Την έντονη αντίδραση της ΕΙΝΑΠ προκάλεσε έγγραφο της Ιατρικής Σχολής Αθήνας το οποίο- σύμφωνα με την Ένωση νοσοκομειακών γιατρών Αθήνας και Πειραιά- αναφέρει ότι δεν θα γίνονται πλέον δεκτοί ασθενείς με κορωνοϊό σε πανεπιστημιακές κλινικές.
Η ΕΙΝΑΠ εκφράζει έκπληξη για το έγγραφο που- σύμφωνα με την Ένωση- κοινοποιήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα σε πολλά νοσοκομεία της Αττικής.
Το έγγραφο αυτό, παρουσιάζεται ως ομόφωνη απόφαση της συνέλευσης της Ιατρικής Σχολής με ημερομηνία 31 Αυγούστου και είχε κοινοποιηθεί ως «εξαιρετικά επείγον» στην πολιτική ηγεσία των υπουργείων Υγείας και Παιδείας και στους διοικητές της 1ης και 2ης Υγειονομικής Περιφέρειας, σύμφωνα με την ΕΙΝΑΠ.
Το έγγραφο «ούτε λίγο ούτε πολύ αναφέρει πως δεν θα γίνονται δεκτοί από εδώ και πέρα ασθενείς πάσχοντες από Covid 19 στις πανεπιστημιακές κλινικές και πως θα διοχετεύονται για νοσηλεία αποκλειστικά σε κλινικές του ΕΣΥ».
Η ΕΙΝΑΠ επισημαίνει ότι το έγγραφο «συνιστά πράξη μονομερούς κήρυξης λιποταξίας από τη μάχη ενάντια στην πανδημία η οποία καθόλου δεν τιμά τους πανεπιστημιακούς γιατρούς, πολλοί από τους οποίους είμαστε σίγουροι ότι διαφωνούν με αυτή την κίνηση και θεωρούμε εξαιρετικά θλιβερό το ότι δεν έχουν εκφράσει ακόμα δημοσίως τη διαφωνία τους».
Σχολιάζει ότι η αιτιολογία που προβάλλεται είναι «επιεικώς νηπιώδης, αντιεπιστημονική και έωλη». «Δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των πανεπιστημιακών κλινικών οι εξειδικευμένες ιατρικές πράξεις. Η συντριπτική πλειοψηφία των εξειδικευμένων ιατρικών πράξεων για λοιπές παθήσεις επιτελείται στα νοσοκομεία του ΕΣΥ. Δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο των πανεπιστημιακών κλινικών η εκπαίδευση. Το 75% των ειδικευόμενων γιατρών εκπαιδεύεται σε τμήματα του ΕΣΥ», συνεχίζει η ΕΙΝΑΠ.
Παράλληλα, η Ένωση αφήνει αιχμές για καθηγητές, χαρακτηρίζοντας επίδειξη «θράσους και αλαζονείας» το αφήγημα ότι εκείνοι θα δώσουν «οδηγίες» στους γιατρού του ΕΣΥ για την περίθαλψη ασθενών με κορωνοϊό.
«Οι γιατροί του ΕΣΥ στα ΤΕΠ, στις πτέρυγες νοσηλείας, και στις ΜΕΘ, δίνουν τη μάχη ενάντια στην πανδημία εδώ και 18 μήνες και δεν έχουν καμία ανάγκη ιατρικής καθοδήγησης από γιατρούς που σιώπησαν όταν επιφανείς εκπρόσωποί τους δήλωναν δημοσίως ότι ο ιός δήθεν δεν μεταδίδεται με τη μετάληψη γιατί επισυμβαίνει κάποιο υπερφυσικό θαύμα. Δεν έχουν καμία ανάγκη να λάβουν ιατρικές οδηγίες από συναδέλφους που σιώπησαν όταν άλλοι επιφανείς εκπρόσωποί τους εδώ και 18 μήνες εφευρίσκουν τις πιο αστείες αντιεπιστημονικές δικαιολογίες για να δικαιολογήσουν εκ των υστέρων προειλημμένες κυβερνητικές αποφάσεις», αναφέρει χαρακτηριστικά η ΕΙΝΑΠ.
Συνεχίζει επισημαίνοντας ότι αυτή η μονομερής κίνηση «υποκρύπτει την πεποίθηση πως δήθεν οι δημόσιες πανεπιστημιακές κλινικές αποτελούν ατομική, ιδιωτική ιδιοκτησία κάποιων καθηγητών. Προφανώς κάποιοι καθηγηταί αντέγραψαν τους ιδιώτες κλινικάρχες, οι οποίοι σκανδαλωδώς έχουν απαλλαγεί εξαρχής από την νοσηλεία ασθενών Covid 19 στα μεγάλα ιδιωτικά θεραπευτήρια».
Παράλληλα όμως η ΕΙΝΑΠ εκφράζει έντονο προβληματισμό για το γεγονός ότι «οι νέοι υπουργοί Υγείας δεν έχουν ακόμα αντιδράσει ενάντια στην απαράδεκτη αυτή απόφαση αν και υποτίθεται πως είναι σε γνώση τους εδώ και πάνω από 20 μέρες».
Η ΕΙΝΑΠ καταλήγει ότι δεν πρόκειται να δεχθεί τη μονομερή αποκλειστική ενασχόληση του ΕΣΥ με μία μόνο νόσο. «Αυτό είναι άκρως επικίνδυνο για τον πληθυσμό, θίγει την εκπαίδευση των ειδικευομένων και προωθεί την πλήρη ιδιωτικοποίηση της δημόσιας περίθαλψης», τονίζει.
Την ίδια ώρα, καλεί την Ιατρική Σχολή Αθηνών και ιδιαίτερα τον πρόεδρό της να ανακαλέσει άμεσα «την απαράδεκτη αυτή απόφαση». Τέλος, προειδοποιεί την πολιτική ηγεσίας του υπουργείου Υγείας, τους διοικητές της 1ης και 2ης ΥΠΕ και τη διοίκηση ΕΚΑΒ - ΕΚΕΠΥ πως όποιος συναινέσει στον αποκλεισμό ασθενών Covid 19 από δημόσιες πανεπιστημιακές κλινικές «θα είναι υπόλογος για έκθεση ασθενών σε κίνδυνο».