Το πόρισμα του ανακριτή για την τραγωδία στο Μάτι αναφέρεται σε κακουργηματικές πράξεις και στα λάθη που έγιναν την μοιραία μέρα.
«Ελικόπτερα που προσγειώθηκαν σε κλειστό αεροδρόμιο με αποτέλεσμα να μη μπορούν να απογειωθούν για να συνδράμουν στην ανατολική Αττική, αεροσκάφη που αντί να κινηθούν προς την ανατολική Αττική έπαιρναν εντολές για εκτροπή της πορείας τους προς μη απειλητικές φωτιές, πυροσβεστικές δυνάμεις που κινητοποιήθηκαν με μεγάλη καθυστέρηση επειδή δεν υπήρχε εναέρια επιτήρηση, πλοιάρια της Πυροσβεστικής που δεν έκαναν διασώσεις, προσωπικό και εξοπλισμός της ΕΜΑΚ που δεν έφτασε στο Μάτι, έγκαιρες προειδοποιήσεις για την πυρκαγιά στην ανατολική Αττική που δεν ελήφθησαν σοβαρά υπόψη».
Σύμφωνα με το ethnos.gr, τα παραπάνω σημειώνονται στην πρόταση του Ανακριτή του 6ου Τακτικού Τμήματος Πλημμελειοδικών Αθηνών προς τον αρμόδιο Εισαγγελέα, με την οποία υποστήριζε στις 18 Ιουνίου 2020 ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις που δικαιολογούν την άσκηση συμπληρωματικής δίωξης για υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής και της Πολιτικής Προστασίας για το κακούργημα της θανατηφόρας έκθεσης κατά συρροή και το αδίκημα της έκθεσης με αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη κατά συρροή.
«Κατά τη διάρκεια της κύριας ανάκρισης που διενεργούμε και των αποδεικτικών στοιχείων που προέκυψαν στο πλαίσιό της, προέκυψαν νεότερα στοιχεία που δικαιολογούν τη στοιχειοθέτηση του αδικήματος της θανατηφόρας έκθεσης κατά συρροή, καθώς και του αδικήματος της έκθεσης από την οποία προκλήθηκαν στους παθόντες βαριές σωματικές βλάβες κατά συρροή για κάποιους από τους κατηγορουμένους» αναφέρει ο ανακριτής.
Στην αναφορά, που αποκαλύπτει το ethnos.gr, ο ανακριτής επίσης επισημαίνει ότι υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής και της Πολιτικής Προστασίας ευθύνονται για ενέργειες και παραλείψεις ιδιαιτέρως σοβαρές.
«Οι καιρικές συνθήκες που επικρατούσαν σε συνδυασμό με το ανάγλυφο της περιοχής συνέβαλαν στη γρήγορη εξάπλωση της πυρκαγιάς και στη διάσπασή της λίγο αργότερα σε δύο μέτωπα που κατευθύνονταν προς κατοικημένες περιοχές. Το πρώτο κατευθυνόταν προς Νέο Βουτζά - Μάτι - Κόκκινο Λιμανάκι και το δεύτερο προς την Καλλιτεχνούπολη.
Οι πυροσβεστικές δυνάμεις σύντομα κατόρθωσαν να ελέγξουν το δεύτερο μέτωπο (προς την Καλλιτεχνούπολη), πλην όμως το ίδιο δεν συνέβη και με το πρώτο μέτωπο, το οποίο πέρασε στον οικισμό του Νέου Βουτζά στις 18.02, ακολούθως δε έχοντας διανύσει απόσταση περίπου 4 χιλιομέτρων, έφτασε στη λεωφόρο Μαραθώνος σε 10 λεπτά (18.12) και στη συνέχεια εξαπλώθηκε στο Μάτι και το Κόκκινο Λιμανάκι (περί ώρα 18.44 και 18.45), κινούμενη στο θαλάσσιο μέτωπο, όπου τελικά κατασβέστηκε λόγω μη ύπαρξης καύσιμης ύλης».
