Η ιλαρά βρίσκεται σε άνοδο στην Ευρώπη και αποτελεί απειλή για άτομα όλων των ηλικιακών ομάδων, γι' αυτό και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου.
Σε αυξημένη επαγρύπνηση βρίσκονται και οι υγειονομικές αρχές και στην Ελλάδα, καθώς εκτιμάται ότι η ανοδική τάση αναμένεται να συνεχιστεί εάν δεν ληφθούν μέτρα. Το 2024, επιβεβαιώθηκαν έξι ύποπτα κρούσματα και αναμένονται τα αποτελέσματα της φυλογενετικής ανάλυσης ώστε να προσδιορισθούν με ακρίβεια οι πύλες εισόδου του ιού στη χώρα.
Τα στοιχεία για την ιλαρά στην Ελλάδα
Την περίοδο 2000-2017 σε παγκόσμιο επίπεδο, ο ετήσιος αριθμός των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων ιλαράς μειώθηκε κατά μέσο όρο 59%. Από το 2017 και μετά έχουν σημειωθεί επιδημίες ιλαράς σε όλες τις ηπείρους ανεξαιρέτως.
Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, σε 41 ευρωπαϊκά κράτη το 2022 σημειώθηκαν 941 επιβεβαιωμένα κρούσματα ιλαράς, ενώ το 2023 υπήρξε μία ανησυχητική αύξηση με αποτέλεσμα ο αριθμός να ανέλθει στα 42.200.
Συγκεκριμένα, η Ρουμανία, η Γαλλία, η Γερμανία και η Ιταλία κατέγραψαν 1.078, 101, 73 και 39 κρούσματα, αντίστοιχα. Η αύξηση των κρουσμάτων επιταχύνεται ολοένα τους τελευταίους μήνες και η ανοδική τάση αναμένεται να συνεχιστεί εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα για την αποφυγή περαιτέρω εξάπλωσης, τονίζει ο κ. Αγγελάκης ιατρός βιοπαθολόγος, διευθυντής Ερευνών στο Εργαστήριο Αναφοράς Ιλαράς και Ερυθράς που βρίσκεται στο Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ.
Στην Ελλάδα, από το 2020 έως και το 2023 δεν επιβεβαιώθηκε κανένα κρούσμα ιλαράς. Το 2024, και συγκεκριμένα μέσα στο πρώτο μισό του Φεβρουαρίου, επιβεβαιώθηκαν έξι ύποπτα κρούσματα, ένα από την Θεσσαλονίκη, τέσσερα από τα Χανιά και ένα από την Αθήνα. Παρόλο που τα επιδημιολογικά δεδομένα δείχνουν ότι τα κρούσματα από τις προαναφερθείσες περιοχές δεν συνδέονται μεταξύ τους, αναμένονται τα αποτελέσματα της φυλογενετικής ανάλυσης ώστε να προσδιορισθούν με ακρίβεια οι πύλες εισόδου του ιού στη χώρα. Μέχρι στιγμής, δεν έχουν προκύψει άλλα ύποπτα κρούσματα, ενώ η επιτήρηση συνεχίζεται με τη συνεργασία του ΕΟΔΥ και των Υγειονομικών Αρχών της χώρας.
Η ιλαρά είναι μια οξεία ιογενής ασθένεια του αναπνευστικού. Μεταδίδεται μέσω των σταγονιδίων που εντοπίζονται στους βλεννογόνους της μύτης και του φάρυγγα και είναι εξαιρετικά μολυσματική: ένα άτομο το οποίο νοσεί μπορεί δυνητικά να μεταδώσει τον ιό σε τουλάχιστον άλλα οχτώ, ενώ ο ιός SARS-CoV-2 ο οποίος προκαλεί τη COVID-19, σε μόλις τρία. Τα γενικότερα συμπτώματα της λοίμωξης περιλαμβάνουν υψηλό πυρετό - έως 40°C - κακουχία, βήχα και επιπεφυκίτιδα, ενώ χαρακτηριστική είναι η εμφάνιση των κηλίδων Koplik στη στοματική κοιλότητα και η ταχεία εξάπλωση ενός κηλιδοβλατιδώδους εξανθήματος σε όλο το σώμα (Εικ.1)
Πρόκειται για σοβαρή ασθένεια, όπου 6 - 20% των ανθρώπων που θα νοσήσουν θα έχουν σαν επιπλοκή ωτίτιδα, διάρροια, ή πνευμονία, ενώ ένας στους 1000 ασθενείς θα αναπτύξει εγκεφαλίτιδα. Μία σπάνια επιπλοκή της νόσου είναι η υποξεία σκληρυντική πανεγκεφαλίτις, η οποία εμφανίζεται έως και επτά χρόνια μετά τη λοίμωξη. Επιπροσθέτως, η ιλαρά έχει βαρειά κλινική εικόνα σε άτομα ανοσοκατεσταλμένα όπως, για παράδειγμα, από λοίμωξη από ιό HIV, λευχαιμία, λέμφωμα, κακοήθεια ή ακτινοθεραπεία.
Το βασικό μέτρο πρόληψης της νόσου είναι ο εμβολιασμός. Στην Ελλάδα το εμβόλιο εντάχθηκε στο Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών το 1981 με μία δόση, ενώ από το 1999 χορηγούνται δύο δόσεις. Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου είναι υψηλή, 93% μετά από την πρώτη δόση και 97% μετά και τη δεύτερη, στο πρώτο και πέμπτο έτος ηλικίας αντίστοιχα, ενώ η διάρκεια της ανοσίας είναι ισόβια.
Οι διεθνείς οργανισμοί εξέφρασαν έντονη ανησυχία για την απότομη και γρήγορη αύξηση των κρουσμάτων ιλαράς, εκτιμώντας ότι τα κρούσματα ιλαράς αναμένεται να συνεχίσουν να αυξάνονται τους επόμενους μήνες λόγω της μείωσης της εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού, η οποία καταγράφηκε στη διάρκεια της πανδημίας Covid, της μεγάλης πιθανότητας εισαγωγής από περιοχές με έντονη κυκλοφορία του ιού και του γεγονότος ότι τους επόμενους μήνες αναμένεται κορύφωση της ιλαράς.
Η εξαιρετικά μεταδοτική αυτή ασθένεια που μπορεί να προκαλέσει σοβαρές επιπλοκές, ιδιαίτερα σε παιδιά και ευάλωτα άτομα, μπορεί να προληφθεί μέσω του εμβολιασμού, γι αυτό τα υγειονομικά συστήματα έχουν ξεκινήσει εκστρατείες ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης.
Με πληροφορίες ΑΠΕ-ΜΠΕ