Η γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ), τον Φεβρουάριο, να διατηρήσει in situ τη λιθόστρωτη Μέση Οδό της Βυζαντινής Θεσσαλονίκης, στον σταθμό της Βενιζέλου, άναψε το πράσινο φως για την προστασία των βυζαντινών αρχαιοτήτων που ανακαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των εργασιών για την κατασκευή του μετρό.
Έτσι, είναι πλέον γεγονός πως η πόλη θα έχει «και μετρό και αρχαία». Για την ακρίβεια, όπως αναφέρει ρεπορτάζ της «Καθημερινής», τρεις αρχαιολογικούς χώρους και χιλιάδες ευρήματα.
Οι διαφωνίες που κόστισαν χρόνο και χρήμα, ανήκουν στο παρελθόν και κανείς από τους εμπλεκόμενους φορείς (Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, Αττικό Μετρό, ΥΠΠΟ, Δήμος και Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας) δεν μπαίνει στη λογική της πολιτικολογίας. Στόχος τώρα είναι να βρεθεί ο τρόπος διαχείρισης του τεράστιου όγκου πληροφοριών από την ανασκαφική έρευνα, αλλά και ο τρόπος και τόπος ανάδειξης των 300.000 και πλέον ευρημάτων, όλων των εποχών (από την ελληνιστική ώς την πυρκαγιά του 1917) που συγκέντρωσαν οι αρχαιολόγοι από την έναρξη του έργου (2006) έως σήμερα σε όλους τους σταθμούς. Από τον «Σιδηροδρομικό Σταθμό» ως το «αμαξοστάσιο της Πυλαίας» με ενδιάμεσες στάσεις υψηλού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, της Αγίας Σοφίας και της Βενιζέλου.
Βαδίζοντας στη λιθόστρωτη λεωφόρο decumanus maximus, έξι μέτρα κάτω από το σύγχρονο οδόστρωμα της Εγνατίας Οδού, η αναπληρώτρια προϊσταμένη στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, Πολυξένη Αδάμ-Βελένη, και ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό Α.Ε., Γιάννης Μυλόπουλος, εξηγούν στην «Καθημερινή» την πολιτική διαχείρισης του αρχαιολογικού θησαυρού. Οι ανασκαφές έχουν σχεδόν ολοκληρωθεί (90%), ενώ ελάχιστες απομένουν στο Σιντριβάνι στην πλατεία Δημοκρατίας (κλείνουν ως τον Οκτώβριο) και στη Βενιζέλου.
Μία νέα επιτροπή του ΥΠΠΟ, που θα συνεδριάσει 11 Σεπτεμβρίου, θα θέσει στο τραπέζι σχέδια και μελέτες για τη «μουσειακή» αναδιοργάνωση του μετρό.
«Ο αριθμός των ευρημάτων είναι τεράστιος», αναφέρει η κ. Βελένη. «Χιλιάδες νομίσματα, χιλιάδες αντικείμενα-έργα τέχνης, πολλά ταφικά κτιστά σύνολα από τα δύο νεκροταφεία πρέπει να βρουν μόνιμη θέση στους σταθμούς». Μία από τις προτεραιότητες, συμπληρώνει ο κ. Μυλόπουλος, είναι και αναζήτηση χώρων και χρηματοδότησης μέσω του ΕΣΠΑ για τη δημιουργία Μουσείου ή μουσείων επί της γραμμής του μετρό.
Σύμφωνα με την «Καθημερινή», στον σταθμό «Βενιζέλου» τα έργα και τα χρονοδιαγράμματα είναι σαφή. Το τετράπυλο έχει ήδη αποσπαστεί για συντήρηση. Σε ενάμιση μήνα ο αρχαιολογικός χώρος θα κλείσει για να ανοίξει αναστηλωμένος, (τέλη '21- αρχές '22) με τη λειτουργία του σταθμού, δύο χρόνια μετά την έναρξη της γραμμής (2020). Σε μια πενταετία, κάθε επιβάτης που θα κατεβαίνει στην αποβάθρα θα βλέπει από την πεζογέφυρα το καλοδιατηρημένο τμήμα (84 μέτρων) της αρχαίας λεωφόρου ή θα περπατάει πάνω στις ίδιες πέτρες όπου συνωστίζονταν από τον 6ο έως τον 14ο αιώνα κάτοικοι και παρεπιδημούντες για το εμπορικό τους αλισβερίσι.
Η κ. Βελένη εξηγεί πως το 98% του δρόμου διατηρείται ανέπαφο και αμετακίνητο. Το τετράπυλο θα επανατοποθετηθεί στη θέση του. Τα μεταγενέστερα καταστήματα εκατέρωθεν της οδού, κρήνες, μικρές στοές, μια μικρή πλατεία από ένα σύμπλεγμα μοναδικής σύνθεσης που παραπέμπει σε βενετσιάνικη συνοικία, θα γίνουν πιο ευανάγνωστα.
«Αρχαιολογικός χώρος σε πυρήνα σταθμού δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο. Είναι ένα δύσκολο και μεγάλο στοίχημα, ένα τεχνολογικό επίτευγμα με το οποίο δημιουργούμε τεχνογνωσία», επισημαίνει ο κ. Μυλόπουλος.
Τον αρχαιολογικό χώρο του σταθμού «Αγίας Σοφίας» συνθέτουν δύο ημικυκλικές πλατείες στις εισόδους μεταξύ αποβάθρας και εδάφους (μια μεσοβυζαντινών χρόνων – σπάνιο εύρημα βόρεια και μια πρωιμότερη νότια). Ωστόσο, όπως αναφέρει η κ. Βελένη, «δυστυχώς δεν προλάβαμε την αποδόμηση της decumanus maximus (73 μέτρων). Τμήμα μόνον αυτού θα επανατοποθετηθεί στην αποβάθρα σε ψηλότερο σημείο από την αρχική του θέση. Η επιτροπή θα αναζητήσει χώρο για το υπόλοιπο. O δρόμος είναι τοπόσημο. Η διάλυση διατάραξε την αυθεντικότητά του».
Οι τρεις αρχαιολογικοί τόποι και τα «μουσεία» των σταθμών θα αλλάξουν τη φυσιογνωμία του κέντρου. «Και μόνο γι' αυτά η Θεσσαλονίκη θα γίνει νέος τουριστικός προορισμός», επισημαίνει ο κ. Μυλόπουλος. «Το επιπλέον κόστος της ανάδειξης που θα συνδυάζει την τεχνογνωσία του 6ου και του 21ου αιώνα, θα ισοφαριστεί και θα υπερσκελιστεί από τα τεράστια οφέλη (τουριστικό, οικονομικό) που θα έχει η Θεσσαλονίκη στο μέλλον».
Πηγή: kathimerini.gr