Ανύπαρκτη εναέρια επιτήρηση
«Στις 23 Ιουλίου 2018 δεν υπήρχε εναέρια επιτήρηση από το ΓΕΑ και δη από τις πρώτες επικίνδυνες από άποψη πυρκαγιών ώρες της ημέρας, μεταξύ του διαστήματος 11.00 π.μ. με 19.00 στην Αττική πριν την έναρξη της πυρκαγιάς στην Κινέτα, ενώ σκοπό της εναέριας επιτήρησης είναι η κατάσβεση των δασικών πυρκαγιών στο μικρότερο χρονικό διάστημα με όλη τη διαθέσιμη δύναμη, γρήγορα και αποτελεσματικά και ενώ υπήρχε γνώση από τους αρμόδιους τόσο των καιρικών συνθηκών όσο και του ότι η περιοχή γύρω από το Νταού Πεντέλης και το Νέο Βουτζά είχαν ιστορικό προηγούμενων πυρκαγιών και χαρακτηριζόταν περιοχή υψηλής επικινδυνότητας για πυρκαγιάς.
Η παράληψη αυτή συνδέεται άμεσα με το γεγονός ότι υπήρξε κατά την έναρξη της πυρκαγιάς στο Νταού Πεντέλης μεγάλη καθυστέρηση στην κινητοποίηση και στην έγκαιρη αντιμετώπιση της πυρκαγιάς.
Αν υπήρχε εναέρια επιτήρηση, ο εντοπισμός της πυρκαγιάς στο Νταού θα ήταν άμεσος και εναέριες και επίγειες δυνάμεις θα επιχειρούσαν άμεσα, έγκαιρα και αποτελεσματικά.
Επίσης, με την πρώτη βολή που θα έκανε το αεροσκάφος επιτήρησης στο Νταού, θα είχε καλυφθεί και ο χρόνος προετοιμασίας 20 καθοριστικών λεπτών για τα υπόλοιπα κατασβεστικά αεροσκάφη που θα λάμβαναν μέρος στην κατάσβεση με το δεδομένο ότι από το χρόνο εντολής μέχρι το χρόνο απογείωσης του αεροσκάφους το εναέριο χρειάζεται 20 λεπτά για να απογειωθεί.
Συνεπώς οι αρμόδιοι παρέλειψαν να φροντίσουν για συνεχή εναέρια επιτήρηση και μάλιστα σύμφωνα με την κατάθεση του πραγματογνώμονα υπήρχαν διαθέσιμα και αεροσκάφη τύπου καναντέρ με χωρητικότητα νερού 6 τόνων τουλάχιστον, καθώς και αεροσκάφος τύπου PZL διθέσιο χωρητικότητας νερού τουλάχιστον 500 λίτρων αποκλειστικά για εναέρια επιτήρηση με σκοπό την άμεση προσβολή της πυρκαγιάς, το οποίο βρισκόταν επιχειρησιακά ικανό στο αεροδρόμιο Δεκέλεια.
Περαιτέρω, έμεινε ανεκμετάλλευτη επιχειρησιακά και η νεοσύστατη υπηρεσία με τα μη στελεχωμένα αεροσκάφη, τα οποία μπορούν να κάνουν 24ωρη επιτήρηση, έχουν κάμερες και δίνουν άμεσες πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο στο ΕΣΚΕ».
Προσγειώσεις σε κλειστό αεροδρόμιο
Το πρώτο ελικόπτερο, χωρητικότητας δεξαμενής 6-7 τόνων νερού απογειώθηκε από την Ανδραβίδα στις 14.20 προκειμένου να επιχειρήσει στα Μέγαρα-Γεράνεια Όρη. Προσγειώθηκε για ανεφοδιασμό στις 16.23 στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας παρότι ήταν γνωστό στην ηγεσία του ΕΣΚΕ ότι το συγκεκριμένο αεροδρόμιο ήταν κλειστό (ήδη από τις 14.27) και δε θα μπορούσε να απογειωθεί εύκολα το ελικόπτερο μετά τον ανεφοδιασμό του.
