαινε αυτό, έμεναν πίσω άλλες πιο επείγουσες υπηρεσίες που έπρεπε να προσφερθούν στις οικογένειες που έμεναν πίσω, βυθισμένες στο πένθος.
—Δηλαδή;
Ψυχολογική υποστήριξη στους επιζήσαντες, αλλά και στους γονείς των ανήλικων θυμάτων που χάθηκαν. Αυτή υπήρξε το πρώτο διάστημα, όμως, απ’ ό,τι φαίνεται και δε στάθηκε αρκετή και ενδεχομένως εκείνη την εποχή δεν είμασταν τόσο ευαισθητοποιημένοι αναφορικά με τη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων. Μαρτυρίες λένε ότι κάποιες από αυτές τις οικογένειες δεν συντήρησαν δεσμούς, πάλεψαν μόνες να αντιμετωπίσουν το ανυπολόγιστου βάθους ψυχολογικό τραύμα που προκλήθηκε στην περιοχή, επιχειρήσεις έκλεισαν και οι συγγενείς των παιδιών που χάθηκαν επί της ουσίας έμειναν αβοήθητοι ως προς τη διαχείριση του φορτίου που το πένθος τους επέβαλε. Όπως έχει ήδη γίνει γνωστό, ένα από τα παιδιά που επέζησαν αποφάσισε να αφιερώσει τη ζωή του στον Θεό, μετά το τραγικό δυστύχημα. Ο λόγος για τον Μακάριο Λιακόπουλο. Ο νεαρός άντρας χειροτονήθηκε το 2017 από τον Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας σε κλίμα κατάνυξης.
—Ήταν αυτό το πιο σοβαρό τροχαίο στη σύγχρονη ελληνική ιστορία;
Όχι. Στο Πολύκαστρο του Κιλκίς το 1979 βρήκαν τραγικό θάνατο 26 άτομα σε σύγκρουση τουριστικού λεωφορείου με βυτιοφόρο. Όμως, η τραγωδία της Κοιλάδας των Τεμπών ήταν αυτή με τα περισσότερα ανήλικα θύματα –όλα τους παιδιά 15 και 16 χρονών- και αυτή που άλλαξε τη νομοθεσία, αναφορικά με τα πολύνεκρα τροχαία, την κυκλοφορία βαρέων και ρυμουλκούμενων οχημάτων και τις ώρες και ημέρες κυκλοφορίας τους.