Όταν στις 16.50 δίνεται εντολή από το ΕΣΚΕ να απογειωθεί το συγκεκριμένο ελικόπτερο και να μεταβεί στο Νταού Πεντέλης, ο πιλότος δηλώνει ότι δεν μπορεί να απογειωθεί. Συνεπώς, ενώ υπήρχε σχετική γνώση των προβλημάτων απογείωσης οι αναφερόμενοι κατηγορούμενοι παρέλειψαν να δώσουν εντολή να προσγειωθεί το ελικόπτερο στο Τατόι, στην Πάχη Μεγάρων, στο ελικοδρόμιο της Νέας Μάκρης ή στο Ελευθέριος Βενιζέλος, αεροδρόμια τα οποία δεν είχαν κλείσει.
Το δεύτερο ελικόπτερο απογειώθηκε από το αεροδρόμιο της Πάχης Μεγάρων στις 15.23 και προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας, το οποίο, όμως, ως ήδη σημειώθηκε, στις 14.27 έκλεισε και παρέμεινε κλειστό τουλάχιστον έως τις 17.46.
Συνεπώς ενώ υπήρχε σχετική γνώση των προβλημάτων απογείωσης οι αναφερόμενοι κατηγορούμενοι παρέλειψαν να δώσουν εντολή να προσγειωθεί το ελικόπτερο στο Τατόι, στην Πάχη Μεγάρων, στο ελικοδρόμιο της Νέας Μάκρης, ή στο Ελευθέριος Βενιζέλος. Επίσης, σε ελικόπτερο τύπου ΚΑ 32 RA-UR CIT δόθηκε εντολή να απογειωθεί από το αεροδρόμιο της Χίου στις 15.55 για το αεροδρόμιο της Ελευσίνας λανθασμένα, καθώς αυτό ήταν ήδη κλειστό. Προσγειώθηκε στις 17.45 στην Ελευσίνα και πήρε εντολή να απογειωθεί στις 19.10 αλλά δε μπορούσε να εκκινήσει λόγω ανέμων.
Ο εναέριος ελεγκτής κυκλοφορίας είχε γνωρίσει στο ΕΣΚΕ ότι όλα τα αεροσκάφη θα προσγειώνονταν από τις 14.27 και μετά στο αεροδρόμιο της Τανάγρας, διότι το αεροδρόμιο της Ελευσίνας θα έβγαινε εκτός ενέργειας λόγω ανέμων.
Επιχειρούσε ένα μόνο ελικόπτερο
Σύμφωνα με τον ανακριτή, οι αρμόδιοι παρέλειψαν να κινητοποιήσουν και άλλα εναέρια μέσα, ενώ συνέχιζαν τις εκτροπές στην περιοχή Καλαμακίου-Ισθμίων, αν και η κατάσταση εκεί ήταν ελεγχόμενη και η φωτιά έρπουσα σε θάμνους, γεγονός το οποίο γνώριζαν οι αρμόδιοι ήδη από τις 16.46. Θα μπορούσαν δε από τις 16.41 (ώρα που έγινε γνωστό στο ΕΣΚΕ το γεγονός της φωτιάς από τους εθελοντές πυροσβέστες και από τον Κρόνο Πεντέλης που ενημέρωσε το Κέντρο) έως και τις 18.00 να έχουν επιχειρήσει τα παρακάτω εναέρια μέσα:
Α) Φλόγα 10: Ελικόπτερο της Πυροσβεστικής με κάδο πυρόσβεσης τριών τόνων, το οποίο επιχειρούσε στην Κινέτα έως και τις 17.20 που προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Πάχης.
Παραλείφθηκε να δοθεί εντολή εκτροπής ώστε το ελικόπτερο να αρχίσει να επιχειρεί από τις 16.53, κάνοντας τουλάχιστον μία ρίψη νερού και στη συνέχεια να προσγειωθεί στο Ελευθέριος Βενιζέλος ή στη βάση ελικοπτέρων του ναυτικού στη Νέα Μάκρη. Έτσι, αφού εφοδιαζόταν, θα μπορούσε να επιχειρήσει τουλάχιστον μετά από 20-25 λεπτά
Β) Φλόγα11: Ελικόπτερο της Πυροσβεστικής με κάδο πυρόσβεσης τριών τόνων, το οποίο επιχειρούσε στην Κινέτα έως και τις 17.28 που προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο Πάχης. Παραλείφθηκε να δοθεί εντολή εκτροπής ώστε το ελικόπτερο να αρχίσει να επιχειρεί από τις 16.53, κάνοντας τουλάχιστον δύο ρίψεις νερού και στη συνέχεια να προσγειωθεί. Έτσι αφού εφοδιαζόταν θα μπορούσε να επιχειρήσει για τουλάχιστον μετά 20-25 λεπτά.
Γ) Καναντέρ CL-415: Αεροσκάφος χωρητικότητας έξι τόνων νερού, που απογειώθηκε στις 17.05 και επιχειρούσε έως και τις 18.15 στην Κινέτα, πήρε εντολή για Νταού την ίδια ώρα αλλά δήλωσε φθάνοντας βλάβη και στις 19.17 προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο της Τανάγρας.
Έπρεπε να έχει δοθεί εντολή να επιχειρήσει απευθείας στο Νταού Πεντέλης και να αρχίσει να επιχειρεί από τις 17.17, κάνοντας τουλάχιστον τρεις ρίψεις νερού και στη συνέχεια να προσγειωθεί στο Ελευθέριος Βενιζέλος ή στη βάση ελικοπτέρων ναυτικού στη Νέα Μάκρη, Έτσι αφού εφοδιαζόταν θα μπορούσε να επιχειρήσει τουλάχιστον μετά από 20-25 λεπτά.
Δ) CL-215: Καναντέρ χωρητικότητας έξι τόνων νερού, το οποίο επιχειρούσε έως τις 17.45 στην Κινέτα και στις 18.51 έγινε εκτροπή για Ίσθμια-Καλαμάκι, παρά το γεγονός ότι από τις 16.46 υπάρχει η γνώση ότι η φωτιά στα Ίσθμια-Καλαμάκι είναι έρπουσα και η κατάσταση ελεγχόμενη.
Έπρεπε να είχε δοθεί εντολή να επιχειρήσει απευθείας στο Νταού Πεντέλης και να αρχίσει να επιχειρεί από τις 17.12, κάνοντας τουλάχιστον πέντε ρίψεις νερού και στη συνέχεια να προσγειωθεί στο Ελευθέριος Βενιζέλος. Έτσι αφού εφοδιαζόταν θα μπορούσε να επιχειρήσει τουλάχιστον μετά από 20-25 λεπτά.
Ε) Ελικόπτερο S-64-N189: Ελικόπτερο στο οποίο δόθηκε στις 16.24 εντολή εκτροπής για εξακρίβωση πυρκαγιάς πλησίον των εγκαταστάσεων της Motor Oil στα Ίσθμια-Καλαμάκι και το οποίο στις 16.46 ενημέρωσε το ΕΣΚΕ ότι η πυρκαγιά πλησίον των εγκαταστάσεων της ως άνω εταιρίας είναι ελεγχόμενη και έρπουσα σε θάμνους. Συνεπώς από τις 16.46 η ηγεσία του ΕΣΚΕ έπρεπε να του δώσει εντολή να μεταβεί στο Νταού Πεντέλης. Έτσι θα μπορούσε να αρχίσει να επιχειρεί από τις 17.00 κάνοντας τουλάχιστον δύο ρίψεις νερού και στη συνέχεια να προσγειωθεί. Έτσι αφού εφοδιαζόταν θα μπορούσε να επιχειρήσει τουλάχιστον μετά από 20-25 λετπά.
Στ) Ελικόπτερο S64 – N194 χωρητικότητας δεξαμενής 6-7 τόνων νερού και με δυνατότητα ρίψης βολών κατ' επιλογή, στο οποίο ενώ είχε δοθεί εντολή να μεταβή στην πυρκαγιά στο Νταού Πεντέλης στις 16.50, όταν τελικά κατάφερε να απογειωθεί στις 17.46 και ενώ είχε φτάσει κατά τις 17.56 στο Νταού Πεντέλης, στις 18.00 δόθηκε εντολή εκτροπής πλησίον των εγκαταστάσεων της Motor Oil στα Ίσθμια-Καλαμάκι, παρότι στις 16.46 το ελικόπτερο S 64- N186 ενημέρωσε την ηγεσία του ΕΣΚΕ ότι η πυρκαγιά πλησίον των εγκαταστάσεων της ως άνω εταιρίας είναι ελεγχόμενη.
Ζ) Το ελικόπτερο τύπου ΚΑ 23 RA-UR CIT, το οποίο μέχρι τις 17.56 βρισκόταν στο αεροδρόμιο Καλαμάτας δόθηκε εντολή να επιχειρήσει στο Ζεμενό Κορινθίας. Στις 18.56 ενημέρωσε το ελικόπτερο ότι δεν μπορεί να κάνει ρίψει στο Ζεμενό λόγω αναταράξεων και του δόθηκε εντολή εκτροπής για Ίσθμια και όχι για Νέο Βουτζά.
«Καθηλωμένα αεροσκάφη»
«Παρέλειψαν οι αναφερόμενοι κατηγορούμενοι την αξιοποίηση των παρακάτω διαθέσιμων εναέριων μέσων: α) αεροσκάφος PZL (028) και αεροσκάφος PZL 030 με τουλάχιστον 500 λίτρα νερό, τα οποία απογειώθηκαν από το αεροδρόμιο της Λαμίας στις 16.45, προκειμένου να επιχειρήσουν στο Σερνικάκι Άμφισσας, ενώ επρόκειτο για πυρκαγιά που δεν απειλούσε σπίτια και ανθρώπους
Β) Ελικόπτερο με κωδικό κλήσης Φλόγα 2 και ελικόπτερο με κωδικό κλήσης Φλόγα 3. Τα συγκεκριμένα ελικόπτερα θα μπορούσαν να είχαν κάνει 3-4 ρίψεις το καθένα, ήτοι 2 τόνους το καθένα και συνολικά θα μπορούσαν να είχαν ρίξει ωφέλιμο νερό τεσσάρων συνολικά τόνων και μάλιστα από 17.00 έως 17.30, ήτοι στον κρίσιμο χρόνο κατάσβεσης ή περιορισμού της πυρκαγιάς γ) τουλάχιστον ένα ελικόπτερο Σινούκ, το οποίο ανήκει στο Δ Τάγμα Ελικοπτέρων Αεροπορίας Στρατού, το οποίο βρισκόταν στο αεροδρόμιο της Πάχης.
Μετακίνησαν οι αρμόδιοι αναφερόμενοι όλα τα πλησιέστερα πυροσβεστικά περιπολικά από το σημείο έναρξης της πυρκαγιάς στο Νταού Πεντέλης. Σημειώνεται, γεγονός που είναι κρίσιμο και ουσιαστικό, ότι γνώση της κατάστασης υπήρχε ήδη από τις 16.41, στη συνέχεια υπήρξε εκ νέου ενημέρωση στις 16.54 από τον διοικητή του 12ου Πυροσβεστικού Σταθμού και αρμόδιου της περιοχής.
Στη συνέχεια, το ελικόπτερο S 64-N154 που έφτασε στις 17.09 στο Νταού, οπότε και ενημέρωσε την ίδια ώρα ότι «η πυρκαγιά στο Νταού είναι γύρω από σπίτια, σε περίβολο σπιτιών». Στις 17.20 το συντονιστικό ελικόπτερο Φλόγα 1 με δύο εναέριους συντονιστές, οι οποίοι σημειωτέον από το χρόνο της άφιξής τους περί ώρα 17.20 και μέχρι την αποχώρησή τους στις 17.40 περίπου, δεν ανέφεραν να επιχειρεί άλλο εναέριο μέσο εκτός του προαναφερόμενου ελικοπτέρου, ενημέρωσαν ανώτατο αξιωματικό της Πυροσβεστικής για την επικινδυνότητα της φωτιάς, ήτοι ότι η πυρκαγιά πλησιάζει πλέον και σε άλλη κατοικημένη περιοχή και συγκεκριμένα στο Νέο Βουτζά.
Στις 17.20 το μοναδικό ελικόπτερο που επιχειρούσε ενημέρωσε εκ νέου ότι η πυρκαγιά κινείται ανατολικά και θα απειλήσει σπίτια. Περαιτέρω, κρίσιμο και ουσιαστικό είναι ότι το ελικόπτερο S 64 – N189, το οποίο επιχειρούσε στο Καλαμάκι-Ίσθμια, είχε ήδη ενημερώσει στις 16.46 ότι η κατάσταση εκεί ήταν ελεγχόμενη από τις επίγειες δυνάμεις. Αξιοσημείωτο είναι εξάλλου το γεγονός ότι δεν προέκυψε φωτιά στα διυλιστήρια της Motor Oil, τα οποία βρίσκονται στην περιοχή, από το βιβλίο συμβάντων της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας Κορίνθου, η οποία ήταν αρμόδια στη συγκεκριμένη περίπτωση».
Δεν έγινε εκκένωση
«Παρέλειψαν οι αναφερόμενοι κατηγορούμενοι να εκκενώσουν την περιοχή τουλάχιστον περί την ώρα από 17.30 έως και 17.40. Δηλαδή ενώ οι αρμόδιοι κατηγορούμενοι δεν είχαν στείλει τα εναέρια μέσα που έπρεπε, θα έπρεπε τουλάχιστον, αφού γνώριζαν την επικινδυνότητα της κατάστασης και το ότι δε διέθεσαν τα απαραίτητα και διαθέσιμα εναέρια και επίγεια μέσα, να εκκενώσουν την περιοχή στο Νέο Βουτζά και στο Μάτι, δυνατότητα την οποία είχαν».
Αχρησιμοποίητα τα πλοιάρια του Π.Σ.
«Παρέλειψαν οι αναφερόμενοι κατηγορούμενοι να εκτελέσουν σχέδιο για την ορθή και έγκαιρη διάσωση των κατοίκων και επισκεπτών στο Μάτι, παρότι γνώριζαν ότι πρώτον δεν είχαν διαθέσει εναέρια και επίγεια μέσα και δεύτερον δεν είχαν εκκενώσει την περιοχή ή έστω απομακρύνει τους πολίτες, δυνατότητα την οποία είχαν (για την εκτέλεση σχεδίου διάσωσης). Εξάλλου, οι κατηγορούμενοι είχαν στη διάθεσή τους και σωστικές λέμβους που ανήκαν στην 1η ΕΜΑΚ, οι οποίες βρίσκονταν στην Ελευσίνα και στα πληρώματα των οποίων δεν δόθηκε ποτέ εντολή να μεταβούν στην περιοχή.
Παράλληλα, δεν τέθηκαν στη διάθεση για τη διάσωση όσων βρίσκονταν στη θάλασσα τα πλοιάρια του Πυροσβεστικού Σώματος για τη διάσωση των ανθρώπων. Τα πλοιάρια έχουν ως σημείο στάθμευσης το λιμάνι του Πειραιά και εάν ειδοποιούνταν να συνδράμουν στη διάσωση, ο χρόνος που απαιτούνταν είναι 1 ώρα και 15 λεπτά περίπου, δηλαδή θα βρίσκονταν εκεί περίπου στις 20.15 ενώ πολίτες βρισκόντουσαν στη θάλασσα ήδη από τις 18.50».